|
| 6. Ομάδα αίματος | |
| | Συγγραφέας | Μήνυμα |
---|
Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: 6. Ομάδα αίματος Παρ 14 Αυγ 2009 - 20:17 | |
| Την ακολουθούσα όλη μέρα μέσα από τις σκέψεις των άλλων, χωρίς να προσέχω πολύ τι γινόταν γύρω μου. Όχι όμως μέσα από τις σκέψεις του Μάικ Νιούτον γιατί δεν άντεχα άλλο τις προσβλητικές του φαντασιώσεις, και ούτε της Τζέσικα Στάνλεϋ γιατί η δυσαρέσκειά της απέναντι στην Μπέλλα με θύμωνε με τρόπους που δεν ήταν ασφαλές για αυτήν. Η Άντζελα ήταν καλή επιλογή όταν η οπτική της γωνία ήταν διαθέσιμη. Ήταν ευγενική-το μυαλό της ήταν ένα εύκολο μέρος να βρίσκομαι. Και κάποιες φορές οι καθηγητές μου παρείχαν την καλύτερη θέα. Ξαφνιάστηκα, καθώς την έβλεπα να παραπατάει καθ’όλη την διάρκεια της ημέρας-σκόνταφτε στις ρωγμές των πεζοδρομίων, σε βιβλία και συνήθως από μόνη της-και συνειδητοποίησα ότι όλοι, όσοι μέσω των οποίων έβλεπα την Μπέλλα, την θεωρούσαν αδέξια. Το σκέφτηκα. Ήταν αλήθεια πως συχνά της ήταν δύσκολο να σταθεί στα πόδια της. Την θυμόμουν που είχε σκοντάψει εκείνη τη πρώτη μέρα ,την μέρα του ατυχήματος που δυσκολευόταν να κρατηθεί όρθια στον πάγο, και χθες που παραπάτησε και της έπεσαν τα βιβλία… Τι παράξενο, είχαν δίκιο. Ήταν όντως αδέξια. Δεν ήξερα γιατί μου φάνηκε τόσο αστείο, αλλά γέλασα καθώς προχωρούσα από το μάθημα Ιστορίας στα Αγγλικά-και πολλοί μου έριξαν παραξενεμένα βλέμματα. Πώς δεν το είχα προσέξει πιο πριν? Ίσως επειδή είχε χάρη στην ακινησία της, ο τρόπος που κρατούσε το κεφάλι της, το σχήμα του λαιμού της… Δεν είχε καθόλου χάρη όμως εκείνη την στιγμή. Ο κύριος Βάρνερ την είδε να πέφτει στην καρέκλα της καθώς το πόδι της πιάστηκε στο χαλί. Ξαναγέλασα. Ο χρόνος κυλούσε υπερβολικά αργά καθώς περίμενα την ευκαιρία μου να την δω με τα ίδια μου τα μάτια. Επιτέλους, χτύπησε το κουδούνι. Πήγα γρήγορα στην καφετέρια για να εξασφαλίσω την θέση μου. Ήμουν ο πρώτος εκεί. Διάλεξα ένα τραπέζι που ήταν συνήθως άδειο και ήμουν σίγουρος πως θα παρέμενα άδειο, αφού καθόμουν εγώ. Όταν μπήκαν τα αδέρφια μου και με είδαν να κάθομαι μόνο μου, δεν παραξενεύτηκαν. Η Άλις θα τους προειδοποίησε. Η Ρόζαλι με προσπέρασε χωρίς καν να με κοιτάξει. Ηλίθιε. Η Ρόζαλι και εγώ ποτέ δεν είχαμε εύκολη σχέση-την προσέβαλα από την πρώτη φορά που με άκουσε να μιλάω, και από τότε η σχέση μας ήταν κατηφόρα-αλλά μου φαινόταν πως ήταν ακόμα πιο κακόκεφη από ότι συνήθως. Αναστέναξα. Η Ρόζαλι έκανε κάθε θέμα να την αφορά. Ο Τζάσπερ μου μισοχαμογέλασε καθώς περνούσε. Καλή τύχη. Σκέφτηκε αμφίβολα. Ο Έμετ απλά κούνησε το κεφάλι του. Έχασε το μυαλό του, καημένο παιδί. Το χαμόγελο της Άλις έλαμπε, τα δόντια της ήταν τόσο γυαλιστερά. Μπορώ να μιλήσω στην Μπέλλα τώρα? «Μην μπλέκεσαι,» είπα μέσα από την αναπνοή μου. Κατσούφιασε, αλλά το πρόσωπό της ξανά έλαμψε. Καλά. Μείνε πεισματάρης. Είναι απλά θέμα χρόνου. Αναστέναξα πάλι. Μην ξεχάσεις το σημερινό εργαστήριο, μου θύμισε. Έγνεψα. Όχι, δεν το είχα ξεχάσει. Καθώς περίμενα την Μπέλλα να φτάσει, την ακολούθησα από τις σκέψεις ενός πρωτοετή που προχωρούσε πίσω από την Τζέσικα προς την καφετέρια. Η Τζέσικα μονολογούσε για τον χορό, και η Μπέλλα δεν έλεγε τίποτα. Όχι πως η Τζέσικα της έδωσε και ευκαιρία. Την στιγμή που η Μπέλλα μπήκε στην καφετέρια, το βλέμμα της πήγε κατευθείαν στο τραπέζι όπου κάθονταν τα αδέρφια μου. Κοίταξε για λίγο, το μέτωπό της ζάρωσε και κοίταξε το πάτωμα. Δεν με είχε προσέξει. Φαινόταν τόσο… στεναχωρημένη. Είχα μία ισχυρή ορμή να σηκωθώ και να πάω στο πλευρό της να την παρηγορήσω, αν και δεν ήξερα πώς να το κάνω αυτό. Η Τζέσικα συνέχισε να μιλάει ακατάπαυστα για τον χορό. Η Μπέλλα στεναχωριόταν που δεν θα πήγαινε? Αυτό δεν μου φαινόταν σωστό… Αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει, αν το ήθελε. Πήρε μόνο ένα αναψυκτικό. Αυτό ήταν φυσιολογικό? Δεν χρειαζόταν περισσότερες θρεπτικές ουσίες από αυτό? Δεν είχα προσέξει ποτέ την διατροφή των ανθρώπων. Οι άνθρωποί ήταν τόσο εύθραυστοι! Υπήρχαν τόσα πράγματα να ανησυχεί κανείς… «Ο Έντουαρντ Κάλεν σε κοιτάει πάλι,» άκουσα την Τζέσικα να λέει. «Αναρωτιέμαι γιατί κάθεται μόνος του σήμερα?» Ήμουν ευγνώμων στην Τζέσικα-αν και τώρα ήταν πιο δυσαρεστημένη-η Μπέλλα σήκωσε απότομα το κεφάλι της και τα μάτια της έψαχναν, μέχρι που συνάντησαν τα δικά μου. Δεν υπήρχε ίχνος λύπης στο πρόσωπό τα τώρα. Άφησα τον εαυτό μου να ελπίζει ότι ήταν στεναχωρημένη επειδή νόμιζε ότι είχα φύγει νωρίς από το σχολείο, και αυτή η ελπίδα με έκανε να χαμογελάσω. Κούνησα το δάχτυλό μου, κάνοντάς της νόημα να κάτσει μαζί μου. Φάνηκε τόσο ξαφνιασμένη που ήθελα να την πειράξω πάλι. Οπότε της έκλεισα το μάτι και άνοιξε το στόμα της, έκπληκτη. «Εννοεί εσένα?» Ρώτησε με αγένεια η Τζέσικα. «Μπορεί να χρειάζεται βοήθεια με τα μαθήματα στην Βιολογία,» είπε με χαμηλή αμφίβολη φωνή, «Εμ, καλύτερα να πάω να δω τι θέλει.» Αυτό ήταν άλλο ένα ναι. Σκόνταψε δύο φορές προχωρώντας προς το τραπέζι μου, αν και δεν υπήρχε κανένα εμπόδιο. Ειλικρινά, πως δεν το είχα προσέξει αυτό? Μάλλον επειδή πρόσεχα πιο πολύ τις σιωπηλές της σκέψεις… Τι άλλο μου διέφυγε? Κράτα την συζήτηση ελαφριά και ειλικρινής, είπα στον εαυτό μου. Σταμάτησε στην καρέκλα απέναντί μου, διστάζοντας. Πήρα μια βαθιά αναπνοή. Νιώσε την φωτιά, σκέφτηκα ξερά. Τράβηξε την καρέκλα και κάθισε, κοιτάζοντας με όλη αυτήν την ώρα. Φαινόταν νευρική αλλά η σωματική της αποδοχή ήταν άλλο ένα ναι. Περίμενε να μιλήσω εγώ. Πήρε μια στιγμή, αλλά τελικά αυτή είπε, «Αυτό είναι διαφορετικό.» «Βασικά…» δίστασα. «Αποφάσισα ότι αφού θα πάω στην κόλαση καλύτερα να το κάνω πλήρως.» Τι με έκανε να το πω αυτό? Υποθέτω πως τουλάχιστον ήταν ειλικρινές. Και ίσως να άκουσε την προειδοποίηση που έκρυβαν τα λόγια μου. Ίσως να συνειδητοποιούσε πως θα έπρεπε να σηκωθεί και να φύγει όσο πιο γρήγορα μπορούσε… Δεν σηκώθηκε. Με κοιτούσε, σαν να είχα αφήσει ανολοκλήρωτη την πρότασή μου. «Ξέρεις πως δεν έχω ιδέα τι εννοείς, έτσι?» Είπε, όταν δεν συνέχισα. Αυτό ήταν ανακούφιση. Χαμογέλασα. «Το ξέρω.» Ήταν δύσκολο να αγνοήσω τις σκέψεις που φώναζαν πίσω από την πλάτη μου-και ήθελα κι όλας να αλλάξω θέμα. «Νομίζω πως οι φίλοι σου είναι θυμωμένοι που σε έκλεψα.» Δεν φάνηκε να την ανησυχεί. «Θα επιζήσουν.» «Μπορεί να μην σε επιστρέψω, όμως.» Δεν ήξερα αν προσπαθούσα να είμαι ειλικρινής μαζί της, ή αν την πείραζα. Όταν ήμουν κοντά της, ήταν δύσκολο να καταλάβω τα δικά μου συναισθήματα. Η Μπέλλα κατάπιε δυνατά. Γέλασα με την έκφραση της. «Φαίνεσαι ανήσυχη.» Δεν θα έπρεπε να είναι αστείο… Θα έπρεπε να ανησυχεί. «Όχι.» Δεν ήταν καλή στα ψέματα και δεν βοήθησε το ότι έσπασε η φωνή της. «Έκπληκτη, βασικά… Προς τι όλο αυτό?» «Σου είπα,» της θύμισα. «Βαρέθηκα να προσπαθώ να μένω μακριά σου. Οπότε τα παρατάω.» Κράτησα το χαμόγελο μου με λίγη δυσκολία. Αυτό δεν ήταν εύκολο-να προσπαθώ να είμαι χαλαρός και ειλικρινής συγχρόνως. «Τα παρατάς?» Επανέλαβε, μπερδεμένη. «Ναι, τα παρατάω στην προσπάθειά μου να είμαι καλός.» Και προφανώς παράτησα την προσπάθεια να φαίνομαι χαλαρός. «Απλά θα κάνω ότι θέλω τώρα, και θα αφήσω το παιχνίδι να κυλήσει.» Αυτό ήταν αρκετά ειλικρινές. Ας έβλεπε τον εγωισμό μου. Θα την προειδοποιούσε κι όλας. «Με έχασες πάλι.» Ήμουν όμως και αρκετά εγωιστής για να ανακουφιστώ. «Πάντα λέω πολλά όταν σου μιλάω-αυτό είναι ένα από τα προβλήματα.» Ένα ασήμαντο πρόβλημα σε σχέση με τα υπόλοιπα. «Μην ανησυχείς,» με βεβαίωσε. «Δεν καταλαβαίνω και τίποτα.» Ωραία. Τότε θα έμενε. «Βασίζομαι σε αυτό.» «Οπότε σε απλά Αγγλικά, είμαστε φίλοι τώρα?» Το σκέφτηκα για λίγο. «Φίλοι…» επανέλαβα. Δεν μου άρεζε στο άκουσμα. Δεν ήταν αρκετό. «Ή όχι,» μουρμούρισε ντροπαλά. Πίστευε ότι δεν μου άρεζε τόσο? Χαμογέλασα. «Υποθέτω, θα μπορούσαμε να δοκιμάσουμε. Αλλά σε προειδοποιώ από τώρα πως δεν είμαι καλός φίλος για σένα.» Περίμενα για την απάντησή της, διχασμένος-ευχόμουν να καταλάβαινε αυτό που της έλεγα αλλά και συγχρόνως θα πέθαινα αν γινόταν αυτό. Τι μελοδραματικό. Άρχισα να γίνομαι τόσο άνθρωπος. Η καρδιά της άρχισε να χτυπά γρηγορότερα. «Το λες πολύ αυτό.» «Ναι, επειδή δεν με ακούς,» είπα έντονα πάλι. «Ακόμα περιμένω να το πιστέψεις. Αν ήσουν έξυπνη, θα με απέφευγες.» Αλλά θα την άφηνα να το κάνει και να προσπαθούσε? Τα μάτια της στένεψαν. «Νομίζω ότι έχεις ξεκαθαρίσει την άποψη σου και στο θέμα της νοημοσύνης μου.» Δεν ήμουν ακριβώς σίγουρος τι εννοούσε, αλλά χαμογέλασα απολογητικά, υποθέτοντας ότι την είχα προσβάλει καταλάθος. «Λοιπόν,» είπε αργά. «Εφόσον δεν συμπεριφέρομαι… έξυπνα, θα προσπαθήσουμε να γίνουμε φίλοι?» «Αυτό ακούγεται σωστό.» | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 6. Ομάδα αίματος Παρ 14 Αυγ 2009 - 20:18 | |
| Κοίταξε κάτω, το βλέμμα της έμεινε στο μπουκάλι λεμονάδας στα χέρια της. Η περιέργεια με βασάνιζε. «Τι σκέφτεσαι?» Ρώτησα-ένιωσα ανακούφιση που μπορούσα επιτέλους να το ρωτήσω φωναχτά. Συνάντησε το βλέμμα μου και η αναπνοή της έγινε πιο γρήγορη καθώς τα μάγουλά της έγιναν ροζ. Πήρα ποια ανάσα, γεύοντας τον αέρα. «Προσπαθώ να καταλάβω τι είσαι.» Κράτησα το χαμόγελο στα χείλη μου, κλειδώνοντας τα χαρακτηριστικά μου καθώς με διαπερνούσε ο πόνος. Φυσικά και το αναρωτιόταν Δεν ήταν χαζή. Δεν περίμενα να αδιαφορεί για κάτι τόσο προφανές. «Είχες καθόλου τύχη?» Ρώτησα με χαλαρό τόνο-όσο μπορούσα δηλαδή. «Όχι πολλή,» παραδέχτηκε. Χαχάνισα με ανακούφιση. «Ποιες είναι οι θεωρίες σου?» Δεν θα μπορούσαν να είναι χειρότερες από την αλήθεια, ότι κι αν σκέφτηκε. Τα μάγουλα της έγιναν κόκκινα τώρα, και δεν είπε τίποτα. Ένιωθα την θερμότητά της στον αέρα. Προσπάθησα να χρησιμοποιήσω τον πειστικό μου τόνο. Είχε αποτέλεσμα με τους άλλους ανθρώπους. «Δεν θα μου πεις?» Χαμογέλασα ενθαρρυντικά. Κούνησε το κεφάλι της. «Είναι πολύ ντροπιαστικό.» Το να μην ξέρω ήταν χειρότερο από οτιδήποτε. Γιατί να την ντροπιάσουν οι υποψίες της? Δεν άντεχα να μην γνωρίζω. «Αυτό είναι πολύ ενοχλητικό, ξέρεις.» Το παράπονό μου την έκανε να αντιδράσει. Τα μάτια της έλαμψαν και οι λέξεις της άρχισαν να κυλούν πιο γρήγορα από συνήθως. «Όχι, δεν μπορώ να φανταστώ γιατί αυτό θα μπορούσε να είναι ενοχλητικό-απλά επειδή κάποιος αρνείται να σου πει τι σκέφτεται, ακόμα και αν χρησιμοποιούν κρυπτικά σχόλια ειδικά σχεδιασμένα για να σε κρατάνε ξύπνιο τα βράδια αναρωτώμενο τι θα μπορούσαν να εννοούν… τώρα αυτό για να είναι ενοχλητικό?» Μόρφασα, αναστατωμένος, συνειδητοποιώντας πως είχε δίκιο. Δεν ήμουν δίκαιος. Συνέχισε. «Ή καλύτερα, ας πούμε ότι το άτομο έκανε και πολλά παράξενα πράγματα-από το να σώζει την ζωή σου κάτω από αδύνατες συνθήκες την μια μέρα στο να σε αγνοεί τελείως την άλλη, και χωρίς να εξηγήσει τίποτα, κι ας το έχει υποσχεθεί. Αυτό επίσης θα ήταν πολύ μη-ενοχλητικό.» Ήταν ο πιο μεγάλος λόγος που την άκουσα να βγάζει, και συμπλήρωσε άλλο ένα στοιχείο στην λίστα μου. «Έχεις λίγα νεύρα ε?» «Δεν μου αρέσει να με παίζουν σε διπλό ταμπλό.» Είχε απόλυτα δίκιο για τον θυμό της φυσικά. Koίταξα την Μπέλλα, αναρωτώμενος πως μπορούσα να κάνω τίποτα σωστό μαζί της, μέχρι που οι σκέψεις του Μάικ Νιούτον άρχισαν να φωνάζουν στο κεφάλι μου, αποσπώντας με. Ήταν τόσο θυμωμένος που με έκανε να γελάσω. «Τι?» Απαίτησε. «Το αγόρι σου φαίνεται να πιστεύει ότι δεν σου είμαι ευχάριστος-σκέφτεται να έρθει να σταματήσει τον καβγά μας». Θα ήθελα να τον δώ να προσπαθεί. Ξαναγέλασα. «Δεν ξέρω για ποιόν μιλάς,» είπε με κρύα φωνή. Αλλά είμαι σίγουρη πως κάνεις λάθος έτσι κι αλλιώς.» Μου άρεσε που αρνήθηκε τον Μάικ αμέσως. «Δεν κάνω λάθος. Σου είπα, τους περισσότερους τους διαβάζω εύκολα.» «Εκτός από εμένα, φυσικά.» «Ναι. Εκτός από εσένα.» Έπρεπε να είναι η εξαίρεση στα πάντα? Δεν θα ήταν πιο δίκαιο-λαμβανοντας υπόψη όλα όσα είχα να αντιμετωπίσω-αν μπορούσα να ακούσω έστω και κάτι από το μυαλό της? τόσα πολλά ζητούσα? «Αναρωτιέμαι γιατί.» Κοίταξα μέσα στα μάτια της, προσπαθώντας πάλι… Έστρεψε αλλού το βλέμμα της. Άνοιξε την λεμονάδα της και ήπιε μια γουλιά, τα μάτια της στο τραπέζι. «Δεν πεινάς?» Ρώτησα «Όχι.» Κοίταξε το άδειο τραπέζι ανάμεσά μας. «Εσύ?» «Όχι δεν πεινάω,» είπα. Αυτό ήταν σίγουρο. Συνέχισε να κοιτάζει το τραπέζι και σούφρωσε τα χείλη της. «Μπορείς να μου κάνεις μια χάρη?» Ρώτησε ξαφνικά συναντώντας το βλέμμα μου ξανά. Τι θα μπορούσε να θέλει από εμένα? Θα ζητούσε την αλήθεια που δεν μπορούσα να της πω-την αλήθεια που δεν ήθελα να μάθει ποτέ? «Εξαρτάται από το τι θέλεις.» «Δεν είναι πολύ σπουδαίο,» υποσχέθηκε. Περίμενα, ακόμα περίεργος. «Απλά αναρωτιόμουν…» είπε αργά κοιτώντας την λεμονάδα και περιεργάζοντας την. «Αν θα μπορούσες να με προειδοποιήσεις από πριν την επόμενη φορά που αποφασίσεις να με αγνοήσεις για το καλό μου? Απλά για να είμαι προετοιμασμένη.» Ήθελε προειδοποίηση? Τότε το να την αγνοώ θα έπρεπε να ήταν κακό… Χαμογέλασα. «Αυτό μου ακούγεται δίκαιο,» συμφώνησα. «Ευχαριστώ,» είπε σηκώνοντας το βλέμμα της. Το πρόσωπό της ήταν τόσο ανακουφισμένο που ήθελα να γελάσω με την δική μου ανακούφιση. «Τότε μπορώ να έχω και εγώ μια χάρη σε αντάλλαγμα?» Ρώτησα με ελπίδα. «Μια,» επέτρεψε. «Πες μου μία θεωρία.» Κοκκίνισε. «Όχι αυτήν.» «Δεν προσδιόρισες, απλά υποσχέθηκες μια απάντηση,» διαφώνησα. «Και εσύ έχεις αθετήσει υποσχέσεις,» διαφώνησε και αυτή. Εκεί με είχε στριμώξει. «Μόνο μια θεωρία-δεν θα γελάσω.» «Ναι, θα γελάσεις.» Φαινόταν πολύ σίγουρη, αν και δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι που θα φαινόταν αστείο. Προσπάθησα να ξαναχρησιμοποιήσω το πειστικό μου βλέμμα. Κοίταξα βαθιά μέσα στα μάτια της-πράγμα εύκολο, με τόσο βαθιά μάτια που είχε-και ψιθύρισα, «Σε παρακαλώ.» Ανοιγόκλεισε τα μάτια της, το πρόσωπό της έμεινε κενό. Βασικά, δεν ήθελα αυτήν την αντίδραση. «Εμ, τι?» Ρώτησε. Φαινόταν ζαλισμένη. Τι είχε? Αλλά δεν θα τα παρατούσα ακόμα. «Σε παρακαλώ πες μου μόνο μια μικρή θεωρία,» παρακάλεσα με μαλακή, μη-τρομακτική φωνή, κρατώντας το βλέμμα της. Προς έκπληξη αλά και ικανοποίηση μου, τελικά πέτυχε. «Εμ, λοιπόν, δάγκωμα από ραδιενεργή αράχνη?» Κόμικς? Λογικό που πίστευε πως θα γελάσω. «Αυτό δεν είναι και πολύ δημιουργικό,» της είπα κρύβοντας την καινούρια μου ανακούφιση. «Λυπάμαι, αλλά μόνο αυτό έχω,» είπε προσβεβλημένη. Αυτό με έκανε να νιώσω ακόμα μεγαλύτερη ανακούφιση. Ήμουν ελεύθερος να την ξαναπειράξω. «Δεν πλησίασες καν.» «Δεν έχει αράχνες?» «Όχι.» «Ούτε ραδιενέργεια?» «Ούτε.» «Φτού,» αναστέναξε. «Και ο κρυπτονίτης δεν με ενοχλεί,» είπα γρήγορα-πριν ρωτήσει για δαγκώματα-και μετά γέλασα επειδή νόμιζε ότι ήμουν σουπερήρωας «Υποτίθεται πως δεν έπρεπε να γελάσεις, θυμάσαι?» Σούφρωσα τα χείλια μου. «Θα το ανακαλύψω στο τέλος,» υποσχέθηκε. Και όταν θα το έκανε, θα έτρεχε. «Εύχομαι να μην προσπαθούσες,» είπα και ο κωμικός μου τόνος είχε χαθεί. «Γιατί…?» Της χρωστούσα ειλικρίνεια. Προσπάθησα να χαμογελάσω και να κάνω τα λόγια μου να ακουστούν λιγότερο απειλητικά. «Και αν δεν είμαι ο ήρωας? Αν είμαι ο κακός?» Τα μάτια της γούρλωσαν για ένα δευτερόλεπτο και το στόμα της άνοιξε λίγο. «Α,» είπε. Και μετά από άλλο ένα δευτερόλεπτο, «Κατάλαβα.» Επιτέλους με άκουσε. «Αλήθεια?» Ρώτησα, προσπαθώντας να κρύψω την αγωνία μου. «Είσαι επικίνδυνος?» μάντεψε. Η αναπνοή της τάχυνε και η καρδιά της σκιρτούσε. Δεν μπορούσα να της απαντήσω. Αυτή ήταν η τελευταία μου στιγμή μαζί της? Θα έτρεχε τώρα? Μου επιτρεπόταν να της έλεγα πως την αγαπούσα πριν έφευγε? Ή αυτό θα την τρόμαζε περισσότερο? «Αλλά όχι κακός,» ψιθύρισε, κουνώντας το κεφάλι της, χωρίς φόβο στα καθαρά της μάτια. «όχι, δεν πιστεύω πως είσαι κακός.» «κάνεις λάθος,» ψιθύρισα. Φυσικά και ήμουν κακός. Αν ήμουν καλός άνθρωπος θα είχα μείνει μακριά της. Άπλωσα το χέρι μου φτάνοντας το καπάκι της λεμονάδας για δικαιολογία. Δεν τραβήχτηκε από το κοντινό μου χέρι. Πραγματικά δεν με φοβόταν. Όχι ακόμα. Στριφογύρισα το καπάκι, βλέποντας αυτό, αντί για εκείνη. Τρέξε Μπέλλα, τρέξε. Δεν μπόρεσα να κάνω τον εαυτό μου να πει φωναχτά τις λέξεις. Σηκώθηκε στα πόδια της. «Θα αργήσουμε,» είπε, και για μια στιγμή νόμισα πως είχε ακούσει την σιωπηλή μου προειδοποίηση. «Δεν θα πάω στο μάθημα.» «Γιατί όχι?» Γιατί δεν θέλω να σε σκοτώσω. «Είναι υγιές να κάνεις κοπάνα που και που.» Για την ακρίβεια, ήταν πιο υγιές για τους ανθρώπους όταν οι βρικόλακες έκαναν κοπάνα τις μέρες που χυνόταν ανθρώπινο αίμα. Ο κύριος Μπάνερ είχε μάθημα για τις ομάδες αίματος. Η Άλις είχε ήδη κάνει κοπάνα στο πρωινό της μάθημα. «Λοιπόν, εγώ θα πάω,» είπε. Αυτό δεν με εξέπληξε. Ήταν υπεύθυνη-πάντα έκανε το σωστό. | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 6. Ομάδα αίματος Παρ 14 Αυγ 2009 - 20:19 | |
| Ήταν το αντίθετο από εμένα. «Θα σε δω αργότερα τότε,» είπα, προσπαθώντας να ακουστώ χαλαρός πάλι κοιτώντας το στροβιλιζόμενο καπάκι. Α και μια που το έφερε η κουβέντα, σε λατρεύω… με τρομακτικούς επικίνδυνους τρόπους. Δίστασε και για μια στιγμή έλπιζα πως θα έμενε μαζί μου τελικά. Αλλά χτύπησε το κουδούνι και έφυγε. Περίμενα μέχρι να φύγει και έβαλα το καπάκι στην τσέπη μου-ένα σουβενίρ από την συζήτηση με τις περισσότερες επιπτώσεις-και προχώρησα μέσα στην βροχή προς το αυτοκίνητό μου. Έβαλα ένα από τα αγαπημένα μου χαλαρωτικά CD-το ίδιο που έβαλα την πρώτη μέρα-αλλά δεν άκουγα τις νότες από Debussy για πολύ. Άλλες νότες άρχισαν να κυλούν στο κεφάλι μου, με έναν τόνο που με χαροποιούσε και με δελέαζε. Χαμήλωσα το στέρεο και άκουγα την μουσική στο κεφάλι μου μέχρι που μεταμορφώθηκε σε ολοκληρωμένη αρμονική μελωδία. Ενστικτωδώς, τα δάχτυλα μου άρχισαν να κινούνται στον αέρα πάνω σε φανταστικά πλήκτρα πιάνου. Η νέα μου σύνθεση προχωρούσε καλά μέχρι που έπιασε την προσοχή μου, ένα κύμα άγχους. Έψαξα για την πηγή. Θα λιποθυμήσει? Τι να κάνω? Πανικοβλήθηκε ο Μάικ. Εκατό γιάρδες μακριά, ο Μάικ Νιούτον άφηνε το χαλαρό σώμα της Μπέλλα στο πεζοδρόμιο. Ήταν ακίνητη, τα μάτια της κλειστά και το δέρμα της χλωμό σαν πτώμα. Σχεδόν έβγαλα την πόρτα του αυτοκινήτου. «Μπέλλα?» φώναξα. Δεν υπήρχε αλλαγή στο άψυχο πρόσωπό της όταν φώναξα το όνομά της. Όλο μου το σώμα πάγωσε πιο πολύ και από πάγο. Ένιωσα την ενοχλημένη έκπληξη του Μάικ καθώς έψαχνα στις σκέψεις του. Σκεφτόταν μόνο για τον θυμό του οπότε δεν ήξερα τι είχε η Μπέλλα. Αν είχε κάνει κάτι και την τραυμάτισε, θα τον κατέστρεφα. «Τι έπαθε-χτύπησε?» Απαίτησα προσπαθώντας να τον κάνω να θυμηθεί. Ήταν σπαστικό να πηγαίνω με ανθρώπινους ρυθμούς. Δεν θα έπρεπε να είχα κάνει αισθητή την παρουσία μου. Τότε μπόρεσα να ακούσω τον χτύπο της καρδιάς της και την ρυθμική της αναπνοή. Καθώς την έβλεπα, έσφιξε τα μάτια της πιο σφιχτά κλειστά. Αυτό έσβησε ένα μέρος του πανικού μου. Είδα εικόνες από τις αναμνήσεις του Μάικ στην Βιολογία. Το κεφάλι της Μπέλλα στο τραπέζι μας, το δέρμα της σχεδόν πράσινο. Σταγόνες αίματος στα άσπρα χαρτάκια… Έπαιρναν δείγματα αίματος. Σταμάτησα εκεί που ήμουν, κρατώντας την αναπνοή μου. Με την οσμή της ήταν υποφερτό να κρατηθώ, αλλά το αίμα της…«Νομίζω πως λιποθύμησε,» είπε ο Μάικ, αγχωμένος και θυμωμένος συγχρόνως. «δεν ξέρω τι συνέβη, ούτε καν τρύπησε το δάχτυλό της.» Με διαπέρασε ένα κύμα ανακούφισης, και πήρα μια βαθιά αναπνοή για να γευτώ τον αέρα. Α, μπορούσα να μυρίσω το αίμα του Μάικ. Κάποτε μπορεί αυτό να με έλκυε. Γονάτισα δίπλα της καθώς ο Μάικ έμεινε πάνω από το κεφάλι μου, νευριασμένος με την επέμβαση μου. «Μπέλλα, μπορείς να με ακούσεις?» «Όχι,» παραπονέθηκε. «Φύγε» Η ανακούφιση ήταν τόση πολλή που γέλασα. Ήταν μια χαρά. «Την πήγαινα στην νοσοκόμα,» είπε ο Μάικ. «Αλλά δεν πήγαινε παραπέρα.» «Θα την πάω εγώ. Εσύ μπορείς να πας πίσω στο μάθημα,» είπα στον Μάικ. Έσφιξε τα δόντια του. «Όχι, εγώ υποτίθεται πως θα έπρεπε να το κάνω αυτό.» Δεν θα καθόμουν να μαλώσω μαζί του. Ενθουσιασμένος, φοβισμένος και μισό-ενοχλημένος από την ανάγκη να την ακουμπήσω, σήκωσα την Μπέλλα μαλακά από το πεζοδρόμιο και την κράτησα στα χέρια μου, ακουμπώντας μόνο τα ρούχα της και κρατώντας την με όση περισσότερη απόσταση μπορούσα από εμένα. Στην ίδια κίνηση άρχισα να προχωράω κι όλας, στην βιασύνη μου να την έχω ασφαλής-δηλαδή μακριά από εμένα. Τα μάτια της άνοιξαν έκπληκτα. «Άφησέ με κάτω,» απαίτησε με αδύναμη φωνή-ντροπιασμένη πάλι, μάντεψα από την έκφρασή της. Δεν της άρεζε να δείχνει αδυναμίες. Ούτε που έδωσα σημασία στον Μάικ που φώναζε πίσω μας. «Φαίνεσαι χάλια,» της είπα, χαμογελώντας, γιατί δεν είχε τίποτα εκτός από ζαλάδα και ευαίσθητο στομάχι. «Άφησε με στο πεζοδρόμια,» είπε. Τα χείλη της ήταν άσπρα. «Οπότε, λιποθυμάς στην όψη αίματος?» Μπορούσε να γίνει πιο ειρωνική η κατάσταση? Έκλεισε τα μάτια της και έσμιξε τα χείλια της. «Και ούτε καν του δικού σου αίματος,» πρόσθεσα, το χαμόγελό μου μεγάλωνε. Είχαμε φτάσει έξω από το γραφείο. Η πόρτα ήταν μισάνοιχτη και την κλώτσησα στην άκρη. Η Κυρία Κόουπ αναπήδησε ξαφνιασμένη. «Ω, θεέ μου,» αναφώνησε καθώς είδε το χλωμό κορίτσι στα χέρια μου. «Λιποθύμησε στην Βιολογία,» εξήγησα, πριν προλάβει να ξεφύγει η φαντασία της. Προχώρησε βιαστικά να ανοίξει την πόρτα του ιατρείου. Τα μάτια της Μπέλλα ήταν πάλι ανοιχτά και με κοιτούσαν. Άκουγα την έκπληξη στις σκέψεις της νοσοκόμας καθώς ξάπλωσα την Μπέλλα, προσεκτικά πάνω σε ένα από τα κρεβάτια. Μόλις την άφησα από τα χέρια μου, έβαλα όση απόσταση μπορούσα, μεταξύ μας. Το σώμα μου παραήταν ενθουσιασμένο, οι μύες μου σφιγμένοι και το δηλητήριο κυλούσε άφθονο στο στόμα μου. Αυτή ήταν τόσο ζεστή και εύθραυστη. «Απλά είναι λίγο αδύναμη,» βεβαίωσα την κυρία Χάμοντ . «Παίρνουν δείγματα αίματος στο μάθημα Βιολογίας.» Έγνεψε, καταλαβαίνοντας τώρα. «Πάντα υπάρχει ένα άτομο.» Καταπίεσα ένα γέλιο. Σίγουρα η Μπέλλα θα ήταν αυτό το ένα άτομο. «Απλά ξάπλωσε για λίγο, γλυκιά μου,» είπε η κυρία Χάμοντ. «Θα σου περάσει.» «Το ξέρω,» είπε η Μπέλλα. «Σου συμβαίνει συχνά?» «Μερικές φορές,» παραδέχτηκε η Μπέλλα. Προσπάθησα να κρύψω το γέλιο μου βήχοντας. Αυτό έκανε την νοσοκόμα να με προσέξει. «Μπορείς να επιστρέψεις στο μάθημα τώρα,» είπε. Την κοίταξα κατάματα και είπα ψέματα με απόλυτη αυτοπεποίθηση. «Υποτίθεται πως πρέπει να μείνω μαζί της.» …Χμ… αναρωτιέμαι…. σιγά… σκεφτόταν. Η κυρία Χάμοντ έγνεψε. Σε αυτήν έπιανε μια χαρά. Γιατί έπρεπε η Μπέλλα να είναι τόσο δύσκολη? «Πάω να φέρω πάγο για το μέτωπό σου, καλή μου,» είπε η νοσοκόμα, ελαφρώς άβολα από το βλέμμα μου-όπως θα έπρεπε να νιώθει κάποιος άνθρωπος-και έφυγε από το δωμάτιό μου. «Είχες δίκιο,» είπε η Μπέλλα κλείνοντας τα μάτια της. Τι εννοούσε? Πήδηξα στο χειρότερο συμπέρασμα. Είχε δεχτεί τις προειδοποιήσεις μου. «Συνήθως έχω,» είπα προσπαθώντας να βάλω χιούμορ στην φωνή μου. «Αλλά για ποιο πράγμα συγκεκριμένα, αυτή τη φορά?’ «Το να κάνεις κοπάνα είναι υγιές,» αναστέναξε. Α, ανακούφιση πάλι. Ήταν σιωπηλή και πάλι. Απλά ανέπνεε αργά. Το χείλη της άρχισαν να γίνονται ροζ. Δεν ήταν τελείως συμμετρικά, το κάτω χείλος ήταν πιο γεμάτο. Το να κοιτάζω το στόμα της με έκανε να νιώθω παράξενα. Με έκανε να θέλω να πάω κοντά της, που δεν ήταν καλή ιδέα. «Με τρόμαξες για μια στιγμή εκεί,» είπα για να ξαναρχίσω την συζήτηση ώστε να ακούσω την φωνή της. «Νόμιζα πως ο Νιούτον έσερνε το πτώμα σου για να το θάψει στο δάσος.» «Χα, χα,» είπε. «Ειλικρινά, έχω δει πτώματα με πιο υγιές χρώμα.» Αυτό ήταν αλήθεια. «Ανησυχούσα μήπως θα χρειαζόταν να εκδικηθώ για τον φόνο σου.» «Καημένος Μάικ,» αναστέναξε. «Πάω στοίχημα πως έχει θυμώσει.» Με διαπέρασε θυμός, αλλά συγκρατήθηκα. Το ενδιαφέρον της είχε να κάνει με λύπηση. Ήταν ευγενική. Τίποτα παραπάνω. «Με μισεί,» της είπα χαρούμενος στην σκέψη. «Δεν το ξέρεις αυτό.» «Είδα το πρόσωπό του-κατάλαβα.» Ήταν μάλλον αλήθεια ότι με το να διαβάζω το πρόσωπό του πάλι θα μπορούσα να καταλήξω στο ίδιο συμπέρασμα. Όλη αυτή η εξάσκηση με την Μπέλλα όξυνε την ικανότητά μου να διαβάζω ανθρώπινες εκφράσεις. «Πως με είδες? Νόμιζα ότι έκανες κοπάνα.» το πρόσωπό της φαινόταν καλύτερα-η πράσινη απόχρωση είχε εξαφανιστεί από το χλωμό της δέρμα. «Ήμουν στο αυτοκίνητο μου και άκουγα ένα CD.» Η έκφρασή της ήταν έκπληκτη, σαν να την ξάφνιασε το ότι η απάντηση μου ήταν απόλυτα κοινή. Άνοιξε πάλι τα μάτια της όταν επέστρεψε η κυρία Χάμοντ με πάγο. «Ορίστε καλή μου,» είπε η νοσοκόμα καθώς έβαλε τον πάγο στο μέτωπό της. «Φαίνεσαι καλύτερα.» «Νομίζω πως είμαι εντάξει,» είπε η Μπέλλα, και σηκώθηκε βάζοντας στην άκρη τον πάγο. Φυσικά. Δεν ήθελε να την φροντίζουν. Η κυρία Χάμοντ έσπευσε να την σταματήσει, αλλά εκείνη τη στιγμή άνοιξε την πόρτα η κυρία Κόουπ. Με την εμφάνισή της ήρθε και η μυρωδιά φρέσκου αίματος. Στο γραφείο πίσω της, ο Μάικ Νιούτον ήταν ακόμα πολύ θυμωμένος και ευχόταν το αγόρι που έσερνε να ήταν το κορίτσι που ήταν εδώ μαζί μου. «Έχουμε άλλον έναν,» είπε η κυρία Κόουπ. Η Μπέλλα κατέβηκε από το κρεβάτι βιαστική να φύγει από το κέντρο της προσοχής. «Ορίστε,» είπε δίνοντας τον πάγο πίσω στην κυρία Χάμοντ. «δεν το χρειάζομαι.» Ο Μάικ μούγκρισε καθώς έσπρωξε τον Λί Στήβενς μέσα από την πόρτα. Αίμα έσταζε από το χέρι του Λί-το οποίο κρατούσε στο πρόσωπό του-και κυλούσε στον καρπό του. «Ωχ όχι,» ήταν σειρά μου να φύγω-το ίδιο και η Μπέλλα, φαινόταν. «Φύγε από το γραφείο Μπέλλα.» Με κοίταξε ξαφνιασμένη. «Εμπιστέψου με-φύγε.» Γύρισε και έπιασε την πόρτα πριν προλάβει να κλείσει, φεύγοντας βιαστικά από το γραφείο. Την ακολούθησα αμέσως, τα μαλλιά της με την κίνηση, χτένισαν το χέρι μου… Γύρισε να με κοιτάξει με ορθάνοιχτα μάτια. «Με άκουσες.» Αυτό ήταν καινούριο. Ζάρωσε την μύτη της. «Μύρισα το αίμα.» Την κοίταξα με κενή έκφραση έκπληξης. «Οι άνθρωποί δεν μπορούν να μυρίσουν το αίμα.» «Εγώ πάντως μπορώ-αυτό είναι που με αναγουλιάζει. Μυρίζει σαν σκουριά… και αλάτι.» | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 6. Ομάδα αίματος Παρ 14 Αυγ 2009 - 20:19 | |
| Το πρόσωπό μου πάγωσε, ακόμα την κοιτούσα. Ήταν καν άνθρωπος? Φαινόταν άνθρωπος. Ήταν μαλακή σαν άνθρωπος. Μύριζε σαν άνθρωπος-βασικά, καλύτερα. Συμπεριφερόταν σαν άνθρωπος… περίπου. Αλλά δεν σκεφτόταν, ούτε αντιδρούσε σαν άνθρωπος. Τι άλλη εξήγηση μπορούσε να υπάρχει? «Τι?»Απαίτησε. «Τίποτα.» Ο Μάικ Νιούτον μας διέκοψε, μπαίνοντας στο γραφείο με βίαιες σκέψεις. «Εσύ φαίνεσαι καλύτερα,» της είπε με αγένεια. Οι μύες μου σφίχτηκαν από την θέλησή μου να του μάθω καλούς τρόπους. Θα έπρεπε να προσέχω γιατί θα κατέληγα να σκοτώνω το ενοχλητικό αγόρι. «Απλά κράτα το χέρι σου στην τσέπη σου,» είπε. Για μια στιγμή νόμιζα πως μιλούσε σε εμένα. «Δεν ματώνει τώρα,» απάντησε. «Θα πας πίσω στο μάθημα?» «Πλάκα μου κάνεις? Θα έπρεπε να γυρίσω και να επιστρέψω πάλι εδώ.» Αυτό ήταν καλό. Νόμιζα πως θα έχανα μια ολόκληρη ώρα μακριά της, και τώρα είχα επιπλέον χρόνο. Ένιωθα την απληστία μου να μεγαλώνει με τα λεπτά. «Ναι, υποθέτω…» Μουρμούρισε ο Μάικ. «Θα πας αυτό το σαββατοκύριακο? Στην παραλία?» Α, είχαν σχέδια. Ο θυμός μου με πάγωσε. Ήταν ομαδική εκδρομή. Το είχα δει στις σκέψεις κάποιων άλλων παιδιών. Δεν θα ήταν μόνο οι δύο τους. Και πάλι ένιωθα θυμό. Έγειρα στον πάγκο για να ελέγξω τον εαυτό μου. «Ναι, αφού είπα πως θα έρθω,» του υποσχέθηκε. Οπότε είχε πει και σε αυτόν ναι. Η ζήλεια με έκαιγε πιο επώδυνα από την δίψα. Όχι, ήταν ομαδική έξοδος, προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου. Απλά θα περνούσε την μέρα με φίλους. Τίποτα παραπάνω. «θα συναντηθούμε στο μαγαζί του μπαμπά μου στις δέκα.» …Και οι Κάλεν ΔΕΝ είναι καλεσμένοι… συνέχισε στις σκέψεις του. «Θα είμαι εκεί,» είπε. «Τα λέμε στην γυμναστική τότε.» «Τα λέμε,» απάντησε. Πήγε πίσω στο μάθημα οι σκέψεις του συνέχιζαν με μανία. …Τι βρίσκει σε αυτό το φρικιό? Σίγουρα είναι πλούσιος, υποθέτω. Οι γκόμενες τον θεωρούν ωραίο, αλλά εγώ δεν το βλέπω. Πολύ… υπερβολικά τέλειος. Πάω στοίχημα πως ο μπαμπάς του κάνει πάνω τους πειράματα πλαστικής χειρουργικής. Γι’αυτό είναι όλοι τόσο άσπροι και όμορφοι. Δεν είναι φυσιολογικό. Και είναι κάπως… τρομακτικός. Μερικές φορές όταν με κοιτάει, θα έλεγα πως θέλει να με σκοτώσει… Φρικιό… Ο Μάικ δεν ήταν τελείως χαζός. «Γυμναστική,» επανέλαβε σιωπηλά η Μπέλλα. Αναστέναξε. Την κοίταξα, και είδα ότι ήταν πάλι στεναχωρημένη. Δεν ήμουν σίγουρος για τον λόγο, αλλά ήταν ξεκάθαρο πως δεν ήθελε να πάει στο επόμενο μάθημά της με τον Μάικ. Εγώ συμφωνούσα με αυτό το σχέδιο. Πήγα στο πλάι της και έσκυψα κοντά στο κεφάλι της, νιώθοντας την θερμότητα που έκπεμπε το δέρμα της στα χείλη μου. Δεν ανέπνεα. «Μπορώ να το κανονίσω αυτό,» μουρμούρισα. «Πήγαινε και κάτσε, δείχνοντας χλωμή.» Έκανε όπως της ζήτησα και πήγε και έκατσε σε μια καρέκλα, ακουμπώντας το κεφάλι της στον τοίχο καθώς η κυρία Κόουπ μπήκε στο δωμάτιο και κάθισε στο γραφείο της. Με τα μάτια κλειστά, η Μπέλλα φαινόταν σαν να είχε λιποθυμήσει ξανά. Δεν είχε επιστρέψει ακόμη το κανονικό της χρώμα. Γύρισα στην γραμματέα. Έλπιζα να πρόσεχε η Μπέλλα, σκέφτηκα. Έτσι θα έπρεπε να αντιδρούν οι άνθρωποι. «Κυρία Κόουπ?» Ρώτησα χρησιμοποιώντας την ελκυστική μου φωνή πάλι. Τα βλέφαρά της πετάρισαν και οι παλμοί της αυξήθηκαν. …Πολύ νέος… συγκρατήσου! «Ναι?» Ενδιαφέρον. Όταν οι παλμοί της Σέλυ Κόουπ αυξάνονταν, ήταν επειδή με έβρισκε ελκυστικό, όχι επειδή φοβόταν. Το είχα συνηθίσει αυτό όταν βρισκόμουν κοντά σε γυναίκες… αλλά δεν είχα σκεφτεί αυτήν την εξήγηση για τους αυξημένους παλμούς της Μπέλλα. Βασικά μου άρεζε η σκέψη. Ίσως υπερβολικά. Χαμογέλασα και δυνάμωσε η αναπνοή της κυρίας Κόουπ. «Η Μπέλλα έχει γυμναστική την επόμενη ώρα και δεν νομίζω πως νιώθει αρκετά καλά. Βασικά σκεφτόμουν να την πάω σπίτι τώρα. Μήπως θα μπορούσατε να την δικαιολογήσετε αν λείψει από το μάθημα?» Κοίταξα μέσα στα ρηχά της μάτια, διασκεδάζοντας τον χαμό που δημιουργούσα στις σκέψεις της. Ήταν δυνατό η Μπέλλα….? Η Κυρία Κόουπ κατάπιε δυνατά πριν απαντήσει. «Χρειάζεσαι και εσύ άδεια Έντουαρντ?» «Όχι έχω την κυρία Γκόφ, δεν θα την ενοχλήσει.» Δεν της έδινα και πολλή προσοχή τώρα. Εξερευνούσα αυτήν την νέα πιθανότητα. Χμ. Θα μου άρεζε να πιστέψω ότι η Μπέλλα με έβρισκε ελκυστικό όπως και άλλοι άνθρωποι, αλλά πότε οι αντιδράσεις της Μπέλλα έμοιαζαν με αυτές των υπόλοιπων ανθρώπων? Δεν θα έπρεπε να ελπίζω. «Εντάξει, όλα είναι κανονισμένα. Ελπίζω να νιώσεις καλύτερα Μπέλλα.» Η Μπέλλα έγνεψε αδύναμα-το παράκανε λίγο. «Μπορείς να περπατήσεις ή θέλεις να σε ξανακουβαλήσω?» Ρώτησα διασκεδάζοντας με την έλλειψη των θεατρικών της ικανοτήτων. Ήξερα πως θα προτιμούσε να περπατήσει- δεν θα ήθελε να φανεί αδύναμη. «Θα περπατήσω,» είπε. Σωστά πάλι. Άρχισα να γίνομαι καλύτερος σε αυτό. Σηκώθηκε και δίστασε για λίγο, σαν να έλεγχε την ισορροπία της. Της κράτησα ανοιχτή την πόρτα και βγήκαμε έξω στην βροχή. Την παρατηρούσα καθώς σήκωσε το κεφάλι της στην ελαφριά βροχή, με μάτια κλειστά και ένα χαμόγελο στα χείλη της. Τι σκεφτόταν? Κάτι σε αυτήν την ενέργεια μου φάνηκε παράξενο και γρήγορα συνειδητοποίησα γιατί μου φάνηκε ασυνήθιστο. Συνηθισμένα ανθρώπινα κορίτσια δεν σήκωναν τα πρόσωπά τους με τέτοιον τρόπο στην βροχή. Συνηθισμένα ανθρώπινα κορίτσια φορούσαν μέικ απ, ακόμα και σε αυτό το βροχερό μέρος. Η Μπέλλα ποτέ δεν φορούσε, και ούτε θα έπρεπε. Οι επιχειρήσεις καλλυντικών έβγαζαν δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο από γυναίκες που προσπαθούσαν να αποκτήσουν δέρμα σαν το δικό της. «Ευχαριστώ,» είπε χαμογελώντας σε εμένα τώρα. «Άξιζε τον κόπο που αναγούλιασα, μόνο για να χάσω γυμναστική.» Κοίταξα πέρα από αυτήν αναρωτώμενος πώς να περάσω τον χρόνο μου μαζί της. «Όποτε θες,» είπα. «Εσύ θα πάς? Αυτό το Σάββατο ,εννοώ?» Φαινόταν να ελπίζει. Α, οι ελπίδες της με χαλάρωσαν. Ήθελα εμένα μαζί της όχι τον Μάικ Νιούτον. Και ήθελα να της πω ναι. Αλλά υπήρχαν πολλά να υπολογίσω. Πρώτον, ο ήλιος θα έλαμπε αυτό το Σάββατο… «Που θα πάτε ακριβώς?» Προσπάθησα να ακουστώ αδιάφορος σαν να μην με ένοιαζε ιδιαίτερα. Ο Μάικ όμως είχε αναφέρει παραλία. Δεν θα υπήρχε περίπτωση να αποφύγω τον ήλιο εκεί. «Κάτω στην Λα Πους, στην πρώτη παραλία.» Α. Τότε ήταν αδύνατον. Έτσι και αλλιώς ο Έμετ θα εκνευριζόταν αν ακύρωνα τα σχέδιά μας. Την κοίταξα χαμογελώντας. «Δεν νομίζω πως είμαι καλεσμένος.» Αναστέναξε. «Μόλις σε κάλεσα εγώ.» «Καλύτερα εγώ κι εσύ να μην σπρώξουμε τον Μάικ στα όρια του κι άλλο αυτήν την εβδομάδα. Δεν θέλουμε να καταρρεύσει.» Σκέφτηκα τον καημένο Μάικ να καταρρέει κα διασκέδασα πολύ με αυτήν την εικόνα. «Σιγά τον Μάικ,» είπε υποτιμητικά πάλι. Χαμογέλασα πλατιά. Και τότε άρχισε να περπατάει. Χωρίς να σκεφτώ, άπλωσα το χέρι μου και την σταμάτησα πιάνοντας την από το αδιάβροχό της. «Που νομίζεις ότι πηγαίνεις?» Ήμουν σχεδόν θυμωμένος που με άφηνε. Δεν είχα ακόμα αρκετό χρόνο μαζί της. Δεν μπορούσε να φύγει, όχι ακόμα. «Πηγαίνω σπίτι,» είπε απορώντας γιατί κάτι τέτοιο με είχε αναστατώσει. «Δεν άκουσες που υποσχέθηκα να σε πάω ασφαλής σπίτι? Νομίζεις πως θα σε αφήσω να οδηγήσεις σε τέτοια κατάσταση?» Ήξερα πως δεν θα της άρεζε αυτό-το ότι υπονοούσα κάποια αδυναμία. Αλλά χρειαζόμουν έτσι κι αλλιώς εξάσκηση για το Σηάτλ. Να δω αν θα μπορούσα να αντέξω να την έχω τόσο κοντά μου σε κλειστό χώρο. Αυτό όμως θα ήταν ένα πολύ πιο σύντομο ταξίδι. «Ποιά κατάσταση?» Απαίτησε. «Και τι θα κάνω με το φορτηγό μου?» «Θα πω την Άλις να το φέρει μετά το σχολείο.» Την τράβηξα προς το αυτοκίνητό μου προσεκτικά, καθώς ήξερα ότι ακόμα και το περπάτημα ήταν πρόκληση για αυτήν. «Άφησέ με!» είπε στρίβοντας αριστερά και σχεδόν παραπατώντας. Άπλωσα το ένα μου χέρι να την πιάσω αλλά δεν ήταν απαραίτητο επειδή βρήκε την ισορροπία της. Δεν θα έρεπε να ψάχνω αφορμές να την ακουμπήσω. Αυτό με έκανε να αρχίσω σκέφτομαι τις αντιδράσεις της Κυρίας Κόουπ αλλά έσπρωξα αυτές τις σκέψεις στην άκρη για αργότερα. Υπήρχαν πολλά να αναλυθούν σε αυτό το θέμα. Την άφησα κοντά στο αυτοκίνητό και παραπάτησε προς την πόρτα. Θα έπρεπε να είμαι πιο προσεκτικός λαμβάνοντας υπόψη και την σχεδόν ανύπαρκτη ισορροπία της… «Είσαι τόσο πιεστικός!» «Η πόρτα είναι ανοιχτή.» Μπήκα στο αυτοκίνητα και ξεκίνησα την μηχανή. Αυτή έμεινε έξω, αν και άρχισε να βρέχει πιο δυνατά και ήξερα πως δεν της άρεσε η βροχή και το κρύο. Το νερό άρχιζε να μουσκεύει τα μαλλιά της κάνοντας τα να φαίνονται σχεδόν μαύρα. «Είμαι απόλυτα ικανή να οδηγήσω μόνη μου στο σπίτι!» Φυσικά και ήταν-απλά εγώ δεν ήμουν ικανός να την αφήσω να φύγει. Κατέβασα τα παράθυρο και έγειρα προς το μέρος της. «Μπες μέσα Μπέλλα.» | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 6. Ομάδα αίματος Παρ 14 Αυγ 2009 - 20:20 | |
| Τα μάτια της στένεψαν και υπέθεσα πως σκεφτόταν την εκδοχή να τρέξει. «Απλά θα σε σύρω πίσω,» υποσχέθηκα, διασκεδάζοντας τον θυμό στο πρόσωπό της μόλις κατάλαβε τι εννοούσα. Με το πιγούνι ψιλά, άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα. Τα μαλλιά της έσταζαν στο δερμάτινο κάθισμα και οι μπότες της έτριζαν μεταξύ τους. «Αυτό δεν είναι καν απαραίτητο,» είπε κρύα. Μου φάνηκε πως ντράπηκε. Απλά ανέβασα την θερμότητα στο κλιματιστικό ώστε να μην νιώθει άβολα, και έβαλα μουσική πολύ χαμηλά. Έβαλα μπρος και ξεκίνησα να οδηγάω προς την έξοδο, βλέποντας την με την άκρη του ματιού μου. Το κάτω της χείλος εξείχε πεισματάρικα. Το κοιτούσα και εξέταζα το πώς με έκανε να νιώθω… άρχισα να σκέφτομαι πάλι την αντίδραση της γραμματέως… Ξαφνικά κοίταξε το στέρεο και χαμογέλασε, τα μάτια της γούρλωσαν. «Claire de Lune?” Ρώτησε. Θαυμάστρια των κλασσικών? «Γνωρίζεις από Debussy?” «Όχι καλά,» είπε. «Η μαμά μου βάζει πολύ κλασσική μουσική στο σπίτι-ξέρω μόνο τα αγαπημένα μου.» «Είναι ένα και από τα δικά μου αγαπημένα.» Κοίταξα την βροχή. Είχα κάτι κοινό με το κορίτσι τελικά. Είχα αρχίσει να πιστεύω ότι ήμασταν αντίθετοι σε όλα. Φάνηκε να χαλαρώνει, κοιτούσε την βροχή όπως κι εγώ, με σκεπτικό βλέμμα. Χρησιμοποίησα την στιγμιαία απόσπαση για να δοκιμάσω να αναπνεύσω. Εισέπνευσα προσεκτικά από την μύτη μου. Ισχυρό. Γράπωσα πιο σφιχτά το τιμόνι. Η βροχή την έκανε να μυρίζει καλύτερα. Δεν θα πίστευα ότι κάτι τέτοιο ήταν δυνατό. Απερίσκεπτα, σκέφτηκα ξαφνικά τι γεύση θα είχε. Προσπάθησα να καταπιώ παρά την φωτιά στον λαιμό μου, και να σκεφτώ κάτι άλλο. «Πως είναι η μητέρα σου?» Ρώτησα για απόσπαση. Η Μπέλλα χαμογέλασε. « Μοιάζει με εμένα αλλά είναι πιο όμορφη.» Αμφέβαλλα. «Έχω πολύ Τσάρλυ μέσα μου,» συνέχισε. «Είναι πιο εξωστρεφής από εμένα και πιο θαρραλέα.» Και για αυτό αμφέβαλλα. «Είναι ανεύθυνη και λίγο εκκεντρική, επίσης είναι και απρόβλεπτη μαγείρισσα. Είναι η καλύτερή μου φίλη.» Η φωνή της άλλαξε μελαγχολικά, το μέτωπό της ζάρωσε. Και πάλι, ακουγόταν σαν γονιός παρά παιδί. Σταμάτησα μπροστά από το σπίτι της και αναρωτήθηκα αν θα έπρεπε να ξέρω που μένει. Όχι, αυτό δεν θα ήταν κάτι ύποπτο σε μια τόσο μικρή πόλη, με πατέρα που ήταν δημόσιο πρόσωπο… «Πόσο χρονών είσαι Μπέλλα?» Πρέπει να ήταν μεγαλύτερη από τους συμμαθητές της. Ίσως να άργησε να ξεκινήσει το σχολείο, ή να έχασε χρονιά… αυτό δεν ήταν και πολύ πιθανό. «Είμαι δεκαεφτά,» απάντησε. «Δεν φαίνεσαι δεκαεφτά.» Γέλασε. «Τι?» «Η μαμά μου πάντα λέει ότι γεννήθηκα τριανταπέντε χρονών και πως γίνομαι όλο και πιο μεσήλικας με κάθε χρόνο.» Γέλασε πάλι και αναστέναξε. «Κάποιος πρέπει να είναι ο ενήλικας.» Αυτό ξεκαθάρισε τα πράγματα για εμένα. Μπορούσα να το καταλάβω τώρα… πώς η ανεύθυνη μητέρα βοήθησε την Μπέλλα να κατανοήσει την ωριμότητά της. Έπρεπε να μεγαλώσει γρήγορα, για να φροντίζει αυτή την μητέρα της. Για αυτό δεν ήθελε την φροντίδα των άλλων-ένιωθε πως ήταν η δική της δουλειά. «Και εσύ ο ίδιος δεν φαίνεσαι για πρωτοετής Λυκείου,» είπε βγάζοντας με από τις σκέψεις μου. Μόρφασα. Για όσα μάντευα, αυτή με την σειρά της μάντευε πολλά περισσότερα. Άλλαξα το θέμα. «Γιατί παντρεύτηκε η μητέρα σου τον Φίλ?» Δίστασε για ένα λεπτό πριν απαντήσει. «Μητέρα μου… είναι νέα για την ηλικία της. Νομίζω πως ο Φίλ την κάνει να νιώθει ακόμα νεότερη. Έτσι κι αλλιώς, είναι τρελή για αυτόν.» Κούνησε το κεφάλι της με επιείκεια. «Εσύ τον αποδέχεσαι?» Αναρωτήθηκα. «Έχει σημασία?» Ρώτησε. «Θέλω να είναι ευτυχισμένη.. και είναι αυτός που θέλει.» Η ανιδιοτέλειά του σχολίου της θα με σόκαρε, μόνο που ταίριαζε πολύ καλά με όσα είχα μάθει για τον χαρακτήρα της. «Αυτό είναι πολύ γενναιόδωρο… αναρωτιέμαι.» «Τι?» «Θα είχε κι αυτή την ίδια στάση με εσένα, πιστεύεις? Όποια κι αν ήταν η επιλογή σου?» Ήταν ανόητη ερώτηση. Και δεν μπόρεσα να κρατήσω αδιάφορη την φωνή μου καθώς την έκανα. Τι χαζό να σκεφτώ ότι κάποιος θα μπορούσε να με επιδοκιμάσει για την κόρη του. Τι χαζό να σκεφτώ ότι η Μπέλλα θα μπορούσε να με διαλέξει. «Ν-Νομίζω,» τραύλισε, αντιδρώντας στο βλέμμα μου. Φόβος… ή την έλκυα? «Αλλά αυτή είναι γονιός στο κάτω-κάτω. Είναι λίγο διαφορετικό,» τελείωσε. Χαμογέλασα προσεκτικά. «Τότε κανένας τρομακτικός.» Μου χαμογέλασε. «Τι εννοείς με το τρομακτικός? Πολλά σκουλαρίκια στο πρόσωπο και τατουάζ?» «Υποθέτω πως αυτός είναι ένας ορισμός.» Ένας πολύ ακίνδυνος ορισμός. «Και ποιος είναι ο δικός σου ορισμός?» Πάντα έκανε τις λάθος ερωτήσεις. Ή μάλλον έκανε τις σωστές ερωτήσεις. Αυτές που δεν ήθελα με τίποτα να απαντήσω. «Πιστεύεις πως εγώ θα μπορούσα να είμαι τρομακτικός?» Ρώτησα, προσπαθώντας να χαμογελάσω. Σκέφτηκε πριν απαντήσει με σοβαρή φωνή. «Χμ… Πιστεύω πως θα μπορούσες, αν ήθελες.» Ήμουν κι εγώ σοβαρός. «Με φοβάσαι τώρα?» Απάντησε αμέσως , χωρίς να το σκεφτεί. «Όχι.» Χαμογέλασα πιο εύκολα. Δεν πίστευα πως ήταν απόλυτα ειλικρινής, αλλά ούτε έλεγε και ψέματα. Δεν φοβόταν αρκετά για να θέλει να φύγει, τουλάχιστον. Αναρωτιόμουν πως θα ένιωθε αν της έλεγα πως έκανε αυτήν την συζήτηση με έναν βρικόλακα. Προσπάθησα να αποφύγω την εικόνα στον μυαλό μου. «Τώρα, θα μου πεις για την δική σου οικογένεια? Θα πρέπει να είναι πιο ενδιαφέρουσα ιστορία από την δική μου.» Μια πιο τρομαχτική, σίγουρα. «Τι θέλεις να μάθεις?» Ρώτησα επιφυλακτικά. «Οι Κάλεν σε υιοθέτησαν?» «Ναι.» Δίστασε, και συνέχισε. «Τι έπαθαν οι γονείς σου?» Αυτό δεν ήταν τόσο δύσκολο, δεν χρειαζόταν καν να της πω ψέματα. «Πέθαναν πριν πολύ καιρό.» «Λυπάμαι,» μουρμούρισε, προφανώς ανησυχούσε πως με είχε πληγώσει. Αυτή ανησυχούσε για εμένα. «Δεν τους θυμάμαι και πολύ καθαρά,» την βεβαίωσα. « Ο Καρλάιλ και η Εσμέ υπήρξαν οι γονείς μου για καιρό τώρα.» «Και τους αγαπάς,» δήλωσε. Χαμογέλασα. «Ναι. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ καλύτερους ανθρώπους.» «Είσαι πολύ τυχερός.» «Το ξέρω πως είμαι.» Στην περίπτωση των γονιών, δεν μπορούσα να αρνηθώ την τύχη μου. «Και τα αδέρφια σου?» Αν την άφησα να σπρώξει για περισσότερες λεπτομέρειες, θα έπρεπε να πω ψέματα. Κοίταξα το ρολόι και αποφάσισα πως τελείωσε ο χρόνος μου μαζί της. «Τα αδέρφια μου, και ο Τζάσπερ και η Ρόζαλι, θα εκνευριστούν αν θα πρέπει να με περιμένουν στην βροχή.» «Α, συγνώμη, υποθέτω πως πρέπει να φύγεις.» Δεν κουνήθηκε. Ούτε αυτή ήθελε να τελειώσει ο χρόνος μας. Αυτό μου άρεζε πάρα πολύ. «Και μάλλον θα θες το φορτηγό σου πίσω πριν επιστρέψει ο αρχηγός Σουάν, για να μην χρειαστεί να του πεις για το ατύχημα στην Βιολογία.» Χαμογέλασα στην ανάμνηση της ντροπής της Μπέλλα καθώς την κρατούσα. «Είμαι σίγουρη πως θα το έχει ήδη μάθει. Δεν υπάρχουν μυστικά στο Φόρκς.» Είπε το όνομα της πόλης με ευδιάκριτη απέχθεια. Γέλασα στα λόγια της. Ναι, δεν υπήρχαν μυστικά. «Καλά να περάσεις στην παραλία.» Κοίταξα γύρω μου που έβρεχε, γνωρίζοντας πως δεν θα κρατούσε, αλλά ελπίζοντας περισσότερο από κάθε φορά το αντίθετο. «καλός καιρός για ηλιοθεραπεία.» ή τουλάχιστον θα είχε το Σάββατο. Θα της άρεζε. «Δεν θα σε δω αύριο?» Η ανησυχία στην φωνή της με χαροποίησε. «Όχι. Ο Έμετ κι εγώ θα ξεκινήσουμε νωρίς το σαββατοκύριακο.» Τώρα ήμουν θυμωμένος με τον εαυτό μου που είχα ήδη σχέδια. Θα μπορούσα να τα ακυρώσω… αλλά δεν μπορούσα πια να μην κυνηγάω συχνά, και η οικογένειά μου θα ανησυχούσε αρκετά αν αποκάλυπτα πόσο έμμονος είχα αρχίσει να γίνομαι. | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 6. Ομάδα αίματος Παρ 14 Αυγ 2009 - 20:20 | |
| «Τι θα κάνεις?» Ρώτησε, απογοητευμένη από την αποκάλυψη μου. Ωραία. «Θα πάμε για πεζοπορία στο Γκόουτ Ρόκς, Δυτικά από το Ρέινιερ.» Ο Έμετ ανυπομονούσε για την εποχή των αρκούδων. «Α, καλά να περάσεις,» είπε με μισή καρδιά. Η έλλειψη ενθουσιασμού της με χαροποίησε πάλι. Καθώς την κοιτούσα, άρχισα να νιώθω σχεδόν πόνο στην σκέψη και μόνο να της πω ένα προσωρινό αντίο. Ήταν τόσο μαλακή και ευάλωτη. Φαινόταν απερίσκεπτο να την αφήσω. Θα μπορούσε να της συμβεί οτιδήποτε. Και όμως, τα χειρότερα που θα μπορούσε να πάθει, θα τα πάθαινε αν έμενε μαζί μου. «Μπορείς να κάνεις κάτι για μένα αυτό το σαββατοκύριακο?» Ρώτησα σοβαρά. Έγνεψε, τα μάτια της ορθάνοιχτα από την ένταση μου. Κράτα την κατάσταση ελαφριά. «Μην προσβληθείς, αλλά φαίνεσαι από τα άτομα που ελκύουν ατυχήματα σαν μαγνήτες. Οπότε… προσπάθησε να μην πέσεις στην θάλασσα ή μην σε πατήσει τίποτα, εντάξει?» Της χαμογέλασα, ελπίζοντας πως δεν θα έβλεπε την λύπη στα μάτια μου. Πόσο έλπιζα να μην ήταν πιο ασφαλής μακριά μου, ότι κι αν της συνέβαινε εκεί. Τρέξε Μπέλλα, τρέξε. Σε αγαπώ πολύ περισσότερο από όσο θα έπρεπε για το δικό σου καλό ή το δικό μου. Προσβλήθηκε από το πείραγμά μου. Με κοίταξε. «Θα δω τι μπορώ να κάνω,» είπε απότομα, βγαίνοντας έξω στην βροχή και κλείνοντας την πόρτα με όση δύναμη μπορούσε. Σαν ένα θυμωμένο γατάκι που πίστευε πως είναι τίγρης. Τύλιξα τα δάχτυλά μου γύρω από το κλειδί που μόλις πήρα από την τσέπη της και χαμογέλασα καθώς άρχισα να οδηγάω. | |
| | | | 6. Ομάδα αίματος | |
|
| Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή | Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
| |
| |
| |