|
| 11. Ανακρίσεις | |
| | Συγγραφέας | Μήνυμα |
---|
Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: 11. Ανακρίσεις Παρ 14 Αυγ 2009 - 21:37 | |
| Το CNN έβγαλε πρώτα την είδηση.
Χάρηκα που βγήκε στις ειδήσεις πριν φύγω για το σχολείο, αγχωμένος για το πώς θα έκριναν τα νέα αυτά και πόση προσοχή θα έπαιρναν.
Ευτυχώς ήταν μέρα με αρκετές σοβαρές ειδήσεις. Έγινε ένας σεισμός στην Νότια Αφρική και μια πολιτική απαγωγή στην Μέση Ανατολή. Οπότε κράτησε μόνο λίγα δευτερόλεπτα, μερικές προτάσεις και μια φωτογραφία.
«Αλόνζο Καλντέρας Γουάλας, ύποπτος σειριακός βιαστής και δολοφόνος καταζητούμενος στις πολιτείες του Τέξας και της Οκλαχόμα, αναγνωρίστηκε χθες στο Πόρτλαντ, Όρεγκον από ανώνυμη πληροφόρηση. Ο Γουάλας βρέθηκε αναίσθητος σε ένα δρομάκι νωρίς σήμερα το πρωί λίγο μέτρα μακριά από ένα αστυνομικό κέντρο. Οι αρχές δεν μπορούν να μας πουν αυτήν την στιγμή αν θα μεταφερθεί στο Χιούστον ή στην Οκλαχόμα για δίκη.»
Η φωτογραφία δεν ήταν καθαρή, είχε και ένα μεγάλο μούσι την στιγμή της φωτογραφίας. Ακόμα και η Μπέλλα δεν θα τον αναγνώριζε αν την έβλεπε. Έλπιζα να μην την έβλεπε. Θα την φόβιζε χωρίς λόγο.
«Δεν θα γίνει μεγάλο θέμα στην πόλη. Ήταν αρκετά μακριά για να θεωρηθεί τοπικό ενδιαφέρον,» μου είπε η Άλις. «Ήταν καλό που ο Καρλάιλ τον πήγε εκτός πολιτείας.»
Έγνεψα. Η Μπέλλα δεν έβλεπε πολλή τηλεόραση, και δεν είχα δει τον μπαμπά της να βλέπει τίποτα άλλο εκτός από αθλητικά κανάλια.
Είχα κάνει ότι μπορούσα. Αυτό το τέρας δεν κυνηγούσε πια και δεν ήμουν δολοφόνος. Όχι πρόσφατα τουλάχιστον. Είχα δίκιο που εμπιστεύτηκα τον Καρλάιλ, όσο κι αν έλπιζα να μην την γλίτωνε τόσο εύκολα το τέρας. Βρήκα τον εαυτό μου να ελπίζει να μεταφερθεί στο Τέξας ,όπου η θανατική ποινή ήταν τόσο δημοφιλής…
Όχι. Αυτό δεν είχε σημασία. Θα το άφηνα αυτό πίσω μου και θα συγκεντρωνόμουν στο πιο σημαντικό πράγμα.
Είχε περάσει λιγότερο από μια ώρα από τότε που έφυγα από το δωμάτιο της Μπέλλα. Ήδη αγωνιούσα να την ξαναδώ.
«Άλις, σε πειράζει-»
Με έκοψε. «Η Ρόζαλι θα οδηγήσει. Θα το παίξει θυμωμένη, αλλά ξέρεις πως θα λατρέψει την δικαιολογία να αναδείξει το αυτοκίνητό της.» Γέλασε.
Της χαμογέλασα. «Θα σε δω στο σχολείο.»
Η Άλις αναστέναξε και το χαμόγελό μου έγινε μορφασμός.
Ξέρω, ξέρω, σκέφτηκε. Όχι ακόμα. Θα περιμένω μέχρι να είσαι έτοιμος να με γνωρίσει η Μπέλλα. Πρέπει όμως να ξέρεις ότι δεν είμαι απλά εγωίστρια. Θα με συμπαθήσει και η Μπέλλα.
Δεν της απάντησα καθώς βιάστηκα προς την πόρτα. Ήταν διαφορετικός τρόπος να βλέπω τα πράγματα. Η Μπέλλα θα ήθελε να γνωρίσει την Άλις? Να έχει βρικόλακα για κολλητή?
Γνωρίζοντας την Μπέλλα… η ιδέα δεν θα την ενοχλούσε καθόλου.
Μόρφασα στον εαυτό μου. Το τι ήθελε η Μπέλλα και το τι ήταν το καλύτερο για αυτήν ήταν δυο τελείως ξεχωριστά πράγματα.
Άρχισα να νιώθω ανήσυχος καθώς πάρκαρα μπροστά από το σπίτι της Μπέλλα. Οι άνθρωποι γενικότερα έλεγαν πως όλα φαίνονταν διαφορετικά το πρωί-πως τα πράγματα άλλαζαν όταν κοιμόσουν και τα σκεφτόσουν. Θα φαινόμουν διαφορετικός στην Μπέλλα στο αδύναμο φως μιας μέρας με ομίχλη? Περισσότερο ή λιγότερο ειλικρινής από ότι της φάνηκα στο σκοτάδι της νύχτας? Είχε συνειδητοποιήσει την αλήθεια στον ύπνο της? Θα φοβόταν επιτέλους?
Τα όνειρα της όμως ήταν γαλήνια, χθες το βράδυ. Όταν έλεγε το όνομα μου, ξανά και ξανά, χαμογελούσε, Περισσότερες από μια φορά μουρμούρισε την παράκληση να μείνω μαζί της. Αυτό θα σήμαινε τίποτα σήμερα?
Περίμενα αγχωμένος, ακούγοντας τους ήχους της μέσα στο σπίτι-τα γρήγορα απρόσεκτά της βήματα στις σκάλες, τα περιεχόμενα του ψυγείου να χτυπούν μεταξύ τους καθώς έκλεισε με δύναμη την πόρτα του ψυγείου. Ακουγόταν σαν να βιαζόταν. Ανυπόμονη να πάει στο σχολείο? Η σκέψη με έκανα να χαμογελάσω, ένιωσα ελπίδα πάλι.
Κοίταξα το ρολόι. Υπέθεσα πως υπολογίζοντας την ταχύτητα του φορτηγού της, είχε αργήσει.
Η Μπέλλα βγήκε βιαστικά από το σπίτι, η τσάντα της γλιστρούσε από τον ώμο της, τα μαλλιά της ήταν ανακατεμένα. Η χοντρή μάλλινη μπλούζα που φορούσε δεν ήταν αρκετή ώστε να μην καμπουριάσει από το κρύο.
Η μπλούζα, της ήταν πολύ μεγάλη, δεν την κολάκευε. Κάλυπτε την λεπτεπίλεπτη της φιγούρα, μετατρέποντας όλες τις καμπύλες και τις απαλές της γραμμές σε ένα μια φιγούρα χωρίς σχήμα. Το εκτίμησα σχεδόν όσο ευχόμουν να είχε φορέσει κάτι σαν το απαλό μπλε πουκάμισο που φορούσε εχθές… το ύφασμα κρεμόταν πάνω της με τόσο ελκυστικό τρόπο, με αρκετά χαμηλό κόψιμο αλλά όχι υπερβολικά αποκαλυπτικό. Το μπλε τύλιγε την φιγούρα της σαν νερό που κυλούσε…
Ήταν καλύτερα-αναγκαίο-να κρατήσω τις σκέψεις μου μακριά, πολύ μακριά από εκείνο το σχήμα. Θα ήταν λάθος να ενθαρρύνω τις καινούριες πείνες που προκαλούσαν τα χείλη της… το δέρμα της… το σώμα της… τις ένιωθα να τρέμουν μέσα μου. Πείνες που με απέφευγαν τα τελευταία εκατό χρόνια. Αλλά δεν μπορούσα να επιτρέψω στον εαυτό μου να σκέφτεται να την αγγίζει, γιατί αυτό ήταν αδύνατο.
Θα την έσπαζα.
Η Μπέλλα απομακρύνθηκε από την πόρτα με τόση βιασύνη που σχεδόν έπεσε πάνω στο αυτοκίνητό μου.
Τότε σταμάτησε, τα γόνατα της πάγωσαν. Η τσάντα της γλίστρησε από τον ώμο της και τα μάτια της έμειναν ορθάνοιχτα καθώς επικεντρώθηκε στο αυτοκίνητο.
Βγήκα έξω, χωρίς να προσπαθήσω να κινηθώ με ανθρώπινους ρυθμούς, και της άνοιξα την πόρτα του επιβάτη. Δεν θα προσπαθούσα να της κρύψω τίποτα-όταν θα ήμασταν μόνοι τουλάχιστον, θα ήμουν ο εαυτός μου.
Σήκωσε το βλέμμα της να με κοιτάξει, ξαφνιασμένη πάλι. Και τότε η έκπληξη στο βλέμμα της άλλαξε, και δεν φοβόμουν πια-ή έλπιζα-πως τα συναισθήματα της άλλαξαν κατά την διάρκεια της νύχτας. Ζεστασιά, θαυμασμός, όλα κολυμπούσαν στο λιωμένο σοκολατί των ματιών της.
«Θέλεις να έρθεις μαζί μου σήμερα?» Ρώτησα. Αντιθέτως με χθες, θα της έδινα επιλογή. Από εδώ και πέρα θα έπρεπε να είναι πάντα επιλογή της.
«Ναι, σε ευχαριστώ,» μουρμούρισε, μπαίνοντας στο αυτοκίνητο χωρίς δισταγμό.
Θα σταματούσε ποτέ να με ενθουσιάζει το ότι εγώ ήμουν το άτομο στο οποίο έλεγε ναι? Αμφέβαλλα.
Πήγα σαν αστραπή στην άλλη μεριά του αυτοκινήτου, βιαστικός για να είμαι μαζί της. Δεν έδειξε σημάδι αναστάτωσης από την ξαφνική μου εμφάνιση.
Η ευτυχία που ένιωθα όταν καθόταν δίπλα μου με τέτοιον τρόπο, δεν μετριόταν με αριθμούς. Όσο και να διασκέδαζα την αγάπη και συντροφιά της οικογένειάς μου, παρά τις απασχολίες που μπορούσε να προσφέρει ο κόσμος, δεν ήμουν ποτέ ευτυχισμένος όπως τώρα. Ακόμα και τώρα που ήξερα ότι αυτό ήταν λάθος, ότι θα κατέληγε άσχημα, δεν μπορούσα να σταματήσω να χαμογελάω.
Η ζακέτα μου ήταν κρεμασμένη στην πλάτη της θέσης της. Την είδα να την κοιτάει.
«Έφερα την ζακέτα για σένα,» της είπα. Αυτή ήταν η δικαιολογία μου, έπρεπε να έχω μια, που ήρθα απροσκάλεστος αυτό το πρωί. Είχε κρύο. Δεν είχε ζακέτα. Σίγουρα αυτό ήταν αποδεκτό. «Δεν ήθελα να αρρωστήσεις ή τίποτα.»
«Δεν είμαι τόσο ευάλωτη,» είπε, κοιτάζοντας το στερνό μου, σαν να δίσταζε να συναντήσει το βλέμμα μου. Αλλά φόρεσε το πανωφόρι πριν προλάβω να σχολιάσω.
«Δεν είσαι?» μουρμούρισα στον εαυτό μου.
Αγνάντευε έξω από το παράθυρο καθώς επιτάχυνα. Μπόρεσα να αντέξω την σιωπή μόνο για λίγα δευτερόλεπτα. Χρειαζόμουν να μάθω ποιες ήταν οι σκέψεις τις αυτό το πρωί. Τόσα είχαν αλλάξει μεταξύ μας από την τελευταία φορά που είχε ήλιο.
«Τι, δεν έχει τεστ ερωτήσεων σήμερα?» Ρώτησα διατηρώντας αλαφρύ το κλίμα.
Χαμογέλασε και φάνηκε να είναι χαρούμενη που πλησίασα αυτό το θέμα. «Σε ενοχλούν οι ερωτήσεις μου?»
«Όχι όσο οι αντιδράσεις σου,» της είπα ειλικρινά, χαμογελώντας απάντηση στο δικό της χαμόγελό της.
Μόρφασε. «Αντιδρώ άσχημα?»
«Όχι, αυτό είναι το πρόβλημα. Τα δέχεσαι όλα τόσο ήρεμα-είναι αφύσικο.» Ούτε μια τσιρίδα μέχρι στιγμής. Πως γινόταν? «Με κάνει να αναρωτιέμαι τι σκέφτεσαι πραγματικά.» Φυσικά, ότι έκανε και δεν έκανε με έκανε να το αναρωτιέμαι αυτό.
«Πάντα σου λέω τι σκέφτομαι.»
«Κόβεις πράγματα.»
Δάγκωσε πάλι τα χείλη της. Δεν φαινόταν να το συνειδητοποιεί όταν το έκανε-ήταν ασυνείδητη αντίδραση στην ένταση. «Όχι πολλά.»
Και μόνο αυτές οι λέξεις ήταν αρκετές για να εξάψουν την περιέργειά μου. Τι κρατούσε σκόπιμα από εμένα?
«Αρκετά για να με τρελάνουν,» είπα.
Δίστασε και μετά ψιθύρισε. «Δεν θέλεις να μάθεις.»
Έπρεπε να σκεφτώ για μια στιγμή, να ξαναπεράσω την χθεσινή μας συζήτηση, κατά λέξη, πριν καταλήξω σε συμπέρασμα. Ίσως να χρειαζόμουν τόση συγκέντρωση επειδή δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι που δεν θα ήθελα να μου πει. Και μετά-επειδή ο τόνος της φωνής της ήταν ίδιος με τον χθεσινό, υπήρξε ξαφνικά πόνος-θυμήθηκα. Μια φορά, της ζήτησα να μην πει αυτό που σκεφτόταν. Ποτέ μην το λες αυτό. Σχεδόν της γρύλισα. Την είχα κάνει να κλάψει…
Αυτό κρατούσε από εμένα? Το βάθος των συναισθημάτων της για εμένα? Το ότι δεν την ένοιαζε που ήμουν τέρας, και νόμιζε ότι ήταν πολύ αργά για να αλλάξει την γνώμη της?
Δεν μπορούσα να μιλήσω από την χαρά και τον πόνο που ήταν τόσο δυνατά για να περιγραφούν με λέξεις. Η αντίφαση μεταξύ των δυο αυτών συναισθημάτων το έκανε αδύνατο να μπορέσω να σχηματίσω μια κατανοητή απάντηση. Υπήρχε σιωπή στο αυτοκίνητο εκτός από τον σταθερό ρυθμό της αναπνοής και της καρδιάς της.
«Που είναι η υπόλοιπη οικογένειά σου?» ρώτησε ξαφνικά. | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 11. Ανακρίσεις Παρ 14 Αυγ 2009 - 21:38 | |
| Πήρα μια βαθιά αναπνοή-για να νιώσω τον πόνο που μου προκαλούσε η οσμή της, για πρώτη φορά-είχα αρχίσει να τον συνηθίζω, συνειδητοποίησα με ικανοποίηση-και πίεσα τον εαυτό μου να φανεί χαλαρός.
«Πήραν το αυτοκίνητο της Ρόζαλι.» Πάρκαρα στην άδεια θέση δίπλα στο προαναφερόμενο αυτοκίνητο. Έκρυψα το χαμόγελο μου καθώς είδα τα μάτια της να γουρλώνουν. «Ξεχωρίζει ε?» «Εμ, Ουάου. Αν έχει αυτό, γιατί έρχεται με το δικό σου αυτοκίνητο?»
Η Ρόζαλι θα διασκέδαζε την αντίδραση της Μπέλλα… αν ήταν αντικειμενική απέναντί της, πράγμα που δεν θα συνέβαινε.
«Όπως είπα, ξεχωρίζει. Προσπαθούμε να ταιριάξουμε.»
«Δεν τα καταφέρνετε,» μου είπε και γέλασε ελεύθερα.
Το αγνό, ελεύθερο γέλιο της ζέστανε το κενό της καρδιάς μου καθώς έκανε το κεφάλι μου να κολυμπάει στην αμφιβολία.
«Οπότε γιατί το οδήγησε η Ρόζαλι, αφού τραβάει τόση προσοχή?» Αναρωτήθηκε.
«Δεν το πρόσεξες? Παραβαίνω όλους τους κανόνες τώρα.»
Η απάντησή μου πρέπει να ήταν ελαφρώς τρομαχτική-οπότε φυσικά, η Μπέλλα χαμογέλασε.
Δεν περίμενε εμένα να της ανοίξω την πόρτα, όπως χθες. Έπρεπε να φανώ κανονικός εδώ στο σχολείο-οπότε δεν μπορούσα να κινηθώ αρκετά γρήγορα ώστε να το αποτρέψω αυτό-αλλά θα έπρεπε απλά να συνηθίσει να της φέρονται με περισσότερη ευγένεια, και σύντομα μάλιστα.
Περπατούσα όσο κοντά της τολμούσα και παρατηρούσα για σημάδια που θα έδειχναν ότι η οικειότητά μου θα την αναστάτωνε. Δύο φορές το χέρι της απλώθηκε προς το μέρος μου και δύο φορές το τράβηξε απότομα πίσω. Φαινόταν σαν να ήθελα να με αγγίξει… Η αναπνοή μου επιτάχυνε.
«Γιατί έχετε καν τέτοια αυτοκίνητα? Αν θέλετε να είστε διακριτικοί?» Ρώτησε καθώς περπατούσαμε.
«Αντίφαση,» παραδέχτηκα. «Μας αρέσει όλους να οδηγούμε γρήγορα.»
«Το περίμενα,» μουρμούρισε με πικρό τόνο.
Δεν φάνηκε να την αναστατώνει το χαμόγελό μου.
Όχι! Δεν το πιστεύω! Πως τα κατάφερε η Μπέλλα? Δεν καταλαβαίνω? Γιατί?
Οι σκέψεις της Τζέσικα ήταν ενοχλητικές και διέκοψαν τις δικές μου. Περίμενε την Μπέλλα, καθόταν κάτω από το υπόστεγο για να μην βραχεί, με την ζακέτα της Μπέλλα στον ώμο της. Τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα από δυσπιστία.
Και η Μπέλλα την πρόσεξε μετά από λίγο. Ένα απαλό ροζ χρωμάτισε τα μάγουλά της όταν επεξεργάστηκε την έκφραση της Τζέσικα. Οι σκέψεις της Τζέσικα φαίνονταν ξεκάθαρα στο πρόσωπό της.
«Γεια σου Τζέσικα. Σε ευχαριστώ που το θυμήθηκες,» την χαιρέτησε η Μπέλλα. Άπλωσε το χέρι της για την ζακέτα της και η Τζέσικα της την έδωσε χωρίς να πει τίποτα.
Έπρεπε να είμαι ευγενικός στους φίλους της Μπέλλα, είτε ήταν καλοί είτε όχι. «Καλημέρα Τζέσικα.»
Όπα…
Τα μάτια της γούρλωσαν ακόμη περισσότερο. Ήταν παράξενο και διασκεδαστικό… και ειλικρινά, λίγο ντροπιαστικό… να συνειδητοποιώ πόσο με μαλάκωνε το γεγονός ότι βρισκόμουν δίπλα στην Μπέλλα. Φαινόταν σαν να μην φοβόταν πια κανείς. Αν το μάθαινε αυτό ο Έμετ θα γελούσε για τον επόμενο αιώνα.
«Εμ… γεια,» μουρμούρισε και το βλέμμα της στράφηκε στην Μπέλλα, γεμάτο υπονοούμενα. «Υποθέτω θα τα πούμε στην Γεωμετρία.»
Θα μου τα πεις όλα. Δεν δέχομαι όχι για απάντηση. Λεπτομέρειες. Πρέπει να μάθω λεπτομέρειες! Μιλάμε για τον Έντουαρντ Κάλεν!! Η ζωή είναι τόσο άδικη.
Η Μπέλλα μόρφασε πολύ λίγο. «Ναι, τα λέμε τότε.»
Οι μανιώδεις σκέψεις της Τζέσικα συνεχίστηκαν καθώς πήγαινε στο πρώτο μάθημά της, ρίχνοντας μας κλεφτές ματιές κάθε τόσο.
Ολόκληρη την ιστορία. Δεν θα δεχτώ τίποτα λιγότερο. Κανόνισαν να βρεθούν χθες το βράδυ? Βγαίνουν? Πόσο καιρό? Πως μπόρεσε να το κρατήσει μυστικό? Γιατί να ήθελε? Δεν μπορεί να είναι ένα απλό φλερτ-πρέπει να τον βλέπει σοβαρά. Υπάρχει άλλη επιλογή? Θα μάθω. Δεν αντέχω να μην ξέρω. Αναρωτιέμαι αν έχουν φιληθεί? Ωχ, όχι… Οι σκέψεις της Τζέσικα ξαφνικά άλλαξαν καθώς άφησε φαντασιώσεις να τριγυρίζουν στο μυαλό της. Προσπάθησα να τις αποφύγω, και όχι απλά επειδή είχε αντικαταστήσει τον εαυτό της με την Μπέλλα.
Δεν μπορούσε να είναι έτσι. Και όμως… ήθελα…
Αντιστάθηκα να κάνω τέτοιες σκέψεις. Με πόσους λάθος τρόπους θα μπορούσα να θέλω την Μπέλλα? Ποιος θα ήταν που θα την σκότωνε στο τέλος?
Κούνησα το κεφάλι μου και προσπάθησα να φανώ ευδιάθετος.
«Τι θα της πεις?» ρώτησα την Μπέλλα.
«Ε!» ψιθύρισε μοχθηρά. «Νόμιζα πως δεν μπορείς να διαβάσεις το μυαλό μου!»
«Δεν μπορώ.» την κοίταξα, ξαφνιασμένος, προσπαθώντας να βγάλω κάποιο νόημα από τις λέξεις της. Α-θα έπρεπε να σκεφτόμασταν το ίδιο πράγμα την ίδια στιγμή. Χμ… μου άρεζε αυτό. «Όπως και να έχει,» της είπα, «Μπορώ να διαβάσω το δικό της-θα σε περιμένει αιφνιδιαστικά στην τάξη.»
Η Μπέλλα μούγκρισε και άφησε την ζακέτα μου να γλιστρήσει από τους ώμους της. Στην αρχή δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι μου την έδινε-δεν θα την ζητούσα. Θα προτιμούσα να την κρατούσε… σαν ενθύμιο-οπότε ήμουν αργός στο να της προσφέρω την βοήθειά μου. Μου έδωσε την ζακέτα και πέρασε τα χέρια της μέσα από την δική της, χωρίς να γυρίσει να δει ότι τα χέρια μου ήταν απλωμένα να την βοηθήσουν. Μόρφασα σε αυτό και έλεγξα την έκφρασή μου πριν προλάβει να την δει.
«Οπότε, τι θα της πεις?» Επέμενα.
«Λίγη βοήθεια? Τι θέλει να μάθει?»
Χαμογέλασα και κούνησα το κεφάλι μου. Ήθελα να ακούσω τι είχε να πει, χωρίς την δική μου βοήθεια. «Αυτό δεν είναι δίκαιο.»
Τα μάτια της στένεψαν. «Όχι, το ότι εσύ δεν μοιράζεσαι αυτό που ξέρεις-αυτό είναι άδικο.»
Σωστά-δεν ήθελε να της κρύβω τίποτα.
Φτάσαμε στην πόρτα της τάξης της-όπου θα έπρεπε να την αφήσω. Αναρωτήθηκα για μια στιγμή αν η κυρία Κόουπ θα μου άλλαζε το πρόγραμμα των Αγγλικών… έκανα τον εαυτό μου να συγκεντρωθεί. Μπορούσα να είμαι δίκαιος.
«Θέλει να μάθει αν βγαίνουμε κρυφά,» είπα αργά. «Και θέλει να μάθει πως νιώθεις για εμένα.»
Τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα-όχι ξαφνιασμένα, απλά σκεφτικά. Ήταν ανοιχτά για εμένα, μπορούσα να τα διαβάσω. Το έπαιζε αθώα.
«Ωχ,» μουρμούρισε. «Τι να της πω?»
«Χμ.» Πάντα προσπαθούσε να κάνει εμένα να αποκαλύψω περισσότερα από εκείνη. Σκέφτηκα πώς να απαντήσω.
Μια τούφα των μαλλιών της, ελαφρά βρεγμένη από την υγρασία της ομίχλης, είχε τυλιχτεί γύρω από τον λαιμό της, ο οποίος ήταν κρυμμένος από την γελοία μπλούζα της. Μου τράβηξε το βλέμμα… το τράβηξε και σε άλλες κρυμμένες γραμμές της…
Άπλωσα προσεκτικά το χέρι μυ, χωρίς να αγγίξω το δέρμα της-αυτό το πρωί ήταν αρκετά κρύο χωρίς το άγγιγμα μου-και τοποθέτησα την τούφα μαζί με τις υπόλοιπες για να μην με ξανααποσπάσει. Θυμήθηκα όταν ο Μάικ Νιούτον είχε αγγίξει τα μαλλιά της, και το σαγόνι μου σφίχτηκε στην ανάμνηση. Είχε τραβηχτεί από εκείνον τότε. Η αντίδρασή της τώρα ήταν τελείως διαφορετική. Τα μάτια της άνοιξαν ακόμη περισσότερο, αίμα χρωμάτισε κόκκινα τα μάγουλά της και η καρδιά της έκανε μερικούς άρρυθμους χτύπους.
Προσπάθησα να κρύψω το χαμόγελό μου καθώς της απάντησα.
«Υποθέτω πως θα μπορούσες να πεις ναι στο πρώτο… αν δεν σε πειράζει-,» δική της επιλογή, πάντα δική της επιλογή, «-είναι πιο εύκολο από οποιαδήποτε άλλη εξήγηση.»
«Δεν με πειράζει,» ψιθύρισε. Η Καρδιά της δεν είχε βρει ακόμη τους φυσιολογικούς ρυθμούς της ακόμη.
«Όσο γι την άλλη ερώτησή της…» δεν μπόρεσα να κρύψω το χαμόγελό μου αυτή τη φορά. «Θα περιμένω να ακούσω την απάντηση σε αυτό κι εγώ.»
Ας το σκεφτόταν αυτό η Μπέλλα. Συγκράτησα το χαμόγελό μου καθώς είδα την σοκαρισμένη έκφραση της.
Γύρισα γρήγορα, πριν προλάβει να μου κάνει άλλες ερωτήσεις. Μου ήταν δύσκολο να μην της δίνω οτιδήποτε θα μου ζητούσε Και ήθελα να ακούσω της δικιές της σκέψεις, όχι της δικιές μου.
«Θα σε δω στην καφετέρια,» φώναξα πάνω από τον ώμο μου, μια δικαιολογία να τσεκάρω ότι με κοιτούσε ακόμα έκπληκτη. Γύρισα πάλι μπροστά μου και γέλασα.
Καθώς απομακρυνόμουν, ίσα που έδωσα σημασία στις σοκαρισμένες και περίεργες σκέψεις που με περιτριγύριζαν-βλέμματα που πήγαιναν από την έκφραση της Μπέλλα στη δική μου φιγούρα που απομακρυνόταν. Δεν έδωσα ιδιαίτερη προσοχή. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ. Ήταν αρκετά δύσκολο να κάνω τα πόδια μου να προχωρούν με κανονικούς ρυθμούς καθώς περνούσα το γρασίδι για το επόμενό μου μάθημα. Ήθελα να τρέξω-πνα τρέξω πραγματικά. Τόσο γρήγορα που θα εξαφανιζόμουν, τόσο γρήγορα που θα ήταν σαν να πετάω. Ένα μέρος μου ήδη πετούσε.
Έβαλα την ζακέτα μου όταν έφτασα στο μάθημα, αφήνοντας το έντονο άρωμά της να με περιτριγυρίζει. Θα καιγόμουν τώρα-θα άφηνα την οσμή να με κάνει να την συνηθίσω-και τότε θα ήταν ευκολότερο να την αγνοήσω αργότερα, όταν θα ήμουν μαζί της στην καφετέρια… | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 11. Ανακρίσεις Παρ 14 Αυγ 2009 - 21:38 | |
| Ήταν καλό που οι καθηγητές μου δεν με σήκωναν πια στο μάθημα. Σήμερα θα μπορούσε να ήταν η μέρα που θα με έπιαναν απροετοίμαστο, χωρίς απαντήσεις. Το μυαλό μου ήταν σε τόσα διαφορετικά μέρη εκείνο το πρωί, μόνο το σώμα μου βρισκόταν στην αίθουσα.
Φυσικά παρακολουθούσα την Μπέλλα. Αυτό άρχισε να γίνεται φυσιολογικό-αυτόματο, όπως και η αναπνοή. Άκουσα την συζήτηση της με τον Μάικ Νιούτον. Γρήγορα οδήγησε την συζήτησή τους στην Τζέσικα και χαμογέλασα τόσο πλατιά που ο Ρόμπ Σόγιερ, ο οποίος καθόταν στο θρανίο δεξιά μου, ανατρίχιασε και βυθίστηκε στην καρέκλα του, όσο πιο μακριά από εμένα μπορούσε.
Αχ. ανατριχιαστικό.
Τουλάχιστον δεν το είχα χάσει τελείως.
Συγχρόνως έλεγχα και την Τζέσικα, την είδα να σκέφτεται τις ερωτήσεις που θα έκανε στην Μπέλλα. Δεν κρατιόμουν για την τέταρτη ώρα, ήμουν δέκα φορές πιο αγχωμένος και πρόθυμος από την περίεργη κοπέλα που ήθελε απλά να μάθει κουτσομπολιό.
Και επίσης άκουγα και την Άντζελα Γουέμπερ.
Δεν είχα ξεχάσει την ευγνωμοσύνη που ένιωθα απέναντί της-που έκανε μόνο καλές σκέψεις για την Μπέλλα και για την βοήθειά της χθες. Οπότε περίμενα το πρωί, ψάχνοντας για κάτι που θα ήθελε. Υπέθεσα ότι θα ήταν κάτι εύκολο. Όπως κάθε άνθρωπος θα υπήρχε κάτι που θα ήθελε συγκεκριμένα. Ή μπορεί και πολλά. Θα την περέδιδα κάτι ανώνυμα και θα ήμασταν πάτσοι. Αλλά οι σκέψεις της Άντζελα μου αποκάλυπταν όσα και της Μπέλλα. Ήταν περιέργως ικανοποιημένη για έφηβη. Ευτυχισμένη. Ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος για την ασυνήθιστη ευγένειά της-ήταν από τους σπάνιους ανθρώπους που είχαν αυτό που ήθελαν και ήθελαν αυτό που είχαν. Όταν δεν πρόσεχε στο μάθημα και κρατούσε σημειώσεις, σκεφτόταν τα δίδυμα αδερφάκια της τα οποία θα πήγαινε στην παραλία εκείνο το σαββατοκύριακο-ανυπομονούσε την χαρά τους με σχεδόν μητρική ευχαρίστηση. Νοιαζόταν συχνά για αυτούς, αλλά δεν τους ζήλευε… Ήταν πολύ γλυκό.
Αλλά δεν με βοηθούσε και ιδιαίτερα.
Θα έπρεπε να υπήρχε κάτι που ήθελε. Θα συνέχιζα το ψάξιμο. Αλλά αργότερα. Είχε έρθει η ώρα για το μάθημα τριγωνομετρίας της Μπέλλα με την Τζέσικα.
Δεν πρόσεχα που πήγαινα καθώς πήγαινα στο μάθημα των αγγλικών. Η Τζέσικα βρισκόταν ήδη στην θέση, τα δυο της πόδια χτυπούσαν ανυπόμονα με το πάτωμα
Δεν φαίνεται και πολύ...χαρούμενη. Γιατί? Ίσως να μην τρέχει τίποτα με τον Έντουαρντ Κάλεν. Αυτό θα ήταν απογοήτευση. Εκτός… τότε θα ήταν ελεύθερος… Αν ξαφνικά τον ενδιαφέρει να βγαίνει, δεν θα με πείραζε να τον βοηθούσα σε αυτό…
Το πρόσωπο της Μπέλλα δεν φαινόταν λυπημένο, φαινόταν σκεπτικό. Ανησυχούσε-ήξερε ότι θα τα άκουγα όλα. Χαμογέλασα στον εαυτό. Μου.
«Πες τα μου όλα!» Απαίτησε η Τζέσικα καθώς η Μπέλλα έβγαζε το μπουφάν της για να το κρεμάσει στην καρέκλα της. Κινούταν πολύ αργά, απρόθυμα.
Αχ, είναι τόσο αργή. Ας μπούμε στο ψαχνό!
«Τι θέλεις να μάθεις?» καθυστέρησε η Μπέλλα καθώς κάθισε.
«Τι έγινε χθες το βράδυ?»
«Με κέρασε δείπνο, και μετά με οδήγησε στο σπίτι.»
Και μετά? Έλα, πρέπει να υπάρχει κάτι περισσότερο! Έτσι και αλλιώς λέει ψέματα, το ξέρω. Θα της το τονίσω.
«Πως έφτασες τόσο γρήγορα?»
Είδα την Μπέλλα να παίρνει μια έκφραση απάθειας.
«Οδηγάει σαν μανιακός. Ήταν τρομακτικό.»
Στα χείλη της σχηματίστηκε ένα μικρό χαμόγελο και γέλασα δυνατά, διακόπτοντας τις ανακοινώσεις του κύριου Μέισον . Προσπάθησα να το γυρίσω σε βήχα αλλά δεν πείστηκε κανένας. Ο Κύριος Μέισον μου έριξε ένα ενοχλημένο βλέμμα αλλά δεν έδωσα καν σημασία στις σκέψεις που κρύβονταν πίσω από αυτό. Άκουγα της Τζέσικα.
Χμ. Ακούγεται σαν να λέει αλήθεια. Γιατί με κάνει να της τα βγάζω με το τσιγκέλι? Εγώ θα καυχιόμουν μέχρι εκεί που δεν πάει, αν ήμουν στην θέση της.
«Ήταν σαν ραντεβού-του είπες να σε συναντήσει εκεί?¨
Η Τζέσικα είδε να απλώνεται έκπληξη στο πρόσωπο της Μπέλλα και απογοητεύτηκε από την κοινή απάντηση.
«Όχι- ήμουν πολύ ξαφνιασμένη όταν τον είδα εκεί,» της είπε η Μπέλλα.
Τι συμβαίνει? «Αλλά σε έφερε στο σχολείο σήμερα?» Θα πρέπει να έχει κάτι περισσότερο η ιστορία.
«Ναι- και σε αυτό ξαφνιάστηκα. Είχε προσέξει ότι δεν είχα ζακέτα το προηγούμενο βράδυ.»
Αυτό δεν έχει και πολλή πλάκα, σκέφτηκε πάλι απογοητευμένη η Τζέσικα.
Άρχισαν να με κουράζει η σειρά των ερωτήσεών της-ηθελα να ακούσω κάτι που δεν ήξερα ήδη. Έλπιζα ότι λόγω της δυσαρέσκειας της δεν θα προσπερνούσε τις ερωτήσεις που περίμενα.
«Θα ξαναβγείτε?» Απαίτησε η Τζέσικα.
«Προσφέρθηκε να με πάει στο Σηάτλ το Σάββατο επειδή πιστεύει πως το φορτηγό μου δεν θα τα καταφέρει-αυτό μετράει?»
Χμ. Φαίνεται να κάνει αρκετά για να.. να την προσέχει, περίπου. Θα πρέπει να υπάρχει σίγουρα κάτι από την δική του πλευρά αν όχι από την δική της. Πως γίνεται ΑΥΤΟ? Η Μπέλλα είναι τρελή.
«Ναι,» απάντησε η Τζέσικα στην ερώτηση της Μπέλλα.
«Λοιπόν, τότε,» συνόψισε η Μπέλλα. «Ναι.»
«Ουάου… ο Έντουαρντ Κάλεν.»Είτε της αρέσει είτε όχι, αυτό είναι κάτι σημαντικό.
«Το ξέρω,» αναστέναξε η Μπέλλα,
Ο Τόνος της φωνής της ενθάρρυνε την Τζέσικα. Επιτέλους-ακούγεται σαν να το καταλαβαίνει! Θα πρέπει να συνειδητοποίησε…
«Περίμενε!» Είπε ξαφνικά η Τζέσικα καθώς θυμήθηκε την πιο σημαντική της ερώτηση. «Σε έχει φιλήσει?» Σε παρακαλώ πες ναι. Και μετά περιέγραψε κάθε δευτερόλεπτο!
«Όχι,» μουρμούρισε η Μπέλλα και κοίταξε τα χέρια της. «δεν είναι έτσι.»
Φτου… Μακάρι… Χα. Και αυτή φαίνεται σαν να εύχεται το ίδιο.
Μόρφασα. Η Μπέλλα όντως φαινόταν θλιμμένη γα κάτι αλλά δεν μπορούσε να είναι απογοήτευση όπως υπέθεσε η Τζέσικα. Δεν θα το ήθελα αυτό. Δεν θα ήθελε να είναι τόσο κοντά στα δόντια μου. Δεν ήξερε. Μπορεί να είχα και μυτερά δόντια.
Ανατρίχιασα.
«Πιστεύεις ότι το Σάββατο…?» επέμενε η Τζέσικα.
Η Μπέλλα φάνηκε ακόμα πιο αναστατωμένη όταν είπε, «Πραγματικά αμφιβάλλω.»
Ναι, το εύχεται. Θα πρέπει να είναι χάλια για αυτήν.
Ήταν επειδή τα έβλεπα μέσα από τα μάτια της Τζέσικα που μου φάνηκε ότι είχε δίκιο?
Για μισό δευτερόλεπτο με συνεπήρε η ιδέα, το αδύνατο, του πως θα ήταν αν δοκίμαζα να την φιλήσω. Τα χείλη μου πάνω στα δικά της, παγωμένη πέτρα με μετάξι…
Και μετά πεθαίνει.
Κούνησα το κεφάλι μου και έκανα τον εαυτό μου να προσέξει.
«Για τι μιλήσατε?» Του μίλησες ή τον έκανες κι αυτόν να παρακαλάει για πληροφορίες?
Χαμογέλασα. Η Τζέσικα δεν είχε πέσει και πολύ έξω.
«Δεν ξέρω Τζές, για διάφορα πράγματα. Μιλήσαμε και για την εργασία των Αγγλικών λίγο.»
Πολύ λίγο. Χαμογέλασα πλατύτερα.
Αχ, ΕΛΑ ΤΩΡΑ! «σε παρακαλώ Μπέλλα! Δώσε μου μερικές λεπτομέρειες.»
Η Μπέλλα το σκέφτηκε για λίγο.
«Λοιπόν… εντάξει, έχω ένα. Έπρεπε να έβλεπες την σερβιτόρα να τον φλερτάρει-το παράκανε λίγο. Αλλά δεν της έδωσε καν σημασία.»
Τι περίεργη λεπτομέρεια να μοιραστεί. Παραξενεύτηκα που η Μπέλλα το είχε καν προσέξει. Ήταν κάτι πολύ ανούσιο.
Ενδιαφέρον… «Αυτό είναι καλό σημάδι. Ήταν όμορφη?»
Χμ. Την Τζέσικα της φάνηκε σημαντικό. Θα έπρεπε να ήταν κάτι γυναικείο.
«Πολύ,» της είπε η Μπέλλα. «Και μάλλον γύρω στα δεκαεννέα ή είκοσι.»
Η Τζέσικα αποσπάστηκε στιγμιαία από την ανάμνηση του Μάικ στο ραντεβού της την Δευτέρα-ο Μάικ ήταν λίγο πιο φιλικός από ότι θα έπρεπε με μια σερβιτόρα που δεν θεωρούσε όμορφη. Έσπρωξε στην άκρη την ανάμνηση και επέστρεψε, διώχνοντας την ενόχληση της, στο κυνήγι λεπτομερειών.
«Ακόμα καλύτερα. Θα πρέπει να του αρέσεις.» | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 11. Ανακρίσεις Παρ 14 Αυγ 2009 - 21:39 | |
| «Έτσι νομίζω,» είπε αργά η Μπέλλα και ήμουν στην άκρη της καρέκλας μου, παγωμένος. «Αλλά είναι δύσκολο να καταλάβω. Είναι τόσο μυστηριώδης.»
Ίσως να μην ήμουν όσο ξεκάθαρα προφανής και εκτός ελέγχου όσο νόμιζα. Κι όμως… αφού ήταν τόσο παρατηρητική… Πως δεν κατάλαβε ότι ήμουν ερωτευμένος μαζί της? Ξαναπέρασα στο μυαλό μου την συζήτησή μας και σχεδόν ξαφνιάστηκα που δεν της είπα τις λέξεις φωναχτά. Νόμιζα πως η γνώση αυτή ήταν η βάση κάθε λέξης που ειπώθηκε μεταξύ μας.
Ουάου. Πως μπορεί να κάτσει κανείς μπροστά σε ένα αρσενικό μοντέλο και να κάνει συζήτηση?
«Δεν ξέρω πως είσαι αρκετά θαρραλέα για να είσαι μόνη μαζί του,» είπε η Τζέσικα.
Η έκφραση της Μπέλλα έγινε σοκαρισμένη. «Γιατί?»
Περίεργη αντίδραση. Τι νόμιζε πως εννοούσα? «Είναι τόσο…» Ποια είναι η σωστή λέξη? «Εκφοβιστικός. Δεν θα ήξερα τι να του πω.» δεν μπορούσα καν να του μιλήσω στα αγγλικά σήμερα, και το μόνο που είπε ήταν καλημέρα. Θα πρέπει να φάνηκα ηλίθια.
Η Μπέλλα χαμογέλασε. «Ε, ναι και εγώ δεν είμαι πολύ κατανοητή όταν βρίσκομαι γύρω του.»
Μάλλον ήθελε να κάνει την Τζέσικα να νιώσει καλύτερα. Ήταν ασυνήθιστα συγκρατημένη και λογική όταν ήμασταν μαζί.
«Τέλος πάντων,» αναστέναξε η Τζέσικα. «Είναι απίστευτα όμορφος.»
Το πρόσωπο της Μπέλλα ξαφνικά ψυχράθηκε λίγο. Τα μάτια της έλαμψαν όπως έκαναν κάθε φορά που της φαινόταν κάτι άδικο. Η Τζέσικα δεν πρόσεξε την αλλαγή στην έκφραση της.
«Είναι όμως περισσότερα από αυτό,» της είπε κοφτά η Μπέλλα.
Ωωω. Τώρα κάτι κάνουμε. «Αλήθεια? Σαν τι?»
Η Μπέλλα δάγκωσε το χείλος της για μια στιγμή. «Δεν μπορώ να το εξηγήσω σωστά,» είπε τελικά. «Αλλά είναι ακόμα πιο απίστευτος πίσω από το πρόσωπο.» Έστρεψε το βλέμμα της αλλού, σαν να κοιτούσε κάτι μακριά.
Τα αισθήματα μου εκείνη τη στιγμή ήταν παρόμοια με εκείνα όταν η Εσμέ ή ο Καρλάιλ πίστευαν για εμένα περισσότερα από όσα άξιζα. Παρόμοια αλλά πιο έντονα, πιο ολοκληρωτικά.
Δεν περνάνε σε εμένα αυτά-δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από εκείνο το πρόσωπο! Έκτος κι αν είναι το σώμα του. Πω, πω… «Είναι δυνατόν αυτό?» χαχάνισε η Τζέσικα.
Η Μπέλλα δεν γύρισε. Συνέχισε να κοιτάζει μακριά αγνοώντας την Τζέσικα.
Ένας κανονικός άνθρωπος θα κοκορευόταν. Ίσως αν έκανα απλές ερωτήσεις. Χάχα. Σαν να μιλάω σε νήπιο. «Οπότε σου αρέσει?»
Πάγωσα πάλι.
Η Μπέλλα δεν κοίταξε την Τζέσικα. «Ναι.»
«Εννοώ, σου αρέσει πραγματικά?»
«Ναι.»
Δες την πως κοκκίνισε! Την είδα.
«Πόσο σου αρέσει?» Απαίτησε η Τζέσικα.
Η αίθουσα των αγγλικών θα μπορούσε να είχε εξαφανιστεί και δεν θα το είχα προσέξει.
Το πρόσωπο της Μπέλλα ήταν κατακόκκινο τώρα-μπορούσα σχεδόν να νιώσω την θερμότητα.
«Πολύ,» ψιθύρισε. «Περισσότερο από ότι του αρέσω εγώ. Αλλά δεν μπορώ να κάνω και τίποτα για αυτό.»
Ωχ! Τι ρώτησε μόλις ο κύριος Βάρνερ? «Εμ- ποιό νούμερο, κύριε Βάρνερ?»
Καλύτερα που η Τζέσικα δεν μπορούσε να κάνει ερωτήσεις στην Μπέλλα. Χρειαζόμουν ένα λεπτό.
Τι στο καλό σκεφτόταν αυτή η κοπέλα τώρα? Περισσότερο από ότι του αρέσω εγώ? Πως της ήρθε κάτι τέτοιο? Αλλά δεν μπορώ να κάνω και τίποτα για αυτό? Τι σήμαινε αυτό? Δεν μπορούσα να βρω κάποια λογική εξήγηση στα λόγια της. Δεν είχαν κανένα απολύτως νόημα.
Φαινόταν πως δεν μπορούσα να πάρω τίποτα ως δεδομένο. Τα προφανή πράγματα, αυτά που είχαν λογική, κατά κάποιον τρόπο γύριζαν ανάποδα σε αυτό το περίεργο μυαλό της. Περισσότερο από ότι του αρέσω εγώ? Ίσως να μην απέκλεια την επιλογή του ψυχιατρείου ακόμα.
Κοίταξα το ρολόι τρίζοντας τα δόντια μου. Πως μπορούσαν λίγα λεπτά να φανούν τόσο απίστευτα μακριά για έναν αθάνατο? Που πήγε η προοπτική μου?
Το σαγόνι μου ήταν σφιγμένο κατά την διάρκεια του μαθήματος του κύριου Βάρνερ. Άκουγα περισσότερο το δικό του, παρά το δικό μου μάθημα. Η Μπέλλα και η Τζέσικα δεν μίλησαν ξανά, αλλά η Τζέσικα έριχνε ,που και που, ματιές στην Μπέλλα-και μια φορά το πρόσωπό της έγινε κατακόκκινο για κανέναν προφανή λόγο.
Η ώρα δεν περνούσε όσο γρήγορα θα ήθελα.
Δεν ήμουν σίγουρος αν η Τζέσικα θα έπαιρνε τια απαντήσεις που περίμενα όταν τελείωσε το μάθημα, αλλά η Μπέλλα ήταν πιο γρήγορη.
Μόλις ακούστηκε το κουδούνι, η Μπέλλα γύρισε στην Τζέσικα.
«Στα αγγλικά, ο Μάικ με ρώτησε αν είπες τίποτα για την Δευτέρα το βράδυ,» είπε η Μπέλλα, με ένα χαμόγελο στα χείλη της. κατάλαβα τον λόγο-η επίθεση ήταν η καλύτερη άμυνα.
Ο Μάικ ρώτησε για εμένα? Η χαρά έκανε το μυαλό της Τζέσικα ξαφνικά απροστάτευτο, ευγενικό. Χωρίς την συνηθισμένη κακία. «Πλάκα κάνεις! Τι του είπες?»
«Του είπα ότι είπες ότι διασκέδασες πολύ-και φάνηκε ευχαριστημένος.»
«Πες μου ακριβώς τι είπε και την ακριβής σου απάντηση!»
Προφανώς, δεν θα έπαιρνα τίποτα παραπάνω από την Τζέσικα σήμερα. Η Μπέλλα χαμογελούσε σαν να σκεφτόταν το ίδιο. Σαν να είχε νικήσει την παρτίδα.
Στην καφετέρια θα ήταν , όμως, άλλη ιστορία. Θα είχα μεγαλύτερη επιτυχία στο να πάρω αποτελέσματα από ότι η Τζέσικα. Θα φρόντιζα για αυτό.
Με το ζόρι άντεχα να τσεκάρω που και που την Τζέσικα κατά την διάρκεια της τέταρτης ώρας. Δεν είχα υπομονή για τις έμμονες σκέψεις της με τον Μάικ Νιούτον. Αρκετά τον είχα ανεχτεί τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Ήταν τυχερός που ήταν ακόμη ζωντανός.
Κινούμουν με απάθεια στο μάθημα της γυμναστικής με την Άλις, όπως κινούμουν πάντα όταν είχε να κάνει με φυσικές δραστηριότητες με ανθρώπους. Ήταν συμπαίκτρια μου, φυσικά. Ήταν η πρώτη μέρα του Μπάντμιτον. Αναστέναξα με βαρεμάρα, κουνώντας την ρακέτα σε αργή κίνηση για να χτυπήσω το φτερό. Η Λόρεν Μάλορι ήταν στην άλλη ομάδα. Αστόχησε. Η Άλις έπαιζε με την ρακέτα κοιτάζοντας το ταβάνι.
Όλοι μισούσαμε την γυμναστική, ειδικά ο Έμετ. Τέτοια παιχνίδια προσέβαλαν την προσωπική του φιλοσοφία. Η γυμναστική σήμερα ήταν χειρότερα από ότι συνήθως-ένιωθα όσο ενοχλημένος ένιωθε πάντα ο Έμετ.
Πριν προλάβει να εκραγεί το κεφάλι μου από ανυπομονησία, ο προπονητής Κλαπ μας άφησε ελεύθερους, νωρίτερα από ότι κανονικά. Ήμουν κατά έναν γελοίο τρόπο, ευγνώμων που προσπέρασε το πρωινό-μια απόπειρα δίαιτας- και η πείνα του τον έκανε βιαστικό να φύγει για να βρει κάτι να φάει. Υποσχέθηκε στον εαυτό του ότι θα ξεκινούσε από την αρχή την επόμενη μέρα…
Αυτό μου έδινε χρόνο να φτάσω στο κτίριο των μαθηματικών πριν τελειώσει το μάθημα της Μπέλλα.
Καλά να περάσεις, σκέφτηκε η Άλις καθώς ξεκίνησε για να πάει να συναντήσει τον Τζάσπερ. Λίγες ακόμα μέρες υπομονή. Υποθέτω πως δεν θα πεις γεια στην Μπέλλα από εμένα.
Κούνησα το κεφάλι μου με υπερβολή. Όλα τα μέντιουμ ήταν τόσο περήφανα?
Αν θες να μάθεις, θα έχει ήλιο αυτό το σαββατοκύριακο. Ίσως θα ήθελες να αλλάξεις τα σχέδια σου.
Αναστέναξα καθώς συνέχισα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Περήφανα αλλά σίγουρα χρήσιμα.
Έγειρα στο τοίχο δίπλα στην πόρτα περιμένοντας. Ήμουν τόσο κοντά που άκουγα την φωνή της Τζέσικα-μέσα από τα τούβλα-όσο δυνατά άκουγα και τις σκέψεις της.
«Δεν θα κάτσεις μαζί μας σήμερα, ε?» Φαίνεται… χαρούμενη. Πάω στοίχημα πως μου κρύβει πολλά ακόμα.
«Δεν νομίζω,» Απάντησε αβέβαια η Μπέλλα.
Δεν της είχα υποσχεθεί ότι θα περνούσα τον χρόνο μου στην καφετέρια μαζί της? Τι σκεφτόταν?
Βγήκαν από την αίθουσα μαζί, και των δυο τα μάτια γούρλωσαν όταν με είδαν. Αλλά μπορούσα μόνο να ακούσω την Τζέσικα.
Ωραία, Ουάου. Ναι, σίγουρα υπάρχουν περισσότερα από όσα μου είπε. Ίσως να την πάρω τηλέφωνο απόψε… Ή ίσως να μην την ενθαρρύνω. Χμ. Ελπίζω να την ξεπεράσει γρήγορα. Ο Μάικ είναι χαριτωμένος αλλά… ουάου.
«Τα λέμε αργότερα Μπέλλα.»
Η Μπέλλα άρχισε να περπατάει αργά προς τα εμένα και σταμάτησε πριν με φτάσει, ακόμα αβέβαιη. Το δέρμα στα ζυγωματικά της ήταν ροζ. | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 11. Ανακρίσεις Παρ 14 Αυγ 2009 - 21:40 | |
| Την ήξερα αρκετά καλά ώστε να γνωρίζω ότι δεν υπήρχε φόβος πίσω από τον δισταγμό. Προφανώς, ήταν μια διαφορά που είχε φανταστεί μεταξύ των συναισθημάτων μας. Περισσότερο από ότι του αρέσω εγώ. Παράλογο!
«Γεια,» είπα ευγενικά.
Το πρόσωπό της φωτίστηκε. «Γεια.»
Δεν φάνηκε να θέλει να πει τίποτε άλλο, οπότε ξεκίνησα να προχωράω προς την καφετέρια και αυτή με ακολούθησε σιωπηλά δίπλα μου.
Η ζακέτα είχε βοηθήσει-η οσμή της δεν ασκούσε πάνω μου την δύναμη που ένιωθα συνήθως. Ήταν απλά μια ηχώ του πόνου που ήδη ένιωθα. Μπορούσα να τον αγνοήσω πιο εύκολα από ότι θα μπορούσα να πιστέψω κάποτε δυνατό.
Η Μπέλλα ήταν ανήσυχη καθώς περιμέναμε στην ουρά, έπαιζε ασυνείδητα με το φερμουάρ της ζακέτας της και μετακινούσε συνεχώς το βάρος της, από το ένα πόδι στο άλλο. Με κοιτούσε συχνά, αλλά όποτε συναντούσε το βλέμμα μου, κοιτούσε κάτω σαν να ήταν ντροπιασμένη. Ήταν επειδή μας κοιτούσαν τόσοι άνθρωποι? Ίσως να μπορούσε να ακούσει τους δυνατούς ψιθύρους-σήμερα άκουγα κουτσομπολιό φωναχτά και όχι μόνο στις σκέψεις ατόμων.
Ή ίσως να συνειδητοποίησε από την έκφρασή μου, ότι είχε μπλέξει.
Δεν είπε τίποτα μέχρι που ξεκίνησα να διαλέγω φαγητό. Δεν ήξερα τι της άρεζε-όχι ακόμα-οπότε πήρα από όλα.
«Τι κάνεις?» γρύλισε με χαμηλή φωνή. «Παίρνεις όλα αυτά για εμένα?»
Κούνησα το κεφάλι μου και πήγα τον δίσκο το ταμείο. «Τα μισά είναι για εμένα φυσικά.»
Σήκωσε ένα φρύδι σκεπτική, αλλά δεν είπε τίποτα περισσότερο καθώς πλήρωσα και πήγα προς το τραπέζι που καθίσαμε την προηγούμενη φορά, πριν την καταστροφική της εμπειρία με το μάθημα της Βιολογίας. Μου φαινόταν περισσότερο από μερικές μέρες. Όλα ήταν διαφορετικά τώρα.
Κάθισε απέναντι μου. Έσπρωξα τον δίσκο προς το μέρος της.
«Πάρε ότι θέλεις,» την ενθάρρυνα.
Σήκωσε ένα μήλο και άρχισε να το περιστρέφει στα χέρι της σκεφτική.
«Είμαι περίεργη.»
Τι έκπληξη.
«Τι θα έκανες αν κάποιος σε τολμούσε να φας φαγητό?» συνέχισε με χαμηλή φωνή που δεν μπορούσαν να ακούσουν τα ανθρώπινα αυτιά. Τα αυτιά των αθάνατων ήταν άλλη ιστορία, αν πρόσεχαν. Ίσως να έπρεπε να τους είχα πει κάτι νωρίτερα…
«Πάντα είσαι περίεργη,» παραπονέθηκα. Ε και? Δεν ήταν πως δεν είχα φάει ποτέ στην αθάνατη μου ζωή. Ήταν μέρος της επικάλυψης μας. Ένα όχι τόσο ευχάριστο μέρος της. Άπλωσα το χέρι μου για το πιο κοντινό πράγμα και κράτησα το βλέμμα της καθώς πήρα μια μικρή μπουκιά από οτιδήποτε κι αν ήταν αυτό που σήκωσα. Χωρίς να κοιτάω, δεν μπορούσα να ξέρω. Ήταν μακρόστενο, φουσκωμένο και απωθητικό όπως οποιοδήποτε άλλο ανθρώπινο φαγητό. Μάσησα βιαστικά και κατάπια, προσπαθώντας να κρύψω την γκριμάτσα μου. Η μάζα φαγητού κινούταν αργά στον λαιμό μου. Αναστέναξα στην σκέψη ότι θα έπρεπε να το ξεράσω αργότερα. Αηδιαστικό.
Η έκφραση της Μπέλλα ήταν σοκαρισμένη. Εντυπωσιασμένη.
Ήθελα να γελάσω. Φυσικά και ήμασταν καλοί στις απάτες.
«Αν κάποιος σε τολμούσε να φας χώμα θα μπορούσες, δεν θα μπορούσες?»
Ζάρωσε την μύτη της και χαμογέλασε. «Το έκανα μια φορά… παίζαμε θάρρος ή αλήθεια. Δεν ήταν τόσο άσχημα.»
Γέλασα. «Υποθέτω πως δεν εκπλήσσομαι.»
Φαίνονται άνετα ε? Καλή χημεία. Θα πω την ανάλυση μου στην Μπέλλα αργότερα. Γέρνει προς τα μπροστά όπως θα έπρεπε, αν ενδιαφέρεται. Φαίνεται να ενδιαφέρεται. Φαίνεται… τέλειος. Η Τζέσικα αναστέναξε. Αχ.
Συνάντησα το περίεργο βλέμμα της Τζέσικα και κοίταξε αλλού χαχανίζοντας νευρικά στην κοπέλα δίπλα της.
Χμμμ. Καλύτερα μάλλον να μείνω με τον Μάικ. Πραγματικότητα, όχι φαντασία…
Η Τζέσικα αναλύει ότι κάνω,» ενημέρωσα την Μπέλλα. «Θα σου εξηγήσει αργότερα.»
Έσπρωξα τον πιάτο προς το μέρος της-πίτσα, συνειδητοποίησα-και αναρωτήθηκα ποιος θα ήταν ο καλύτερος τρόπος να ξεκινήσω. Η προηγούμενη μου ενόχληση επέστρεψε καθώς επανέλαβα τα λόγια στο μυαλό μου: Περισσότερο από ότι του αρέσω εγώ. Αλλά δεν μπορώ να κάνω και τίποτα για αυτό. Πήρε μια μπουκιά από το ίδιο κομμάτι πίτσα. Με εξέπληττε το πόσο με εμπιστευόταν. Φυσικά, δεν ήξερε ότι ήμουν δηλητηριώδης-όχι ότι θα της έκανε τίποτα το ότι μοιραζόταν φαγητό μαζί μου. Και πάλι, περίμενα άλλη συμπεριφορά. Σαν να ήμουν κάτι διαφορετικό. Δεν το έκανε ποτέ όμως-τουλάχιστον όχι με αρνητικό τρόπο…
Θα ξεκινούσα μαλακά…
«Λοιπόν, η σερβιτόρα ήταν όμορφη?»
Σήκωσε πάλι ένα φρύδι. «Πραγματικά δεν το πρόσεξες?»
Λες και μπορούσε να μου τραβήξει το ενδιαφέρον όταν βρισκόταν εκεί η Μπέλλα. Παράλογο, πάλι.
«Όχι, δεν πρόσεχα. Είχα πολλά στο μυαλό μου.» Από τα οποία, ένα ήταν και η εφαρμογή που είχε εκείνο το λεπτό πουκάμισο…
Καλά που έβαλε εκείνη την γελοία μπλούζα σήμερα.
«Καημένο κορίτσι,» είπε η Μπέλλα, χαμογελώντας.
Της άρεζε το ότι δεν βρήκα ενδιαφέρουσα την σερβιτόρα με κάποιον τρόπο. Το καταλάβαινα αυτό. Πόσες φορές φαντάστηκα τον εαυτό μου να επιτίθεται στον Μάικ Νιούτον στο μάθημα της Βιολογίας?
Δεν μπορούσε ειλικρινά να πιστεύει ότι τα ανθρώπινα συναισθήματα της, το αποτέλεσμα δεκαεφτά σύντομων χρόνων ζωής, μπορούσαν να είναι δυνατότερα από τα αθάνατα αισθήματα και πάθη που συσσωρεύονταν μέσα μου τον τελευταίο αιώνα.
«Κάτι που είπες στην Τζέσικα…» δεν μπορούσα να κρατήσω την φωνή μου χαλαρή. «Να, με ενοχλεί.»
Αμέσως έγινε αμυντική. «δεν εκπλήσσομαι που άκουσες κάτι που δεν σου άρεσε. Ξέρεις τι λένε για αυτούς που κρυφακούνε.»
Αυτοί που κρυφακούνε ποτέ δεν ακούν κάτι καλό για τους εαυτούς τους, αυτή ήταν η παροιμία.
«Σε προειδοποίησα ότι θα άκουγα,» της θύμισα.
«Και εγώ σε προειδοποίησα ότι δεν θέλεις να ξέρεις ότι σκέφτομαι.»
Α, σκεφτόταν τότε που την είχα κάνει να κλάψει. Η λύπη, έκανε την φωνή μου πιο βαθιά.
«Ναι, το έκανες. Αλλά δεν έχεις απόλυτο δίκιο. Θέλω να ξέρω τι σκέφτεσαι-τα πάντα. Απλά εύχομαι… να μην σκεφτόσουν κάποια πράγματα.»
Κι άλλα μισά ψέματα. Ήξερα ότι δεν έπρεπε να θέλω να νοιάζεται για εμένα. Αλλά το ήθελα. Φυσικά το ήθελα.
«Αυτό είναι πολύ ακριβές,» μουρμούρισε σαρκαστικά.
«Αλλά δεν ήθελα να καταλήξω εκεί αυτή τη στιγμή.»
«Τότε τι είναι?»
Έγειρε προς το μέρος μου, το χέρι της κρατούσε τον λαιμό της. Μου τράβηξε το βλέμμα-με αποσπούσε. Τι απαλό που θα έπρεπε να είναι εκείνο το δέρμα…
Συγκεντρώσου, διέταξα στον εαυτό μου.
«Πιστεύεις πραγματικά ότι νοιάζεσαι για εμένα περισσότερο από ότι εγώ για εσένα?» Ρώτησα. Η ερώτηση από μόνη της μου φαινόταν γελοία.
Τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα, αναπνοή της σταμάτησε. Τότε κοίταξε αλλού ανοιγοκλείνοντας γρήγορα τα βλέφαρα της. Πήρε μια βαθιά ανάσα, βρίσκοντας πάλι την αναπνοή της.
«Πάλι το κάνεις,» μουρμούρισε.
«Ποιο?»
«Με μαγεύεις,» παραδέχτηκε, συναντώντας το βλέμμα μου επιφυλακτικά.
«Α,» Χμ. Δεν ήμουν σίγουρος τι ακριβώς έπρεπε να κάνω για αυτό. Ούτε ήμουν σίγουρος αν ήθελα να μην την μαγεύω. Ήμουν ενθουσιασμένος που μπορούσα. Αλλά δεν βοηθούσε την εξέλιξη της συζήτησης μας.
«Δεν φταις εσύ.» Αναστέναξε. «Δεν το ελέγχεις.»
«Θα απαντήσεις στην ερώτησή μου?» Απαίτησα.
Κοίταξε το τραπέζι. «Ναι.»
Μόνο αυτό είπε.
«Ναι, θα απαντήσεις στην ερώτηση, ή ναι, πραγματικά το πιστεύεις?» Ρώτησα ανυπόμονα.
«Ναι, πραγματικά το πιστεύω,» είπε χωρίς να σηκώσει το βλέμμα της. Υπήρχε λίγη λύπη στην φωνή της. Κοκκίνισε πάλι και τα δάγκωσε ασυνείδητα το χείλος της.
Ξαφνικά, συνειδητοποίησα ότι της ήταν δύσκολο να το παραδεχτεί επειδή πραγματικά το πίστευε. Και δεν ήμουν καλύτερος από εκείνον τον δειλό, τον Μάικ, που ήθελα πρώτα να επιβεβαιώσει τα | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 11. Ανακρίσεις Παρ 14 Αυγ 2009 - 21:40 | |
| συναισθήματα της πριν επιβεβαιώσω εγώ τα δικά μου. Δεν είχε σημασία που ένιωθα ότι είχα ξεκαθαρίσει το πώς ένιωθα. Δεν το είχε καταλάβει εκείνη, οπότε δεν είχα δικαιολογία.
«Κάνεις λάθος,» υποσχέθηκα. Θα άκουσε την τρυφερότητα στην φωνή μου.
Η Μπέλλα με κοίταξε, τα μάτια της δεν πρόδιδαν τίποτα. «Δεν μπορείς να το ξέρεις αυτό,» ψιθύρισε.
Νόμιζε ότι υποτιμούσα τα συναισθήματα της επειδή δεν άκουγα τις σκέψεις της. Αλλά, στην πραγματικότητα, το πρόβλημα ήταν ότι αυτή υποτιμούσε τα δικά μου.
«Τι σε κάνει να το πιστεύεις?» Αναρωτήθηκα.
Ανταπέδωσε το βλέμμα μου, ζάρωσε τα φρύδια της και δάγκωσε πάλι το χείλος της. Για εκατομμυριοστή φορά ήθελα να μπορούσα να ακούσω τις σκέψεις της.
Ήμουν έτοιμος να την παρακαλέσω να μου πει με τι είδους σκέψεις πάλευε, αλλά σήκωσε ένα δάχτυλο για να μην με αφήσει να μιλήσω.
«Κάτσε να σκεφτώ,» είπε.
Αφού απλά οργάνωνε τις σκέψεις της, μπορούσα να είμαι υπομονετικός.
Ή τουλάχιστον μπορούσα να φανώ υπομονετικός.
Ένωσε τα χέρια της και έμπλεκε και ξέμπλεκε τα δάχτυλά της. Κοιτούσε τα χέρια της σαν να άνηκαν σε κάποιον άλλον καθώς μιλούσε.
«Εκτός από το προφανές,» μουρμούρισε. «Κάποιες φορές… δεν μπορώ να είμαι σίγουρη-εγω δεν μπορώ να διαβάζω σκέψεις-αλλά κάποιες φορές φαίνεται σαν να λες αντίο ενώ λες κάτι άλλο.» Δεν σήκωσε το βλέμμα της.
Το είχε προσέξει αυτό. Είχε συνειδητοποιήσει ότι ήταν μόνο αδυναμία και εγωισμός που με κρατούσαν εδώ? Νόμιζε κάτι λιγότερο για εμένα για αυτό?
«Παρατηρητική,» ανέπνευσα, και είδα με τρόμο, τον πόνο να διαμορφώνει την έκφρασή της. Βιάστηκα να εξηγήσω την υπόθεση της. «Εκεί ακριβώς είναι ο λόγος που κάνεις λάθος, όμως,-« ξεκίνησα και σταμάτησα, καθώς θυμήθηκα τις πρώτες λέξεις της εξήγησης της. Με ενοχλούσαν, αν και δεν ήμουν σίγουρος ότι κατάλαβα ακριβώς. «Τι εννοείς, ‘το προφανές’?»
«Κοίταξε με,» είπε.
Την κοιτούσα. Το μόνο που έκανα ήταν να την κοιτάω. Τι εννοούσε?
«Είμαι απόλυτα κανονική,» εξήγησε. «Εντάξει, εκτός από τα άσχημα, όπως σχεδόν μοιραίες εμπειρίες και το ότι είμαι τόσο αδέξια που θα μπορούσα σχεδόν να είμαι άτομο με ειδικές ανάγκες. Και κοίταξε εσένα.» Έκανε κίνηση με το χέρι της προς το μέρος μου, σαν να έδειχνε κάποιο τόσο προφανές συμπέρασμα, που δεν άξιζε να το πει με λέξεις.
Νόμιζε ότι ήταν κανονική? Νόμιζε πως εγώ κατά κάποιον τρόπο ήμουν προτιμότερος από αυτήν? Με ποιανού την εκτίμηση? Χαζοί, στενόμυαλοι, τυφλοί άνθρωποι όπως η Τζέσικα ή η κυρία Κόουπ? Πως δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι ήταν η πιο όμορφη… η πιο εκπληκτική… Αυτές οι λέξεις δεν ήταν αρκετές.
Και αυτή δεν είχε ιδέα.
«Δεν βλέπεις τον εαυτό σου καθαρά, ξέρεις,» της είπα. «Παραδέχομαι ότι έχεις δίκιο για τα άσχημα…» γέλασα χωρίς χιούμορ. Δεν έβρισκα κωμική την κακιά μοίρα που την στοίχειωνε. Η αδεξιότητα της όμως ήταν λίγο αστεία. Αξιολάτρευτη. Θα με πίστευε αν της έλεγα ότι ήταν πανέμορφη από έξω και από μέσα? Ίσως κάτι άλλο να ήταν πιο πειστικό. «Αλλά δεν άκουσες τι σκεφτόταν κάθε ανθρώπινο αρσενικό την πρώτη σου μέρα.»
Α, η ελπίδα, ο ενθουσιασμός εκείνων των σκέψεων. Η ταχύτητα με την οποία μετατράπηκαν σε φαντασιώσεις. Αδύνατο επειδή δεν ήθελε κανέναν από εκείνους.
Σε εμένα είχε πει ναι.
Το χαμόγελο μου πρέπει α ήταν περήφανο.
Το πρόσωπό της ήταν κενό από έκπληξη. «Δεν το πιστεύω,» μουρμούρισε.
«Πίστεψε σε αυτό-μόνο κοινή δεν είσαι.»
Η ύπαρξη της και μόνο ήταν αρκετή για να δικαιολογηθεί η δημιουργία ολόκληρου του κόσμου.
Δεν ήταν συνηθισμένη σε φιλοφρονήσεις, το έβλεπα αυτό.. Άλλο ένα πράγμα που θα έπρεπε να συνηθίσει. Κοκκίνισε και άλλαξε θέμα. «Αλλά εγώ δεν λέω αντίο.»
«Δεν βλέπεις? Αυτό είναι που αποδεικνύει ότι έχω δίκιο. Νοιάζομαι περισσότερο, γιατί αν μπορώ να το κάνω…» Θα ήμουν ποτέ αρκετά ανιδιοτελής ώστε να κάνω το σωστό? Κούνησα το κεφάλι μου απεγνωσμένα. Θα έπρεπε να βρω την δύναμη. Της άξιζε μια ζωή. Όχι αυτό που είχε δει η Άλις ότι την περίμενε. «Αν το να φύγω είναι το σωστό πράγμα…» Και έπρεπε να είναι το σωστό, έτσι? Δεν υπήρχε κάποιος απερίσκεπτος άγγελος. Η Μπέλλα δεν άνηκε με εμένα. «Τότε θα πληγώσω τον εαυτό μου, για να μην πληγώσω εσένα, να σε κρατήσω ασφαλής.»
Καθώς έλεγα τις λέξεις, ήθελα να είναι αληθινές.
Με κοίταξε με ενοχλημένο βλέμμα. Οι λέξεις μου κατάφεραν κάπως να την ενοχλήσουν. «Και δεν νομίζεις ότι θα έκανα το ίδιο?» Απαίτησε θυμωμένα.
Τόσο εκνευρισμένη-τόσο απαλή, τόσο εύθραυστη. Πως θα μπορούσε να πληγώσει κανέναν? «Δεν θα χρειαστεί ποτέ να πάρεις τέτοια απόφαση,» της είπα, θλιμμένος από την μεγάλη διαφορά μεταξύ μας.
Με κοίταξε και η έκφραση της άλλαξε από ενοχλημένη σε ανήσυχη.
Υπήρχε κάτι λάθος με το σύμπαν αν κάποια τόσο καλή και εύθραυστη δεν άξιζε έναν φύλακα άγγελο να την γλιτώνει από μπελάδες.
Λοιπόν, σκέφτηκα με μαύρο χιούμορ, τουλάχιστον έχει έναν φύλακα βρικόλακα.
Χαμογέλασα. Πως μου άρεζαν οι δικαιολογίες για να μείνω. «Φυσικά, το να σε κρατάω ασφαλής αρχίζει να μοιάζει με ασχολία συνεχόμενου ωραρίου που απαιτεί την συνεχή μου παρουσία.»
Χαμογέλασε κι εκείνη. «Κανείς δεν προσπάθησε να με ξεκάνει σήμερα,» είπε αστειευόμενη. «Ακόμα.» πρόσθεσα ξερά.
«Ακόμα,» συμφώνησε προς έκπληξη μου. Περίμενα να αρνηθεί κάθε ανάγκη για προστασία.
Πως μπόρεσε? Αυτός ο ηλίθιος εγωιστής! Πως μπόρεσε να μας το κάνει αυτό? Η τσιριχτή νοητική της Ρόζαλι, με απέσπασε από τις σκέψεις μου.
«Ήρεμα Ρόουζ,» άκουσα τον Έμετ να ψιθυρίζει από την άλλα άκρη της καφετέριας. Το χέρι του ήταν περασμένο γύρω από τους ώμους της, κρατώντας την σφιχτά στο πλευρό του-την συγκρατούσε.
Συγνώμη Έντουαρντ, σκέφτηκε με ενοχές η Άλις. Κατάλαβε ότι η Μπέλλα ήξερε πολλά από την συζήτησή σας… και, απλά, θα ήταν χειρότερα αν δεν της είχα πει την αλήθεια κατευθείαν. Πίστεψε με σε αυτό.
Δεν ήταν ευχάριστες οι εικόνες που ακολούθησαν, που έδειχναν τι θα γινόταν αν είχα πει στην Ρόζαλι ότι η Μπέλλα ήξερε ότι ήμουν βρικόλακας, στο σπίτι-οπού δεν είχε και να παίξει κάποιον ρόλο. Θα έπρεπε να κρύψω την Άστον Μάρτιν μου κάπου έξω από την πολιτεία αν δεν ηρεμούσε μέχρι να τελείωνε η σχολική μέρα. Το θέαμα του αγαπημένου αυτοκινήτου, κατεστραμμένο και να καίγεται με αναστάτωνε λίγο-αν και ήξερα πως θα το άξιζα.
Ο Τζάσπερ δεν ήταν και πιο ευτυχισμένος.
Θα αντιμετώπιζα τους άλλους αργότερα. Είχα μετρημένο χρόνο να είμαι με την Μπέλλα, και δεν θα τον σπαταλούσα. Και ακούγοντας την Άλις θυμήθηκα ότι είχα δουλειά.
«Έχω άλλη μια ερώτηση για εσένα,» είπα, διώχνοντας τις υστερικές σκέψεις της Ρόζαλι.
«Ρίξε,» είπε η Μπέλλα χαμογελώντας.
«Πρέπει πραγματικά να πας στο Σηάτλ αυτό το Σάββατο ή ήταν δικαιολογία ώστε να αποφύγεις να αρνηθείς στους θαυμαστές σου?»
Έκανε μια γκριμάτσα. «Ξέρεις, ακόμα δεν σε έχω συγχωρέσει για εκείνο με τον Τάιλερ. Εσύ φταις που έχει την παραίσθηση ότι θα πάω στον τελικό χορό μαζί του.»
«Ε, θα έβρισκε άλλη ευκαιρία να σε ρωτήσει και να μην ήμουν εγώ-απλά ήθελα πολύ να δω την έκφραση σου.»
Γέλασα τώρα, καθώς θυμήθηκα το πρόσωπό της. Τίποτα από όσα της είχα πει για την σκοτεινή μου ιστορία δεν την έκαναν να δείχνει τόσο τρομοκρατημένη. Η αλήθεια δεν την τρόμαζε. Ήθελε να είναι μαζί μου. Περίεργο.
«Αν σε είχα ρωτήσει εγώ, θα με απέρριπτες?»
«Μάλλον όχι,» είπε. «Αλλά θα ακύρωνα αργότερα-θα έκανα ότι ήμουν άρρωστη ή ότι στραμπούλιξα το πόδι μου.»
Τι παράξενο. «Γιατί να έκανες κάτι τέτοιο?»
Κούνησε το κεφάλι της σαν να ήταν απογοητευμένη που δεν κατάλαβα αμέσως.
«Δεν με έχεις δει ποτέ στην γυμναστική, υποθέτω, αλλά νόμιζα ότι θα καταλάβαινες.»
Α. «Αναφέρεσαι στο γεγονός ότι δεν μπορείς να περπατήσεις σε μια επίπεδη, σταθερή επιφάνεια χωρίς να βρεις κάτι να σκοντάψεις?»
«Προφανώς.»
«Αυτό δεν θα ήταν πρόβλημα. Το πάν είναι στο ποιος καθοδηγεί.» | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 11. Ανακρίσεις Παρ 14 Αυγ 2009 - 21:41 | |
| Για ένα σύντομο δευτερόλεπτο, με κυρίευσε η ιδέα του να την κρατάω στο χέρια μου σε έναν χορό-όπου θα φορούσε σίγουρα κάτι όμορφο και κομψό αντί αυτήν την γελοία μπλούζα.
Με απόλυτη ακρίβεια, θυμόμουν πως ένιωθα το σώμα της κάτω από το δικό μου αφού την είχα βγάλει στην άκρη από το βαν. Πιο δυνατά από τον πανικό ή την απόγνωση, θυμόμουν την αίσθηση. Ήταν τόσο ζεστή και απαλή, ταίριαζε εύκολα με το δικό μου σχήμα…
Τράβηξα τον εαυτό μου από εκείνη την ανάμνηση.
«Αλλά δεν μου είπες-« είπα γρήγορα, χωρίς να την αφήσω να φέρει αντίρρηση για το ότι ήταν αδέξια, όπως προφανώς σκόπευε να κάνει. «Έχεις αποφασίσει να πας στο Σηάτλ ή δεν θα σε πείραζε αν κάναμε κάτι άλλο?»
Ύπουλο-της έδινα επιλογή χωρίς να την αφήσω να αποφύγει εμένα εκείνη την μέρα. Δεν ήταν δίκαιο. Αλλά της είχα κάνει μια υπόσχεση χθες το βράδυ… και μου άρεζε η ιδέα να την εκπλήρωνα-σχεδόν όσο με τρόμαζε η ιδέα.
Ο ήλιος θα έλαμπε το Σάββατο. Θα μπορούσα να της δείξω τον πραγματικό μου εαυτό, αν ήμουν αρκετά θαρραλέος ώστε να αντέξω τον τρόμο και την αηδία της. Ήξερα ακριβώς το σωστό μέρος για να πάρω εκείνο το ρίσκο…
«Είμαι ανοιχτή σε εναλλακτικά σχέδια,» είπε η Μπέλλα. «Αλλά έχω μια χάρη να ζητήσω.»
Ήταν άλλο ένα ναι. Τι να ήθελε από εμένα?
«Τι?»
«Μπορώ να οδηγήσω εγώ?»
Αυτή ήταν η ιδέα της για χιούμορ? «Γιατί?» «Βασικά, επειδή όταν είπα στον Τσάρλυ ότι θα πήγαινα στο Σηάτλ, ρώτησε συγκεκριμένα αν θα πήγαινα μόνη και, τότε , θα πήγαινα. Αν ρωτήσει πάλι μάλλον δεν θα του πω ψέματα, αλλά δεν νομίζω να ρωτήσει ξανά, και το να αφήσω το φορτηγό στο σπίτι θα τον έκανε να αναφέρει το θέμα χωρίς λόγο. Και επίσης, η φοβίζει η οδήγησή σου.»
Την κοίταξα με χλευαστικό ύφος. «Από όλα τα πράγματα σε εμένα που θα μπορούσαν να σε φοβίζουν, εσύ ανησυχείς για την οδήγησή μου.» Πραγματικά, ε εγκέφαλος της λειτουργούσε ανάποδα. Κούνησα το κεφάλι μου με αηδία.
Έντουαρντ, φώναξε βιαστικά η Άλις.
Ξαφνικά έβλεπα ένα φωτεινό κύκλο ηλιαχτίδων, μπλεγμένος στα οράματα της Άλις.
Ήταν ένα μέρος που ήξερα καλά, το μέρος που σκεφτόμουν να πάω την Μπέλλα-ένα μικρό λιβάδι όπου δεν πήγαινε κανένας εκτός από εμένα. Ένα ήσυχο και όμορφο μέρος που μπορούσα να βασιστώ αν ήθελα να είμαι μόνος-αρκετά μακριά από οποιοδήποτε μονοπάτι ή κατοικημένη περιοχή, ώστε και το δικό μου μυαλό έβρισκε γαλήνη και ησυχία.
Και η Άλις το αναγνώρισε, επειδή με είχε δει εκεί σχετικά πρόσφατα σε ένα όραμα-ένα από εκείνα τα στιγμιαία οράματα που μου έδειξε το πρωί που έσωσα την Μπέλλα από υο βαν.
Σε εκείνο το στιγμιαίο όραμα, δεν ήμουν μόνος. Και τώρα ήταν ξεκάθαρο-η Μπέλλα ήταν μαζί μου εκεί. Οπότε ήμουν αρκετά θαρραλέος. Με κοιτούσε, ουράνια τόξα χόρευαν στο πρόσωπό της, με μάτια γεμάτα θαυμασμό.
Είναι το ίδιο μέρος, είπε η Άλις, το μυαλό την ήταν τρομοκρατημένο που δεν είχε συνδέσει το όραμα. Αναστάτωση, ίσως, αλλά τρόμο? Τι εννοούσε το ίδιο μέρος?
Και τότε το είδα.
Έντουαρντ! Διαμαρτυρήθηκε η Άλις. Την αγαπάω, Έντουαρντ!
Την έδιωξα απότομα από το μυαλό μου.
Δεν αγαπούσε την Μπέλλα με τον τρόπο που την αγαπούσα εγώ. Το όραμα της ήταν αδύνατο. Λάθος. Ήταν τυφλωμένη, έβλεπε απίθανες πιθανότητες.
Δεν είχε περάσει ούτε μισό δευτερόλεπτο . Η Μπέλλα με κοιτούσε με περιέργειά , περιμένοντας να εγκρίνω την χάρη της. Είχε δει την στιγμιαία αλλαγή της έκφρασής μου, ή ήταν πολύ γρήγορη για αυτήν?
Συγκεντρώθηκα σε εκείνη, στην ανολοκλήρωτη συζήτησή μας, σπρώχνοντας την Άλις και τα λανθασμένα οράματά της μακριά από τις σκέψεις μου. Δεν άξιζαν την προσοχή μου.
Δεν μπόρεσα να κρατήσω όμως και πολύ ευχάριστο τον τόνο της φωνής μου.
«Δεν θέλεις να πεις στον πατέρα σου ότι θα περάσεις την μέρα μαζί μου?» Ρώτησα, η φωνή μου έγινε λίγο σκοτεινή.
Έσπρωξα πάλι στην άκρη τα οράματα, προσπαθώντας να τους απαγορεύσω την πρόσβαση στις σκέψεις μου.
«Με τον Τσάρλυ, λιγότερο είναι πάντα περισσότερο,» είπε η Μπέλλα σίγουρα για αυτό. «Που θα πάμε, τέλος πάντων?»
Η Άλις έκανε λάθος. Μεγάλο λάθος. Δεν υπήρχε περίπτωση. Και ήταν απλά ένα παλιό όραμα, χωρίς αξία πια. Τα πράγματα είχαν αλλάξει.
«Ο καιρός θα είναι καλός,» της είπα αργά, πολεμώντας με τον πανικό και την αναποφασιστικότητα. Η Άλις έκανε λάθος. Θα συνέχιζα σαν να μην είχα δει τίποτα. «Οπότε θα μείνω μακριά από τα περίεργα βλέμματα των υπόλοιπων κατοίκων… και μπορείς να είσαι μαζί μου αν θες.»
Η Μπέλλα έπιασε αμέσως το νόημα. Τα μάτια της έλαμψαν από ανυπομονησία. «Και θα μου δείξεις αυτό που εννοούσες για τον ήλιο?»
Ίσως, όπως τόσες άλλες φορές, η αντίδραση της να ήταν το αντίθετο από εαυτό που περίμενα. Χαμογέλασα στην πιθανότητα. «Ναι. Αλλά…» δεν είχε πει ναι. «Αν δεν θέλεις… να είσαι μόνη μαζί μου, θα προτιμούσα να μην πήγαινες μόνη σου στο Σηάτλ. Ανατρίχιασα στην σκέψη του τι μπελάδες θα μπορούσε να βρει σε μια πόλη τέτοιου μεγέθους.»
Πίεσε τα χείλη της-ήταν προσβεβλημένη.
«Το Φοίνιξ είναι τρείς φορές πιο μεγάλο από το Σηάτλ-μόνο σε πληθυσμό. Σε μέγεθος είναι-»
«Αλλά προφανώς δεν είχε έρθει η ώρα σου στο Φοίνιξ,» είπα διακόπτοντας τις δικαιολογίες της. «Οπότε θα προτιμούσα να έμενες μαζί μου.»
Θα μπορούσε να μείνει για πάντα και πάλι δεν θα ήταν αρκετό.
Δεν θα έπρεπε να σκέφτομαι έτσι. Δεν είχαμε για πάντα. Τα δευτερόλεπτα που περνούσαν, μετρούσαν περισσότερο από ποτέ. Κάθε δευτερόλεπτο την άλλαζε καθώς εγώ παρέμενα ανέγγιχτος.
«Όπως τυχαίνει, δεν με πειράζει να είμαι μόνη μαζί σου,» είπε.
‘Όχι- επειδή τα ένστικτά της ήταν ανάποδα.
«Το ξέρω.» Αναστέναξα. «Θα έπρεπε να το πεις τον Τσάρλυ όμως.»
«Γιατί στην ευχή να το έκανα αυτό?» ρώτησε. Ακουγόταν τρομοκρατημένη.
Την κοίταξα, τα οράματα τα οποία δεν κατάφερα να καταπιέσω πλήρως άρχισαν να στροβιλίζουν στο μυαλό μου.
«για να μου δώσει κάποιο κίνητρο να σε φέρω πίσω», γρύλισα. Θα μπορούσε να κάνει έστω αυτό-έναν μάρτυρα που θα με ανάγκαζε να είμαι προσεκτικός.
Γιατί μου έδωσε αυτήν την πληροφορία τώρα η Άλις?
Η Μπέλλα κατάπιε δυνατά και με κοίταξε για λίγη ώρα. Τι έβλεπε?
«Νομίζω πως θα το ρισκάρω,» είπε. Της άρεζε να ρισκάρει την ζωή της? Κάποιου είδους αδρεναλίνης που χρειαζόταν? Μόρφασα στην Άλις η οποία συνάντησε το βλέμμα μου προειδοποιητικά. Δίπλα της η Ρόζαλι, κοιτούσε έξαλλη, αλλά δεν με ένοιαζε και ιδιαίτερα. Ας κατέστρεφε το αυτοκίνητο. Ήταν απλά ένα παιχνίδι.
«Ας μιλήσουμε για κάτι άλλο,» πρότεινε ξαφνικά η Μπέλλα.
Τη κοίταξα, αναρωτώμενος πως μπορούσε να αδιαφορεί για αυτά που είχαν πραγματικά σημασία. Γιατί δεν με έβλεπε σαν το τέρας που ήμουν?
«Για τι θέλεις να μιλήσουμε?»
Έστρεψε το βλέμμα της πρώτα δεξιά και μετά αριστερά, καθώς σιγουρευόταν πως δεν μας άκουγε κανείς. Θα ανέφερε μάλλον και άλλο θέμα βασισμένο σε μύθους. Τα μάτια της και το σώμα της πάγωσαν για μια στιγμή και μετά με ξανακοίταξε.
«Γιατί πήγες στο Γκόουτ Ρόκς το περασμένο σαββατοκύριακο… για κυνήγι? Ο Τσάρλυ είπε ότι δεν ήταν κατάλληλο μέρος για πεζοπορία λόγω των αρκούδων.»
Τόσο αδιάφορη. Την κοίταξα σηκώνοντας το ένα μου φρύδι.
«Αρκούδες?» αναφώνησε.
Χαμογέλασα προσεκτικά, καθώς την έβλεπα να επεξεργάζεται την πληροφορία. Αυτό θα την έκανε να με παίρνει στα σοβαρά? Ή οτιδήποτε άλλο?
Έλεγξε την έκφραση της. «Ξέρεις ότι δεν είναι η εποχή τους για κυνήγι?» είπε σοβαρά και τα μάτια της στένεψαν.
«Αν διαβάσεις προσεκτικά, οι κανόνες διευκρινίζουν μόνο το κυνήγι με όπλα.»
Έχασε τον έλεγχο του προσώπου της για μια στιγμή. Το στόμα της άνοιξε.
«Αρκούδες?» είπε πάλι, διστακτική ερώτηση αυτή την φορά και όχι τόσο έκπληξη.
«Οι Γκρίζλυ είναι οι αγαπημένες του Έμετ.»
Παρατήρησα τα μάτια της καθώς το επεξεργαζόταν. | |
| | | Leia the werewolf twilight 4 ever
Αριθμός μηνυμάτων : 172 Reputation : 0 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 28 Τόπος : La-Pous
| Θέμα: Απ: 11. Ανακρίσεις Παρ 14 Αυγ 2009 - 21:42 | |
| «Χμ,» μουρμούρισε. Πήρε μια μπουκιά από την πίτσα κοιτάζοντας κάτω. Μάσησε σκεφτικά και μετά ήπιε μια γουλιά.
«Τότε,» είπε, σηκώνοντας επιτέλους το κεφάλι της. «Τι είναι το δικό σου αγαπημένο?»
Υποθέτω πως θα έπρεπε να περιμένω κάτι τέτοιο αλλά δεν το περίμενα. Η Μπέλλα τουλάχιστον ήταν πάντα ενδιαφέρουσα.
«Τα Πούμα,» απάντησα.
«Α,» είπε με ουδέτερο τόνο. Ο ρυθμός της καρδιάς της παρέμεινε σταθερό, σαν να συζητούσαμε για τα αγαπημένα μας εστιατόρια.
Καλά, τότε. Αν ήθελε να συμπεριφέρεται σαν να μην είναι κάτι ασυνήθιστο…
«Φυσικά, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί να μην διαταράσσουμε το περιβάλλον με το κυνήγι μας,» της είπα, η φωνή μου ουδέτερη. «προσπαθούμε να επικεντρωνόμαστε σε περιοχές όπου αφθονούν τα θηράματα μας-πηγαίνουμε όσο μακριά χρειαστεί. Υπάρχουν πάντα αρκετά ελάφια εδώ, μας κάνουν, αλλά που είναι η διασκέδαση σε αυτό?»
Άκουγε με ευγενικά ενδιαφερόμενη έκφραση, σαν να ήμουν δάσκαλος που έκανε διάλεξη. Έπρεπε να χαμογελάσω.
«Έλα ντε,» μουρμούρισε ήρεμα, παίρνοντας άλλη μια μπουκιά.
«Η αρχή της άνοιξης είναι η αγαπημένη περίοδος αρκούδων του Έμετ,» είπα συνεχίζοντας την διάλεξη. «Ξυπνάνε από την Χειμερία Νάρκη και είναι πιο ευέξαπτες.»
Εβδομήντα χρόνια αργότερα και ακόμα δεν είχε ξεπεράσει το ότι είχε χάσει στην πρώτη μάχη.
«Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από μια ευέξαπτη αρκούδα Γκρίζλυ,» συμφώνησε η Μπέλλα, γνέφοντας απερίσκεπτα.
Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω το χαχανητό που μου ξέφυγε και κούνησα το κεφάλι μου στην μυστήρια ηρεμία της. «Πες μου τι σκέφτεσαι πραγματικά, σε παρακαλώ.»
«Προσπαθώ να το φανταστώ-αλλά δεν μπορώ,» είπε καθώς εμφανίστηκε η ρυτίδα ανάμεσα στα φρύδια της. «Πως κυνηγάς αρκούδα χωρίς όπλα?»
«Μα, έχουμε όπλα,» της είπα και της έδωσα ένα πλατύ χαμόγελο. Περίμενα να τρομάξει αλλά ήταν ακίνητη και με κοιτούσε. «Απλά όχι αυτά που θα σκέφτονταν όταν έγραφαν τους κυνηγετικούς κανόνες. Αν έχεις δει καμία αρκούδα να επιτίθεται, στην τηλεόραση, θα μπορέσεις να φανταστείς τον Έμετ να κυνηγάει.»
Κοίταξε στο τραπέζι όπου κάθονταν οι άλλη και ανατρίχιασε.
Επιτέλους. Και τότε γέλασα με τον εαυτό, επειδή ήξερα ότι μέρος μου, έλπιζε να παρέμενε αδιάφορη.
Τα σκούρα μάτια της ήταν πλατιά και βαθιά καθώς με κοιτούσε. «Είσαι κι εσύ σαν αρκούδα?» με ρώτησε, σχεδόν ψιθυρίζοντας.
«Πιο πολύ σαν λιοντάρι, ή έτσι μου λένε,» της είπα προσπαθώντας να ακουστώ πάλι αδιάφορος. «Ίσως να ταιριάζουμε και με τις προτιμήσει μας.»
Χαμογέλασε λίγο. «Ίσως,» επανέλαβε. Και μετά έγειρε το κεφάλι της και η περιέργεια ήταν ξεκάθαρη στα μάτια της.»Είναι κάτι που θα μπορούσα να δω κάποια στιγμή?»
Δεν χρειάστηκα εικόνες από την Άλις για να σχηματίσω αυτό τον τρόμο- η φαντασία μου ήταν υπεραρκετή.
«Αποκλείεται,» της γρύλισα.
Απομακρύνθηκε λίγο, τα μάτια της ήταν ξαφνιασμένα και τρομαγμένα.
Έγειρα κι εγώ πίσω, θέλοντας να βάλω απόσταση μεταξύ μας. Δεν θα έβλεπε ποτέ κάτι τέτοιο ε? Δεν θα έκανε τίποτα που θα με βοηθούσε να την κρατήσω ζωντανή.
«Πολύ τρομακτικό για εμένα?» είπε με σταθερή φωνή. Η καρδιά της όμως χτυπούσε πιο γρήγορα.
«Αν ήταν αυτό το θέμα, θα σε πήγαινα απόψε,» είπα μέσα από τα δόντια μου. «Χρειάζεσαι μια γερή δόση φόβου. Τίποτα δεν θα σε επωφελούσε περισσότερο.»
«Τότε γιατί?» απαίτησε.
Την κοίταξα με κενό βλέμμα, περιμένοντας να με φοβηθεί. Εγώ φοβόμουν. Μπορούσα να φανταστώ ξεκάθαρα να έχω την Μπέλλα κοντά μου όταν κυνηγούσα…
Τα μάτια τη παρέμειναν περίεργα., ανυπόμονα, τίποτα περισσότερο. Περίμενε την απάντηση της, δεν παραδινόταν.
Αλλά η ώρα μας είχε τελειώσει.
«Αργότερα,» είπα και σηκώθηκα στα πόδια μου. «Θα αργήσουμε.»
Κοίταξε γύρω της, αποπροσανατολισμένη σαν να είχε ξεχάσει ότι βρισκόμασταν στην καφετέρια. Σαν να ξέχασε ότι βρισκόμασταν καν στο σχολείο-ξαφνιασμένη που δεν ήμασταν μόνοι κάπου απόμακρα. Καταλάβαινα απόλυτα εκείνο το αίσθημα. Ήταν δύσκολο να θυμάμαι τον υπόλοιπο κόσμο όταν βρισκόμουν μαζί της.
Σηκώθηκε βιαστικά, χάνοντας λίγο την ισορροπία της, και περνώντας την τσάντα της πάνω από τον ώμο της.
«Αργότερα τότε,» είπε και είδα τον αποφασισμένη της έκφραση. Περίμενε να τηρήσω εκείνη την υπόσχεση. | |
| | | | 11. Ανακρίσεις | |
|
| Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή | Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
| |
| |
| |