edward-bella-jakob
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.


Αμα είστε twilight φαν οι πόρτες του φόρουμ είναι ανοιχτές για εσάς!!!!!
 
ΦόρουμΠόρταλΕικονοθήκηLatest imagesΑναζήτησηΕγγραφήΣύνδεση
Αναζήτηση
 
 

Αποτελέσματα Αναζήτησης
 
Rechercher Σύνθετη Αναζήτηση
Πρόσφατα Θέματα
» σωστο-λαθος
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΚυρ 27 Δεκ 2009 - 22:31 από patrick

» ερώτιση.
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΚυρ 27 Δεκ 2009 - 22:31 από patrick

» Εσεις ποσες φορες εχετε δει το Twilight?
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΚυρ 27 Δεκ 2009 - 22:24 από patrick

» Coffee time
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΚυρ 27 Δεκ 2009 - 22:21 από patrick

» Τι είμαι??????
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 11 Δεκ 2009 - 20:32 από eilin

» ποια ηταν η πρωτη σας σκεψη οταν ακουσατε γι αυτην τη ταινια?
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 11 Δεκ 2009 - 14:42 από eilin

» Renesmee το αγγελικό παιδάκι
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 11 Δεκ 2009 - 14:36 από eilin

» αγαπημενη σκηνη απο το βιβλιο
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 11 Δεκ 2009 - 14:30 από eilin

» αγαπημενη σκηνη απο το βιβλιο
9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 11 Δεκ 2009 - 14:27 από eilin

Πλοήγηση
 Πόρταλ
 Ευρετήριο
 Κατάλογος Μελών
 Προφίλ
 Συχνές Ερωτήσεις
 Αναζήτηση
Δημόσια συζήτηση
Affiliates
free forum


 

 9. Πορτ Άντζελες.

Πήγαινε κάτω 
ΣυγγραφέαςΜήνυμα
Leia the werewolf
twilight 4 ever
twilight 4 ever
Leia the werewolf


Αριθμός μηνυμάτων : 172
Reputation : 0
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009
Ηλικία : 28
Τόπος : La-Pous

9. Πορτ Άντζελες. Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: 9. Πορτ Άντζελες.   9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 14 Αυγ 2009 - 20:59

Ήταν πολύ φωτεινά για να οδηγήσω μέσα στην πόλη όταν έφτασα στο Πορτ Άντζελες. Ο ήλιος ήταν ακόμα ψηλά και ,αν και τα παράθυρά μου ήταν αρκετά σκούρα, δεν υπήρχε λόγος να πάρω ένα τέτοιο ρίσκο. Κι άλλα τέτοια ρίσκα μάλλον θα έπρεπε να πω.
Ήμουν σίγουρος πως θα μπορούσα να βρω τις σκέψεις της Τζέσικα από απόσταση-οι σκέψεις της Τζέσικα ήταν πιο δυνατές από της Άντζελα, αλλά μιας και έβρισκα της πρώτης θα μπορούσα εύκολα να ακούσω και της δεύτερης. Όταν άρχισαν να επεκτείνονται οι σκιές θα μπορούσα να πλησιάσω. Για τώρα, σταμάτησα το αυτοκίνητό μου στην άκρη σε έναν δρόμο από όπου σπάνια περνούσε κάποιος, λίγο έξω από την πόλη.
Ήξερα την γενική κατεύθυνση που θα έπρεπε να ψάξω-υπήρχε στην ουσία μόνο ένα μέρος για να ψωνίσουν φορέματα στο Πορτ Άντζελες. Δεν άργησα να βρω την Τζέσικα, να στριφογυρίζει μπροστά σε έναν καθρέφτη. Μπορούσα να δω την Μπέλλα από την άκρη του ματιού της να της κάνει κομπλιμέντο για το μαύρο φόρεμα που φορούσε.
Η Μπέλλα φαίνεται θυμωμένη. Χα, χα. Η Άντζελα έχει δίκιο-ο Τάιλερ έλεγε βλακείες. Δεν μπορώ να πιστέψω όμως ότι την έχει αναστατώσει τόσο. Τουλάχιστον ξέρει ότι θα έχει καβαλιέρο σε περίπτωση ανάγκης για τον χορό στο τέλος της χρονιάς. Και αν ο Μάικ δεν περάσει καλά σε αυτόν τον χορό και δεν μου ζητήσει να ξαναβγούμε? Και αν ζητήσει από την Μπέλλα να πάνε μαζί στον τελικό χορό? Θα ζητούσε μήπως αυτή τον Μάικ σε αυτόν τον χορό αν δεν είχα πει τίποτα? Ο Μάικ πιστεύει ότι είναι πιο όμορφη από εμένα? Αυτή πιστεύει ότι είναι πιο όμορφη από εμένα?
«Νομίζω ότι μου αρέσει το μπλε πιο πολύ. Τονίζει τα μάτια σου.»
Η Τζέσικα χαμογέλασε στην Μπέλλα με ψεύτικη ζεστασιά, καθώς την κοιτούσε καχύποπτα.
Το πιστεύει πραγματικά? Ή θέλει να μοιάζω με αγελάδα το Σάββατο?
Είχαν ήδη αρχίσει να με κουράζουν οι σκέψεις της Τζέσικα. Πήγα να βρω της Άντζελα-α, αλλά η Άντζελα ήταν στα δοκιμαστήρια και δοκίμασε ένα φόρεμα, έφυγα γρήγορα από το μυαλό της για να της δώσω ιδιωτικότητα.
Εντάξει, δεν μπορούσε να πάθει και τίποτα η Μπέλλα μέσα σε ένα κατάστημα ρούχων. Θα τις άφηνα να τελειώσουν τα ψώνια και θα τις έβρισκα αργότερα. Δεν θα αργούσε να νυχτώσει-άρχισαν να επιστρέφουν τα σύννεφα σίγα-σιγά από τα δυτικά. Μπορούσα μόνο να τα διακρίνω μέσα από τα δέντρα, αλλά έβλεπα πως θα έκρυβαν γρήγορα τον ήλιο. Τα καλωσόριζα, τα ήθελα περισσότερο από ότι ήθελα τις σκιές τους οποιαδήποτε άλλη φορά. Αύριο στο σχολείο θα μπορούσα να καθίσω δίπλα στην Μπέλλα και πάλι, κλέβοντας την προσοχή της από τους άλλους στην καφετέρια πάλι. Θα μπορούσα να της κάνω όλες τις ερωτήσεις που είχαν αρχίσει να μαζεύονται…
Οπότε ήταν Θυμωμένη με τις υποθέσεις του Τάιλερ. Είχα δει στο μυαλό του πως το εννοούσε κυριολεκτικά όταν είχε μιλήσει για τον τελικό χορό, πως έπαιρνε αυτό που πίστευε ότι του άνηκε. Σχημάτισα την έκφρασή της εκείνο το απόγευμα-ο θυμός της μπερδεμένος με έκπληξη-και γέλασα. Αναρωτιόμουν τι θα του έλεγε για αυτό. Δεν θα ήθελα να χάσω την αντίδρασή της.
Ο χρόνος κυλούσε αργά καθώς περίμενα τις σκιές να απλωθούν. Τσέκαρα που και που τις σκέψεις της Τζέσικα. Ήταν πολύ εύκολο να εντοπίσω την νοητική της φωνή, αλλά δεν ήθελα να μένω και πολύ στο μυαλό της. Είδα το μέρος όπου σχεδίαζαν να φάνε. Θα είχε σκοτεινιάσει μέχρι να έρθει η ώρα να πάνε… Ίσως τυχαία να διάλεγα το ίδιο εστιατόριο. Ακούμπησα το κινητό στην τσέπη μου, και σκέφτηκα να καλέσω την Άλις για φαγητό… Θα της άρεζε αλλά θα ήθελε επίσης να μιλήσει στην Μπέλλα. Δεν ήμουν σίγουρος πως ήθελα η Μπέλλα να εμπλακεί περισσότερο στον κόσμο μου. Ένας βρικόλακας δεν ήταν αρκετός μπελάς?
Έλεγξα πάλι τις σκέψεις της Τζέσικα από ρουτίνα.
Σκεφτόταν για τα κοσμήματα της και ζητούσε την γνώμη της Άντζελα.
«Ίσως θα έπρεπε να επιστρέψω το κολιέ. Έχω ένα στο σπίτι που θα με βόλευε, και ξόδεψα περισσότερα από όσα θα έπρεπε…» Η μαμά μου θα τρελαθεί. Τι σκεφτόμουν?
«Δεν με πειράζει να πάμε πίσω στο μαγαζί. Λες να μας ψάχνει όμως η Μπέλλα?»
Τι ήταν αυτό? Η Μπέλλα δεν ήταν μαζί τους? Κοίταξα πρώτα μέσα από τα μάτια της Τζέσικα και μετά από της Άντζελα. Βρίσκονταν σε ένα πεζοδρόμιο μπροστά από μια σειρά μαγαζιών. Η Μπέλλα δεν φαινόταν πουθενά.
Ποιος νοιάζεται για την Μπέλλα? Σκέφτηκε ανυπόμονα η Τζέσικα, πριν απαντήσει στην ερώτηση της Τζέσικα. «Είναι μια χαρά. Θα φτάσουμε στο εστιατόριο νωρίς αν πάμε από τώρα. Έτσι κι αλλιώς νομίζω πως θέλει να μείνει μόνη της.» Μπόρεσα να δω σε ποιο βιβλιοπωλείο η Τζέσικα πίστευε ότι είχε πάει η Μπέλλα.
«Ας βιαστούμε τότε,» είπε η Άντζελα. Ελπίζω να μην νομίζει η Μπέλλα ότι την παρατήσαμε. Ήταν τόσο καλή πίσω στο αυτοκίνητο… Είναι πολύ γλυκός άνθρωπος. Αλλά φαινόταν κάπως θλιμμένη όλη τη μέρα. Αναρωτιέμαι αν είναι λόγω του Έντουαρντ Κάλεν. Μάλλον για αυτό θα ρώτησε και για την οικογένεια του…
Έπρεπε να είχα προσέξει περισσότερο. Τι είχα χάσει εδώ πέρα? Η Μπέλλα τριγύριζε μόνη της και ρωτούσε για εμένα πριν? Η Άντζελα πρόσεχε την Τζέσικα τώρα-η οποία φλυαρούσε για τον ηλίθιο Μάικ-και δεν μπορούσα να πάρω άλλες πληροφορίες από αυτήν.
Παρατήρησα τις σκιές. Ο ήλιος θα βρισκόταν πίσω από τα σύννεφα σύντομα. Αν έμενα στην δυτική πλευρά του δρόμου, όπου τα κτίρια έριχναν τις σκιές στους στον δρόμο…
Άρχισα να νιώθω άγχος καθώς οδηγούσα προς το κέντρο της πόλης. Αυτό δεν ήταν κάτι που είχα υπολογίσει-το ότι η Μπέλλα είχε φύγει μόνη της-Και δεν είχα ίδει πώς να την βρω. Έπρεπε να το είχα σκεφτεί.
Ήξερα καλά το Πορτ Άντζελες. Οδήγησα κατευθείαν προς το βιβλιοπωλείο που σκεφτόταν η Τζέσικα, ελπίζοντας πως η αναζήτηση μου θα ήταν σύντομη, αλλά αμφέβαλλα ότι θα ήταν τόσο εύκολο. Η Μπέλλα πότε διευκόλυνε την κατάσταση?
Και φυσικά το μικρό βιβλιοπωλείο ήταν άδειο, εκτός από την γυναίκα πίσω από το ταμείο-η οποία ήταν ντυμένη σαν από άλλη εποχή. Δεν φαινόταν σαν ένα μέρος που θα ενδιέφερε την Μπέλλα. Αναρωτήθηκα αν θα μπήκε στον κόπο να μπει καν μέσα?
Υπήρχαν σκιές παραπέρα όπου θα μπορούσα να παρκάρω… Δημιουργούσαν ένα σκοτεινό μονοπάτι προς το μαγαζί. Πραγματικά δεν θα έπρεπε να το κάνω. Το να τριγυρνώ σε ηλιόλουστες ώρες δεν ήταν ασφαλές. Και αν κάποιο περαστικό αυτοκίνητο αντανακλούσε το φως του ηλίου πάνω μου την λάθος στιγμή?
Αλλά δεν ήξερα που αλλού να ψάξω για την Μπέλλα.
Πάρκαρα και βγήκα έξω, προχωρώντας όσο πιο βαθιά στις σκιές μπορούσα. Προχώρησα βιαστικά προς στο κατάστημα, αναγνωρίζοντας την οσμή της Μπέλλα στον αέρα. Είχε έρθει εδώ στο πεζοδρόμιο αλλά δεν υπήρχε ίχνος του αρώματός της μέσα στο βιβλιοπωλείο.
«Καλωσήρθες! Να σε βοηθή-» ξεκίνησε να λέει η πωλήτρια αλλά είχα ήδη βγει.
Ακολούθησα την μυρωδιά της Μπέλλα μέχρι εκεί που μου επέτρεπαν οι σκιές, και σταμάτησα όταν έφτασα στην άκρη τους.
Πόσο ανίσχυρος ένιωθα-ο ήλιος μου έβαζε ως όριο τις σκιές του πεζοδρομίου μπροστά μου. Ένιωθα τόσο περιορισμένος.
Μπορούσα μόνο να υποθέσω πως θα συνέχιζε ευθεία. Δεν υπήρχε και τίποτα προς εκείνη την κατεύθυνση. Είχε χαθεί? Αυτό δεν μου ακουγόταν και παράξενο.
Γύρισα πίσω στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα να οδηγάω αργά στους δρόμους, ψάχνοντάς την. Βγήκα από το αυτοκίνητο μόνο μερικές φορές σε μερικά σημεία με σκιά, αλλά όταν έπιανα την οσμή της μπερδευόμουν. Που προσπαθούσε να πάει?
Οδήγησα αρκετές φορές τον δρόμο από το βιβλιοπωλείο στο εστιατόριο ελπίζοντας να την δω να φτάνει. Η Τζέσικα και η Άντζελα ήταν ήδη εκεί και προσπαθούσαν να αποφασίσουν αν θα έπρεπε να περιμένουν την Μπέλλα ή όχι. Η Τζέσικα πίεζε αρκετά να παραγγείλουν.
Ξεκίνησα να σκανάρω τις σκέψεις αγνώστων, βλέποντας μέσα από τα δικά τους μάτια. Σίγουρα κάποιος θα την είχε δει κάπου.
Άρχισα να αγχώνομαι όλο και περισσότερο όσο περισσότερο περνούσε ο χρόνος και αυτή ακόμη έλειπε. Δεν είχα σκεφτεί πόσο δύσκολο θα ήταν να την βρω, εκείνη τη στιγμή που δεν την έβλεπα και δεν ήξερα που πήγαινε. Δεν μου άρεζε.
Τα σύννεφα άρχισαν να μαζεύονται στον ορίζοντα, και σε λίγα λεπτά θα μπορούσα να την ψάξω χωρίς το αυτοκίνητο. Δεν θα μου έπαιρνε πολύ τότε. Ήταν μόνο ο ήλιος που με έκανε τόσο ανίσχυρο τώρα. Μόνο λίγα λεπτά και θα είχα πάλι το πλεονέκτημα τότε ο ανθρώπινος κόσμος θα ήταν και πάλι ο αδύναμος.
Άλλο ένα μυαλό, κι άλλο. Τόσες διαφορετικές σκέψεις.
…το μωρό θα πρέπει να έπαθε κάποια ίωση…
Ήταν έξι-τέσσερα-μηδέν ή έξι-μηδέν-τέσσερα…?
Άργησε πάλι. Θα πρέπει να του το τονίσω…
Να τη έρχεται! Αχά!
Εκεί, τελικά, ήταν το πρόσωπό της. Επιτέλους κάποιος την πρόσεξε!
Η ανακούφιση κράτησε για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, και τότε διάβασα πιο ολοκληρωμένα τις σκέψεις του άντρα που έβλεπε το πρόσωπο της στις σκιές.
Το μυαλό του μου ήταν τελείως άγνωστο αλλά κατά κάποιον τρόπο οικείο. Υπήρξε μια εποχή που κυνηγούσα ακριβώς τέτοια μυαλά.
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://camprockgreekforum.forumotion.com
Leia the werewolf
twilight 4 ever
twilight 4 ever
Leia the werewolf


Αριθμός μηνυμάτων : 172
Reputation : 0
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009
Ηλικία : 28
Τόπος : La-Pous

9. Πορτ Άντζελες. Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: 9. Πορτ Άντζελες.   9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 14 Αυγ 2009 - 21:00

«Όχι!»Φώναξα, και ξέφυγαν από το στόμα μου γρυλίσματα. Το πόδι μου πάτησε το γκάζι, αλλά που θα πήγαινα?
Ήξερα την γενική τοποθεσία των σκέψεών του αλλά αυτή η γνώση δεν ήταν πολύ ακριβής. Θα έπρεπε να υπάρχει κάτι- κάποια πινακίδα στον δρόμο, ένα κατάστημα, κάτι στο οπτικό του πεδίο που θα πρόδιδε την τοποθεσία. Αλλά η Μπέλλα ήταν βαθιά στις σκιές και το βλέμμα του ήταν επικεντρωμένο στην τρομαγμένη της έκφραση-διασκέδαζε τον τρόμο της.
Το πρόσωπο της ήταν θολό στις σκέψεις του από αναμνήσεις άλλων προσώπων. Η Μπέλλα δεν ήταν το πρώτο του θύμα.
Ο ήχος των γρυλισμάτων μου έκανε το αυτοκίνητό μου να τρέμει, αλλά δεν μου απέσπασαν την προσοχή.
Δεν υπήρχαν παράθυρα στον τοίχο πίσω της. Σε μια βιομηχανική περιοχή μάλλον, μακριά από το κατοικημένη μέρος όπου βρίσκονταν τα μαγαζιά. Τα λάστιχα του αυτοκινήτου μου έτριξαν καθώς έστριψα μια γωνία κατευθυνόμενος-έλπιζα- προς την σωστή κατεύθυνση, προσπερνώντας ένα άλλο αυτοκίνητο. Μέχρι να προλάβει να κορνάρει ο οδηγός του, ο ήχος ήταν ήδη μακριά.
Δες την πως τρέμει! Χαχάνισε ανυπόμονα ο άντρας. Ο φόβος ήταν αυτό που τον έλκυε-ήταν αυτό που διασκέδαζε.
«Μείνε μακριά μου.» Η φωνή της ήταν χαμηλή και σταθερή, δεν ήταν τσιρίδα.
«Μην κάνεις έτσι γλύκα.»
Την είδε να αναπηδά στον ήχο ενός δυνατού γέλιου από άλλη κατεύθυνση. Τον ενόχλησε ο ήχος-Σκάσε Τζεφ!- σκέφτηκε-αλλά διασκέδαζε τον τρόπο που αντέδρασε. Τον ενθουσίαζε. Άρχισε να φαντάζεται τα παρακάλια της, πως θα τον ικέτευε…
Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι υπήρχαν κι άλλοι μαζί του μέχρι που άκουσα εκείνο το γέλιο. Χρησιμοποίησα πάλι το οπτικό του πεδίο για κάποιο στοιχείο. Έκανε ένα βήμα προς την κατεύθυνση της τεντώνοντας τα δάχτυλά του. Οι σκέψεις γύρω του δεν ήταν τόσο ξεκάθαρες όσο οι δικές του. Ήταν όλοι ελαφρά μεθυσμένοι και κανένας τους δεν είχε συνειδητοποίησε πόσο μακριά σκόπευε να πάει ο άντρας που αποκαλούσαν Λόνι. Ακολουθούσαν τον Λόνι τυφλά. Τους είχε υποσχεθεί λίγη διασκέδαση…
Ο ένας τους κοίταξε τον δρόμο αγχωμένος-δεν ήθελε να τον πιάσουν να παρενοχλεί το κορίτσι- και μου έδωσε αυτό που χρειαζόμουν. Αναγνώρισα το απέναντι δρομάκι που κοίταξε.
Πέρασα βιαστικά το κόκκινο φανάρι, περνώντας ανάμεσα από δυο αυτοκίνητα κολλημένα στην κίνηση. Στο πέρασμα μου με ακολουθούσαν πολλά κορναρίσματα.
Το κινητό μου δονήθηκε στην τσέπη μου. Το αγνόησα.
Ο Λόνι κινήθηκε αργά προς το κορίτσι, αργούσε για περισσότερη αγωνία-η στιγμή του τρόμου τον άναβε. Περίμενε την τσιρίδα της για να το απολαύσει.
Αλλά η Μπέλλα είχε κλειδώσει το σαγόνι της και ήταν σφιγμένη σαν να ετοιμαζόταν για κάτι. Αυτό τον ξάφνιασε-περίμενε να προσπαθήσει να τρέξει. Ξαφνιάστηκε και απογοητεύτηκε λίγο. Του άρεζε να κυνηγάει τα θύματά του, η αδρεναλίνη του κυνηγιού.
Θαρραλέα αυτή. Ίσως καλύτερα έτσι… θα παλέψει περισσότερο.
Απείχα ένα τετράγωνο. Το τέρας μπορούσε να ακούσει τον ήχο της μηχανής μου τώρα, αλλά δεν έδωσε σημασία, ήταν επικεντρωμένος στο θύμα του.
Ήθελα να δω πως θα του άρεζε το κυνήγι όταν αυτός θα ήταν το θύμα. Ήθελα να δω πως θα του άρεζε ο δικός μου τρόπος κυνηγιού.
Σε ένα άλλο μέρος του μυαλού μου, ήδη είχα ξεκινήσει να σκέφτομαι διάφορους τρόπους βασανιστηρίων που είχα μάθει την σκοτεινή μου εποχή, ψάχνοντας τους πιο επώδυνους. Θα υπέφερε για αυτό. Θα σπαρτάριζε από αγωνία. Οι άλλοι απλά θα πέθαιναν που συμμετείχαν, αλλά το τέρας με το όνομα Λόνι θα ικέτευε για θάνατο πολύ πριν θα του έκανα την χάρη.
Την είχε πλησιάσει κι άλλο.
Έστριψα κοφτά από την γωνία, και το αυτοκίνητο φώτισε το σκηνικό και όλοι πάγωσαν στην θέση τους. Θα μπορούσα να πατήσω τον οδηγό, ο οποίος πήδηξε στην άκρη, αλλά παραήταν εύκολος θάνατος για αυτόν.
Άφησε το αυτοκίνητο να περιστραφεί κι άλλο έτσι ώστε η πόρτα του οδηγού να ήταν κοντά στην Μπέλλα. Την άνοιξα και αυτή ήδη έτρεχε προς το αυτοκίνητο.
«Μπες μέσα,» γρύλισα.
Τι στο καλό?
Το ήξερα πως ήταν κακή ιδέα! Δεν είναι μόνη της.
Να τρέξω?
Νομίζω πως θα ξεράσω…
Η Μπέλλα πήδηξε στο αυτοκίνητο χωρίς δισταγμό, κλείνοντας την πόρτα πίσω της.
Και τότε με κοίταξε με την πιο ειλικρινής έκφραση που είχα δει ποτέ μου σε ανθρώπινο πρόσωπο και όλα τα βίαια μου σχέδια έγινα σκόνη.
Μου πήρε λιγότερο από ένα δευτερόλεπτο για να καταλάβω ότι δεν μπορούσα να την αφήσω στο αυτοκίνητο για να ταχτοποιήσω τους τέσσερις άντρες στον δρόμο. Τι θα της έλεγα, να μην κοιτάξει? Χα! Πότε έκανε αυτό που της ζητούσα? Πότε έκανε αυτό που ήταν ασφαλές?
Θα τους έσερνα στην άκρη και θα την άφηνα μόνη? Ήταν απίθανο να υπάρχει κι άλλος επικίνδυνος άνθρωπος που να τριγυρνάει τους δρόμους του Πορτ Άντζελες απόψε, αλλά απίθανο ήταν να υπάρχει και ο πρώτος! Σαν μαγνήτης, τραβούσε οτιδήποτε επικίνδυνο προς το μέρος της. Δεν μπορούσα να την αφήσω.
Θα της φαινόταν συνεχόμενη η κίνηση μου καθώς ξεκίνησα το αυτοκίνητο φεύγοντας από τους καταδιώκτες της τόσο γρήγορα που κοιτούσαν σαν ηλίθιοι. Δεν θα εντόπιζε τον δισταγμό μου. Θα υπέθετε πως από την αρχή το σχέδιο ήταν να φύγουμε.
Δεν μπορούσα να τον χτυπήσω με το αυτοκίνητο. Αυτό θα την τρόμαζε.
Ήθελα τον θάνατό του τόσο πολύ που η ανάγκη αυτή κουδούνιζε στα αυτιά μου, θόλωνε την όρασή μου και ήταν η γεύση στο στόμα μου. Οι μύες μου ήταν σφιγμένοι από την θέληση, την ανάγκη. Έπρεπε να τον σκοτώσω. Θα τον ξέσκιζα αργά, κομμάτι-κομμάτι, από το δέρμα στους μύες, από τους μύες στο κόκκαλο…
Μόνο που το κορίτσι-το μόνο κορίτσι στον κόσμο-κρατιόταν από το κάθισμά της με τα δυο της χέρια και με κοιτούσε, τα μάτια της ορθάνοιχτα και γεμάτα εμπιστοσύνη. Η εκδίκηση θα έπρεπε να περιμένει.
«Βάλε την ζώνη σου,» διέταξα. Η φωνή μου ήταν σκληρή από το μίσος και την βία που περνούσαν από το μυαλό μου. Όχι την συνηθισμένη βία.
Έβαλε την ζώνη της αναπηδώντας ελαφρά στον ήχο που έκανε. Εκείνος ο μικρός ήχος την έκανε να αναπηδήσει αλλά δεν φάνηκε να τρομάζει από την ταχύτητα με την οποία διασχίζαμε την πόλη, αγνοώντας τους νόμους. Ένιωθα το βλέμμα της καρφωμένο πάνω μου. Όλως παραδόξως φαινόταν χαλαρή. Δεν έβγαζε νόημα-όχι μετά από όσα είχε περάσει.
«Είσαι καλά?» Ρώτησε, η φωνή της σκληρή από άγχος και φόβο.
Αυτή ήθελε να μάθε αν εγώ ήμουν εντάξει?
Σκέφτηκα για λίγο την ερώτησή της, αλλά όχι αρκετά για να προσέξει τον δισταγμό μου. Ήμουν εντάξει?
«Όχι,» συνειδητοποίησα, με φωνή παραμορφωμένη από θυμό.
Ακολούθησα την διαδρομή που έκανα κατά την φτωχή μου προσπάθεια να την προσέξω. Ήταν σκοτεινός ο δρόμος τώρα κάτω από τα δέντρα.
Ήμουν τόσο θυμωμένος που το σώμα μου ήταν παγωμένο, τελείως ακίνητο. Τα παγωμένα μου χέρια ήθελαν να λιώσουν το τέρας, να τον κομματιάσω τόσο πολύ που το πτώμα του να μην μπορεί να αναγνωριστεί…
Αλλά αυτό θα σήμαινε πως θα έπρεπε να την αφήσω μόνη της, απροστάτευτη στη σκοτεινή νύχτα.
«Μπέλλα?» Ρώτησα μέσα από τα δόντια μου.
«Ναι?» Ρώτησε βραχνιασμένα. Καθάρισε τον λαιμό της.
«Είσαι καλά?» Αυτό ήταν πραγματικά το πιο σημαντικό πράγμα η προτεραιότητα. Η εκδίκηση ήταν δεύτερη. Το ήξερα αυτό αλλά το σώμα μου ήταν τόσο γεμάτο από θυμό που ήταν δύσκολο να σκεφτώ.
«Ναι,» η φωνή της ήταν ακόμα παράξενη-από φόβο σίγουρα.
Και έτσι δεν μπορούσα να την αφήσω.
Ακόμα και αν δεν βρισκόταν σε συνεχή κίνδυνο για κάποιον ενοχλητικό λόγο-το σύμπαν με κορόιδευε-ακόμα και αν μπορούσα να είμαι σίγουρος ότι θα ήταν απόλυτα ασφαλής στην απουσία μου, δεν μπορούσα να την αφήσω μόνη της στο σκοτάδι.
Θα ήταν τόσο φοβισμένη.
Κι όμως δεν ήμουν σε κατάσταση να την παρηγορήσω-ακόμη και να ήξερα πως θα το κατάφερνα αυτό, που δεν ήξερα. Σίγουρα θα διαισθανόταν την βιαιότητα που ένιωθα, σίγουρα αυτό ήταν προφανές. Θα την τρόμαζα ακόμη περισσότερο αν δεν ηρεμούσα την ανάγκη ια σφαγή που έβραζε μέσα μου.
Έπρεπε να σκεφτώ κάτι άλλο.
«Απέσπασε με, σε παρακαλώ,» παρακάλεσα.
«Συγνώμη, τι?»
Ίσα που είχα αυτοέλεγχο ώστε να εξηγήσω τι χρειαζόμουν.
«Απλώς μίλα για κάτι ασήμαντο μέχρι να ηρεμήσω,» της είπα, το σαγόνι μου ακόμα κλειδωμένο. Μόνο το γεγονός ότι με χρειαζόταν με κρατούσε ακόμα στο αυτοκίνητο. Μπορούσα να ακούσω τις σκέψεις του άντρα, την απογοήτευσή του, τον θυμό του… Ήξερα που να τον βρω… Έκλεισα τα μάτια μου ελπίζοντας να μην μπορούσα να δω έτσι και αλλιώς…
«Εμ… » Δίστασε-προσπαθούσε να καταλάβει αυτό που της ζήτησα, φαντάστηκα. «Θα σκοτώσω τον Τάιλερ αύριο πριν το σχολείο?» Το είπε σαν να ήταν ερώτηση.
Ναι-αυτό χρειαζόμουν. Φυσικά η Μπέλλα θα σκεφτόταν κάτι απρόσμενο. Όπως και πριν η βιαιότητα που έβγαινε από τα χείλη της ήταν ξεκαρδιστική-τόσο κωμική που ήταν αξιαγάπητη. Αν δεν καιγόμουν με την επιθυμία να σκοτώσω, θα γελούσα.
«Γιατί?» Γάβγισα, αναγκάζοντας την να συνεχίσει να μιλάει.
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://camprockgreekforum.forumotion.com
Leia the werewolf
twilight 4 ever
twilight 4 ever
Leia the werewolf


Αριθμός μηνυμάτων : 172
Reputation : 0
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009
Ηλικία : 28
Τόπος : La-Pous

9. Πορτ Άντζελες. Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: 9. Πορτ Άντζελες.   9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 14 Αυγ 2009 - 21:01

«Λέει σε όλους πως θα με πάει στον χορό,» είπε, η φωνή της γεμάτη από γατίσιο θυμό. «Ή είναι τρελός ή προσπαθεί να επανορθώσει που σχεδόν με σκότωσε την τελευταία.. τέλος πάντων θυμάσαι,» είπε στεγνά, «και νομίζει ότι ο χορός είναι για κάποιον λόγο ο σωστός τρόπος. Οπότε υποθέτω πως αν βάλω σε κίνδυνο την ζωή του θα είμαστε πάτσοι και δεν θα προσπαθεί να επανορθώσει. Δεν χρειάζομαι εχθρούς και ίσως η Λόρεν να με αφήσει έτσι ήσυχη. Ίσως να διέλυα το όχημά του,» συνέχισε, σκεφτική τώρα. «Αν δεν έχει μεταφορικό μέσο δεν θα μπορεί να πάει καμία στον χορό.»
Ήταν ενθαρρυντικό το ότι έβλεπα ότι έκανε λάθος μερικές φορές. Η επιμονή του Τάιλερ δεν είχε να κάνει με το ατύχημα, Δεν φαινόταν να καταλαβαίνει την έλξη που είχε στα ανθρώπινα αγόρια του Λυκείου. Δεν έβλεπε την έλξη που είχε σε εμένα?
Α, δούλευε. Οι μικρές τις φλυαρίες ήταν ενδιαφέρουσες. Άρχισα να παίρνω τον έλεγχο του εαυτού μου, να βλέπω πέρα από την εκδίκηση και τα βασανιστήρια…
«Άκουσα για αυτό,» της είπα. Είχε σταματήσει να μιλάει και χρειαζόμουν να συνεχίσει.
«Το άκουσες κι εσύ?» Ρώτησε. Και μετά η φωνή της ήταν πιο θυμωμένη από πριν. «Ούτε αν είναι παράλυτος από την μέση και κάτω δεν μπορεί να πάει στον χορό.»
Έλπιζα να υπήρχε κάποιος τρόπος να την κάνω να συνεχίσει με τις απειλές θανάτου και σωματικών τραυματισμών χωρίς να ακουγόμουν τρελός. Δεν θα μπορούσε να είχε διαλέξει καλύτερο τρόπο να με ηρεμήσει. Και τα λόγια της-απλώς σαρκασμός στην δική της περίπτωση-μου θύμιζαν αυτό που ήθελα πραγματικά εκείνη τη στιγμή.
Αναστέναξα και άνοιξα τα μάτια μου.
«καλύτερα?» ρώτησε διστακτικά.
«Όχι ιδιαίτερα.»
Όχι, είχα ηρεμήσει αλλά δεν ήμουν καλύτερα. Επειδή είχα συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορούσα να σκοτώσω το τέρας με το όνομα Λόνι, ενώ το ήθελα όσο τίποτε άλλο στον κόσμο. Σχεδόν.
Το μόνο πράγμα που ήθελα περισσότερο από το να διαπράξω έναν πολύ δικαιολογημένο φόνο, ήταν το κορίτσι. Και ενώ δεν μπορούσα να την έχω, μόνο το όνειρο ότι θα μπορούσα να την έχω, το έκανε αδύνατο να διαπράξω τον φόνο-όσο δικαιολογημένος κι αν θα ήταν.
Η Μπέλλα άξιζε περισσότερο από έναν δολοφόνο.
Ξόδεψα εφτά δεκαετίες προσπαθώντας να είμαι κάτι πέρα από αυτό-οτιδήποτε από δολοφόνος. Εκείνα τα χρόνια προσπάθειας δεν θα μπορούσαν ποτέ να με κάνουν άξιο για το κορίτσι δίπλα μου. Κι όμως ένιωθα ότι αν γυρνούσα σε εκείνη τη ζωή-αυτήν ενός δολοφόνου-έστω και για μια νύχτα, σίγουρα θα την έβαζα εκτός εμβέλειας μου για πάντα. Ακόμα κι αν δεν έπινα το αίμα τους-ακόμα και αν δεν είχα την απόδειξη να φωτίζει τα μάτια μου-δεν θα έβλεπε την διαφορά?
Προσπαθούσα να είμαι αρκετός για αυτήν. Ήταν ένας άπιαστος στόχος. Θα προσπαθούσα όμως.
«Τι τρέχει?» ψιθύρισε.
Η αναπνοή της γέμισε την μύτη της και μου θύμιζε γιατί δεν της άξιζα. Μετά από όλα αυτά, ακόμα και με το πόσο την αγαπούσα… ήθελα το αίμα της.
Θα της έδινα όση ειλικρίνεια μπορούσα. Της το χρωστούσα.
«Μερικές φορές έχω πρόβλημα με τα νεύρα μου, Μπέλλα,» κοίταξα έξω στην μαύρη νύχτα ελπίζοντας να άκουγε την απειλή στην φωνή μου αλλά συγχρόνως ελπίζοντας το αντίθετο. Περισσότερο το αντίθετο. Τρέξε, Μπέλλα, Τρέξε. Μείνε, Μπέλλα, μείνε. «Αλλά δεν θα ήταν σωστό να γυρίσω και να κυνηγήσω εκείνους τους…» Και μόνο που το σκεφτόμουν με το ζόρι κρατήθηκα να μην βγω από το αυτοκίνητο. Πήρα μια βαθιά αναπνοή, αφήνοντας την οσμή της να κάψει τον λαιμό μου. «Τουλάχιστον αυτό προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου.»
«Α.»
Δεν είπε τίποτε παραπάνω. Πόσα άκουσε στην φωνή μου? Την κοίταξα διακριτικά αλλά το πρόσωπο της δεν διαβαζόταν. Κενό, από το σοκ μάλλον. Πάντως δεν τσίριζε. Όχι ακόμα.
Υπήρξε ησυχία για μια στιγμή. Πάλευα με τον εαυτό μου, προσπαθώντας να είμαι αυτό που έπρεπε. Αυτό που δεν μπορούσα να είμαι.
«Η Τζέσικα και η Άντζελα θα ανησυχούν,» είπε ήσυχα. Η φωνή της ήταν πολύ ήρεμη και δεν ήμουν σίγουρος πως γινόταν αυτό. Ήταν σοκαρισμένη? Ίσως να μην συνειδητοποίησε ακόμα τα σημερινά γεγονότα. «Έπρεπε να τις συναντήσω.»
Ήθελε να είναι μακριά μου? Ή απλά ανησυχούσε που ανησυχούσαν οι φίλες της?
Δεν της απάντησα αλλά ξεκίνησα το αυτοκίνητο και την πήγα πίσω. Όσο πιο κοντά πήγαινα στην πόλη τόσο πιο δύσκολο ήταν να κρατήσω τον στόχο μου. Ήμουν τόσο κοντά σε αυτόν…
Αν ήταν αδύνατον-αν δεν μπορούσα ποτέ να έχω ή να αξίζω το κορίτσι-τότε που ήταν η λογική στο να αφήσω τον άντρα ατιμώρητο? Σίγουρα θα μπορούσα να επιτρέψω στον εαυτό μου έστω αυτό…
Όχι. Δεν τα παρατούσα. Όχι ακόμα. Την ήθελα πολύ για να τα παραδώσω.
Ήμασταν στο εστιατόριο που έπρεπε να συναντήσει τις φίλες πριν καν προλάβω να ελέγξω τις σκέψεις μου. Η Τζέσικα και η Άντζελα είχαν τελειώσει και τώρα ανησυχούσαν και οι δυο για την Μπέλλα. Είχαν μόλις ξεκινήσει για να ψάξουν την Μπέλλα.
Δεν ήταν καλή νύχτα για να τριγυρνούν-
«Πως ήξερες που…?» Η μισοτελειωμένη πρόταση με απέσπασε και συνειδητοποίησα ότι έκανα κι άλλο λάθος. Ήμουν πολύ χαμένος στις σκέψεις μου για να θυμηθώ ότι θα έπρεπε να την ρωτήσω που θα συναντούσε τις φίλες της.
Αλλά αντί να τελειώσει την ανάκριση η Μπέλλα απλά κούνησε το κεφάλι της και μισοχαμογέλασε.
Τι σήμαινε αυτό?
Δεν είχα χρόνο να σκεφτώ την περίεργη αποδοχή της ακόμα πιο περίεργης γνώσης μου. Άνοιξα την πόρτα μου.
«Τι κάνεις?» ρώτησε ξαφνιασμένη.
Δεν σε αφήνω από τα μάτια μου. Δεν αφήνω τον εαυτό μου να μείνω μόνος μου απόψε. «Σε πηγαίνω για φαγητό.»
Αυτό θα ήταν ενδιαφέρον. Μου φαινόταν σαν μια τελείως διαφορετική βραδιά όταν είχα φανταστεί να φέρνω μαζί μου την Άλις και να παριστάνω πως είχα διαλέξει κατά τύχη το ίδιο εστιατόριο με την Μπέλλα και τις φίλες της. Και τώρα, ήμουν εδώ, στην ουσία σε ραντεβού με το κορίτσι. Μόνο που δεν μετρούσε επειδή δεν της έδινα την ευκαιρία να πει όχι.
Είχε ήδη ανοίξει την πόρτα μέχρι να περπατήσω ως την πόρτα του συνοδηγού-δεν ήταν συνήθως τόσο ενοχλητικό να πρέπει να κινούμαι με ανθρώπινες ταχύτητες-αντι να περιμένει να την ανοίξω εγώ για αυτήν. Ήταν επειδή δεν είχε συνηθίσει να της συμπεριφέρονται ως κυρία, ή επειδή δεν με θεωρούσε τζέντλεμαν?
Την περίμενα να με φτάσει, και αγχωνόμουν καθώς οι φίλες της προχωρούσαν προς την σκοτεινή γωνία.
«Πήγαινε να σταματήσεις την Τζέσικα και την Άντζελα πριν χρειαστεί να αρχίσω να ψάχνω και αυτές,» διέταξα βιαστικά. «Δεν νομίζω πως θα μπορούσα να κρατηθώ αν συναντούσα τους άλλους σου φίλους.» Όχι, δεν θα ήμουν αρκετά δυνατός για κάτι τέτοιο.
Ανατρίχιασε και γρήγορα συνήλθε. Έκανε ένα βήμα και φωνάζοντας δυνατά, «Τζές! Άντζελα!» Γύρισαν και αυτή κούνησε το ένα της χέρι πάνω από το κεφάλι της για να την δούνε.
Μπέλλα! Α, είναι ασφαλής! Σκέφτηκε με ανακούφιση η Άντζελα.
Πιο αργά δεν μπορούσε να έρθει? Σκέφτηκε η Τζέσικα ενοχλημένη, αλλά και αυτή ήταν ανακουφισμένη που η Μπέλλα δεν είχε χαθεί ή πάθει τίποτα. Αυτό με έκανε να την συμπαθήσω λιγάκι περισσότερο.
Προχώρησαν βιαστικά και σταμάτησαν, σοκαρισμένες, όταν με είδαν να στέκομαι δίπλα της.
Όχι!! Σκέφτηκε ξαφνιασμένη η Τζέσικα. Αποκλείεται!
Ο Έντουαρντ Κάλεν? Έφυγε μόνη της για να τον βρει? Αλλά γιατί να ρωτούσε αν ήταν εκτός πόλης αν ήξερε πως ήταν εδώ… Πήρα μια στιγμιαία εικόνα της έκφρασης της Μπέλλα όταν είχε ρωτήσει την Άντζελα αν η οικογένεια μου έλειπε συχνά από το σχολείο. Όχι, δεν μπορεί να ήξερε, αποφάσισε η Άντζελα.
Οι σκέψεις της Τζέσικα είχαν περάσει από έκπληξη σε υποψία. Η Μπέλλα μου κρύβει αρκετά.
«Που ήσουν?» Απαίτησε, κοιτάζοντας την Μπέλλα αλλά παρατηρώντας εμένα με την άκρη του ματιού της.
«Χάθηκα. Και μετά συνάντησα τον Έντουαρντ,» είπε η Μπέλλα δείχνοντας με το χέρι της. Ο τόνος της ήταν πολύ κανονικός. Σαν να είχαν συνέβη πραγματικά όσα περιέγραψε.
Θα πρέπει να είναι ακόμα σοκαρισμένη. Ήταν η μόνη εξήγηση για την ηρεμία της.
«Θα σας πείραζε αν ερχόμουν μαζί σας?» Ρώτησα από ευγένεια. Ήξερα πως είχαν ήδη φάει.
Πω ,πω, είναι θεός! Σκέφτηκε οι Τζέσικα και οι σκέψεις της άρχισαν να μην βγάζουν νόημα.
Η Άντζελα δεν ήταν και πολύ πιο συγκεντρωμένη. Μακάρι να μην είχαμε φάει. Ουάου. Απλά. Ουάου/
Γιατί δεν μπορούσα να είχα τέτοια επίδραση στην Μπέλλα?
«Εμ… σίγουρα,» συμφώνησε η Τζέσικα.
Η Άντζελα μόρφασε. «Εμ, βασικά, Μπέλλα, φάγαμε καθώς περιμέναμε,» παραδέχτηκε. «Συγνώμη.»
Τι? Σκάσε! Παραπονέθηκε εσωτερικά η Τζέσικα εσωτερικά.
Η Μπέλλα ανασήκωσε τους ώμους της. Τόσο χαλαρή. Σίγουρα ήταν ακόμα σε σοκ. «Δεν πειράζει-δεν πεινάω.»
«Νομίζω πως πρέπει να φας κάτι,» διαφώνησα. Χρειαζόταν λίγη ζάχαρη στον οργανισμό της-αν και μύριζε αρκετά γλυκά και έτσι, σκέφτηκα. Ο τρόμος θα την χτυπούσε κάποια στιγμή και ένα άδειο στομάχι δεν θα βοηθούσε. Λιποθυμούσε εύκολα, όπως είχα μάθει από εμπειρία.
Αυτά τα κορίτσια δεν θα κινδύνευαν αν πήγαιναν κατευθείαν σπίτι. Δεν παραμόνευε ο κίνδυνος σε κάθε τους βήμα.
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://camprockgreekforum.forumotion.com
Leia the werewolf
twilight 4 ever
twilight 4 ever
Leia the werewolf


Αριθμός μηνυμάτων : 172
Reputation : 0
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009
Ηλικία : 28
Τόπος : La-Pous

9. Πορτ Άντζελες. Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: 9. Πορτ Άντζελες.   9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 14 Αυγ 2009 - 21:01

Και θα το προτιμούσα αν ήμουν μόνος με την Μπέλλα-αρκει να ήθελε κι αυτή να είναι μόνη μαζί μου.
«Θα σας πείραζε αν έφερνα εγώ την Μπέλλα πίσω?» Ρώτησα τα κορίτσια, πριν μπορέσει να απαντήσει η Μπέλλα. «Έτσι δεν θα χρειαστεί να περιμένετε καθώς θα τρώει.»
«Εμ, κανένα πρόβλημα… υποθέτω…» Η Τζέσικα κοίταξε έντονα την Μπέλλα ψάχνοντας να βρει κάποιο σημάδι ότι αυτό ήθελε κι εκείνη.
Θέλω να μείνω αλλά μάλλον δεν θα θέλει να τον μοιραστεί. Ποια θα ήθελε? Σκέφτηκε η Τζέσικα. Την ίδια στιγμή είδε την Μπέλλα να της κλείνει το μάτι.
Η Μπέλλα της έκλεισε το μάτι?
«Εντάξει,» είπε γρήγορα η Άντζελα, βιαζόταν να φύγει εφόσον αυτό ήτα που ήθελε η Μπέλλα.
Και φαινόταν όντως να το ήθελε. «Τα λέμε αύριο, Μπέλλα… Έντουαρντ.» Της ήταν δύσκολο να πει το όνομα μου με χαλαρό τόνο. Τότε τράβηξε την Τζέσικα από το χέρι και άρχισε να την τραβάει μακριά.
Θα έπρεπε να βρω κάποιον τρόπο να ευχαριστήσω την Άντζελα για αυτό.
Το αυτοκίνητο της Τζέσικα ήταν κοντά. Η Μπέλλα τις έβλεπε προσεκτικά, με μια ρυτίδα ανησυχίας στο μέτωπο της, μέχρι που μπήκαν στο αυτοκίνητο. Οπότε είχε καταλάβει πλήρως τον κίνδυνο στον οποίο είχε βρεθεί. Η Τζέσικα χαιρέτησε καθώς ξεκίνησε το αυτοκίνητο, η Μπέλλα την χαιρέτησε κι αυτή. Όταν είχε εξαφανιστεί το αυτοκίνητο, πήρε μια βαθιά ανάσα και γύρισε να με κοιτάξει.
«Ειλικρινά, δεν πεινάω,» είπε.
«Κάνε μου τη χάρη,» είπα.
Κράτησα την πόρτα του εστιατορίου και περίμενα.
Αναστέναξε και πέρασε μέσα.
Προχώρησα δίπλα της και σταματήσαμε εκεί που μας περίμενε η σερβιτόρα. Η Μπέλλα φαινόταν υπερβολικά χαλαρή. Ήθελα να ακουμπήσω το χέρι της, το μέτωπό της γα να ελέγξω την θερμοκρασία της. Αλλά το κρύο μου χέρι θα την απωθούσε όπως έκανε και την τελευταία φορά.
Πω, πω, Η σχετικά δυνατή νοητική φωνή της σερβιτόρας με απέσπασε από τις σκέψεις μου. Ω, θεέ ου.
Φαινόταν να είναι η βραδιά μου για να τραβάω την προσοχή των άλλων. Ή μήπως απλά το παρατηρούσα περισσότερο επειδή επιθυμούσα να με έβλεπε και η Μπέλλα έτσι? Πάντα ήμασταν ελκυστικοί στα θηράματά μας. Δεν το είχα σκεφτεί και πολύ πριν. Συνήθως-εκτός από άτομα όπως η Σέλυ Κόουπ και η Τζέσικα Στάνλεϋ, υπήρχε συνεχή κολακεία για να μειώσει τον τρόμο-συνειδητοποιούσαν τον φόβο γρήγορα μετά την αρχική έλξη…
«Ένα τραπέζι για δύο?» Ώθησα την σερβιτόρα όταν δεν είπε τίποτα.
«Α, εμ, ναι καλωσορίσατε στην Ωραία Ιταλία.» Μμ τι φωνή! «Παρακαλώ ακολουθήστε με.» Οι σκέψεις της ήταν απασχολημένες-υπολόγιζε.
Ίσως να είναι ξαδέρφη του. Αποκλείεται να είναι αδερφή του, δεν μοιάζουν καθόλου. Αλλά συγγενείς σίγουρα. Αυτός δεν μπορεί να είναι με αυτήν. Τα ανθρώπινα μάτια ήταν θολωμένα. Δεν έβλεπαν τίποτα καθαρά. Πως μπορούσε αυτή η στενόμυαλη γυναίκα να βρίσκει εμένα-τον κυνηγό της-τόσο ελκυστικό, αλλά να μην μπορεί α δει την απαλή τελειότητα του κοριτσιού δίπλα μου?
Δεν υπάρχει όμως λόγος να την βοηθήσω κι όλας καλού κακού, σκέφτηκε καθώς μας οδήγησε σε ένα οικογενειακό τραπέζι στο μέρος του εστιατορίου με τον περισσότερο κόσμο. Μπορώ να του δώσω τον αριθμό μου με αυτήν εκεί…? Συνέχισε.
Τράβηξα χρήματα από την τσέπη μου. Οι άνθρωποι ήταν πολύ συνεργάσιμοι όποτε εμπλέκονταν λεφτά.
Η Μπέλλα πήγε να κάτσει χωρίς διαφωνία. Της κούνησα το κεφάλι μου, και δίστασε, γέρνοντας το κεφάλι της στο πλάι με περιέργεια. Ναι, θα ήταν πολύ περίεργη απόψε. Πολύς κόσμος δεν θα ήταν ιδανικό για αυτήν την συζήτηση.
«ίσως κάτι πιο απομονωμένο?» ζήτησα από την σερβιτόρα, δίνοντας της τα λεφτά. Τα μάτια της γούρλωσαν από έκπληξη και μετά στένεψαν καθώς έπιασε τα χρήματα.
«Βέβαια.»
Κοίταξε τα λεφτά καθώς μας οδήγησε πίσω από έναν διαχωριστικό τοίχο.
Πενήντα δολάρια για ένα καλύτερο τραπέζι? Και πλούσιος. Λογικό το βρίσκω-βάζω στοίχημα πως το πανωφόρι του κοστίζει περισσότερο από τον τελευταίο μου μισθό. Ουάου. Τι θέλει όμως τον ιδιωτικό χώρο μαζί της?
Μας προσέφερε ένα τραπέζι σε μια ήσυχη γωνία του εστιατορίου όπου κανείς δεν θα μας έβλεπε-να δει τις αντιδράσεις της Μπέλλα σε οτιδήποτε σκόπευα να της πω. Δεν είχα ιδέα τι θα ήθελε από εμένα απόψε. Ή τι θα της έδινα.
Πόσα είχε μαντέψει? Τι εξηγήσεις για τα αποψινά γεγονότα είχε δώσει η ίδια στον εαυτό της?
«Αυτό πως είναι?» Ρώτησε η σερβιτόρα.
«Τέλειο,» της είπα και νιώθοντας ενοχλημένος από την στάση της απέναντι στην Μπέλλα, χαμογέλασα πλατιά, δείχνοντας τα δόντια μου. Ας με έβλεπε ξεκάθαρα.
Όπα. «Εμ… η σερβιτόρα σας θα έρθει αμέσως.» Δεν γίνεται να είναι αληθινός. Πρέπει να κοιμάμαι. Ίσως αυτή να εξαφανιστεί… ίσως να γράψω το όνομά μου με κέτσαπ στο πιάτο του… απομακρύνθηκε.
Περίεργο. Ακόμα εν φοβόταν. Ξαφνικά θυμήθηκα τον Έμετ που με πείραζε στην καφετέρια, τόσες εβδομάδες πριν. Πάω στοίχημα πως και εγώ θα μπορούσα να την τρομάξω περισσότερο.
Τι πάθαινα?
«Πραγματικά δεν θα έπρεπε να το κάνεις αυτό σε ανθρώπους,» διέκοψε τις σκέψεις μου η Μπέλλα με αποδοκιμαστικό τόνο. «Δεν είναι δίκαιο.»
Κοίταξα την έκφραση της. Τι εννοούσε? Δεν είχα τρομάξει την σερβιτόρα καθόλου, παρά τους σκοπούς μου. «Να κάνω ποιο πράγμα?»
«Να τους μαγεύεις έτσι-μάλλον τώρα στην κουζίνα και προσπαθεί να συνέλθει.»
Χμ. Η Μπέλλα είχε δίκιο πάνω-κάτω. Η σερβιτόρα δεν ήταν και πολύ λογική εκείνη τη στιγμή, περιέγραφε τα συμπεράσματα της στην φίλη της στο προσωπικό.
«Έλα τώρα,» με ώθησε η Μπέλλα όταν δεν απάντησα αμέσως. «Ξέρεις τι επίδραση έχεις πάνω στους άλλους?»
«Τους μαγεύω?» Ήταν ενδιαφέρον τρόπος περιγραφής. Αρκετά ακριβής για απόψε. Αναρωτήθηκα για την διαφορά…
«Δεν το έχεις προσέξει?» Ρώτησε με κριτικό τόνο. «Πιστεύεις ότι όλοι τα βρίσκουν όλα έτοιμα όπως εσύ?»
«Μαγεύω εσένα?» Ξεστόμισα την απορία μου ενστικτωδώς , και τα λόγια είχαν ειπωθεί, ήταν πολύ αργά να τα πάρω πίσω.
Αλλά πριν προλάβω να μετανιώσω πραγματικά που το είπα, απάντησε, «Συχνά.» Και τα μάγουλα της έλαμψαν ροζ.
Την μάγευα.
Η σιωπηλή μου καρδιά γέμισε από ελπίδα πολύ πιο έντονη από ότι την θυμόμουν.
«Γεια σας,» κάποιος είπε, η σερβιτόρα, και συστήθηκε. Οι σκέψεις της ήταν δυνατές και πιο έντονες από της προηγούμενης σερβιτόρας, αλλά την έδιωξα από το μυαλό μου. Κοιτούσα την Μπέλλα αντί να ακούω, έβλεπα το αίμα να απλώνεται κάτω από το δέρμα της, και παρατήρησα όχι το πως έκανε τον λαιμό μου να καίει, αλλά πως έκανε το πρόσωπό της να λάμπει, πως ταίριαζε απόλυτα με το λευκό της δέρμα…
Η σερβιτόρα περίμενε κάτι από εμένα. Α, με ρώτησε για το τι θα πιούμε. Συνέχιζα να κοιτάω την Μπέλλα και η σερβιτόρα γύρισε κι αυτή να την κοιτάξει απρόθυμα.
«Θα πιώ μια κόκα κόλα?» Είπε η Μπέλλα, σαν να ζητούσε συγκατάθεση.
«Δυο κόκα κόλες,» διόρθωσα. Δίψα-φυσιολογικό, ανθρώπινη δίψα- ήταν σημάδι σοκ. Θα σιγουρευόμουν πως θα είχε στο σύστημα της την ζάχαρη της σόδας.
Φαινόταν υγιέστατη όμως. Περισσότερο από υγιής. Φαινόταν χαρούμενη.
«Τι?» απαίτησε-απορούσε γιατί την κοιτούσα, υπέθεσα. Δεν είχα καν προσέξει ότι η σερβιτόρα είχε φύγει.
«Πως νιώθεις?» Ρώτησα.
Ανοιγόκλεισε τα μάτια της, ξαφνιασμένη από την ερώτησή μου. «Μια χαρά.»
«Δεν νιώθεις ζαλισμένη, ανακατεμένη, κρυώνεις?»
Ήταν ακόμα πιο μπερδεμένη τώρα. «Θα έπρεπε?»
«Βασικά περιμένω να σου έρθει το σοκ.» Μισοχαμογέλασα, περιμένοντας την άρνηση της. Δεν θα ήθελε να την φροντίζουν.
Της πήρε ένα λεπτό να απαντήσει. Τα μάτια της ακόμα δεν ήταν επικεντρωμένα. Είχε αυτήν την έκφραση κάποιες φορές όποτε της χαμογελούσα. Ήταν… μαγεμένη?
Θα μου άρεζε να μπορούσα να το πιστέψω.
«δεν νομίζω πως θα συμβεί κάτι τέτοιο. Πάντα ήμουν καλή στο να καταπιέζω οτιδήποτε δυσάρεστο,» απάντησε με ελαφρά κομμένη ανάσα.
Είχε δηλαδή πολλή εξάσκηση με δυσάρεστα πράγματα? Η ζωή της ήταν πάντα τόσο επικίνδυνη?
«Και πάλι,» της είπα. «θα νιώσω καλύτερα μόλις θα έχεις λίγη ζάχαρη και φαγητό στον οργανισμό σου.»
Η σερβιτόρα επέστρεψε με δυο κόκα κόλες και ένα καλάθι ψωμί. Τα έβαλε μπροστά μου και ζήτησε την παραγγελία μου, προσπαθώντας να πιάσει το βλέμμα μου στην διαδικασία. Την τόνισα πως θα έπρεπε να εξυπηρετήσει την Μπέλλα και γύρισα στο να την αγνοώ. Είχε βαρετό μυαλό.
«Εμ…» η Μπέλλα έριξε μια γρήγορη ματιά στο μενού. «θα πάρω το ραβιόλι μανιταριών.»
Η σερβιτόρα ξαναγύρισε πρόθυμα σε εμένα. «και εσείς/»
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://camprockgreekforum.forumotion.com
Leia the werewolf
twilight 4 ever
twilight 4 ever
Leia the werewolf


Αριθμός μηνυμάτων : 172
Reputation : 0
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009
Ηλικία : 28
Τόπος : La-Pous

9. Πορτ Άντζελες. Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: 9. Πορτ Άντζελες.   9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 14 Αυγ 2009 - 21:02

«Τίποτα για εμένα.»
Η Μπέλλα μόρφασε ελάχιστα. Χμ. θα πρέπει να παρατήρησε το ότι δεν έτρωγα ποτέ φαγητό. Παρατηρούσε τα πάντα. Και πάντα ξεχνούσα να είμαι προσεκτικός μπροστά της.
Περίμενα μέχρι που ξαναήμασταν μόνοι.
«Πιες,» επέμενα.
Παραξενεύτηκα όταν έκανε όπως της είπα. Ήπιε μέχρι που άδειασε το ποτήρι, οπότε έσπρωξα την δεύτερη κόκα κόλα προς το μέρος της. Δίψα, ή σοκ?
Ήπιε ξανά και ανατρίχιασε.
«Κρυώνεις?»
«Είναι απλά η κόκα κόλα,» είπε αλλά τα χείλη της έτρεμαν ελαφρά και τα δόντια της μόνο που δεν χτυπούσαν μεταξύ τους.
Το όμορφο πουκάμισο που φορούσε φαινόταν πολύ λεπτό για να την προστατέψει ικανοποιητικά. Τυλιγόταν πάνω της σαν δεύτερο δέρμα, όσο εύθραυστο και το πρώτο. Ήταν τόσο ευάλωτη, τόσο θνητή. «Δεν έχεις ζακέτα?»
«Ναι.» Κοίταξε γύρω της, λίγο μπερδεμένη. «Α-την άφησα στο αυτοκίνητο της Τζέσικα.»
Έβγαλα τη δική μου ζακέτα και ευχήθηκα να μην ήταν σημαδεμένη από την θερμοκρασία του σώματός μου. Θα ήταν ωραία να μπορούσα να της προσφέρω ένα ζεστό παλτό. Με κοίταξε, και τα μάγουλά της ξαναζεστάθηκαν. Τι σκεφτόταν τώρα?
Της έδωσα την ζακέτα και το έβαλε κατευθείαν και ανατρίχιασε λίγο.
Ναι, θα ήταν πολύ ωραία αν ήταν ζεστό.
«Ευχαριστώ,» είπε. Πήρε μια βαθιά ανάσα και μετά έσπρωξε τα μακριά μανίκι πίσω για να ελευθερώσει τα χέρια της. Πήρε άλλη μια ανάσα.
Ακόμα δεν είχε συνειδητοποιήσει την αποψινή βραδιά? Το χρώμα της ήταν ακόμα καλό. Το δέρμα της ήταν κρεμώδης και σε αντίθεση με το γαλάζιο της πουκάμισο.
«Τι μπλε χρώμα φαίνεται υπέροχο με το δέρμα σου,» την κολάκεψα. Απλά ήμουν ειλικρινής.
Κοκκίνισε, μαγευτική αντίδραση.
Φαινόταν καλά, αλλά δεν υπήρχε λόγος να το ρισκάρω. Έσπρωξα το καλάθι με το ψωμί προς το μέρος της.
«Αλήθεια,» παραπονέθηκε, μαντεύοντας τους σκοπούς μου. «Δεν θα πάθω σοκ.»
«Θα έπρεπε-ένας κανονικός άνθρωπος θα πάθαινε. Δεν φαίνεσαι καν ταραγμένη.» Την κοίταξα αποδοκιμαστικά, αναρωτώμενος γιατί δεν μπορούσε να είναι κανονική και μετά σκέφτηκα αν ήθελα πραγματικά κάτι τέτοιο.
«Νιώθω ασφαλής μαζί σου,» είπε, τα μάτια της πάλι γεμάτα με εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη την οποία δεν άξιζα.
Τα ένστικτά της ήταν λάθος-ανάποδα. Αυτό θ έπρεπε να είναι το πρόβλημα. Δεν αναγνώριζε τον κίνδυνο όπως θα έπρεπε να κάνει ένας άνθρωπος. Είχε τις αντίθετες αντιδράσεις. Αντί να τρέξει, παρέμενε, την τραβούσε αυτό που θα έπρεπε να φοβάται…
Πως θα την προστάτευα από τον εαυτό μου όταν κανείς από τους δυο μας δεν το ήθελε αυτό?
«Αυτό είναι πιο περίπλοκο από ότι σχεδίαζα,» μουρμούρισα.
Μπορούσα να την δω να επεξεργάζεται τα λόγια μου και αναρωτιόμουν τι συμπέρασμα να έβγαλε. Πήρε ένα κομμάτι ψωμί και άρχισε το τρώει χωρίς να φαίνεται να έχει συνειδητοποιήσει την ενέργεια αυτή. Μάσησε για μια στιγμή και μετά έγειρε το κεφάλι της σκεφτική.
«Συνήθως έχεις καλύτερα κέφια όταν τα μάτια σου είναι τόσο ανοιχτά,» είπε με χαλαρό τόνο.
Η παρατήρηση της ήταν τόσο βέβαιη που με άφησε άναυδο. «τι?» «Πάντα είσαι κακόκεφος όταν τα μάτια σου είναι μαύρα-το περιμένω τότε. Έχω μια θεωρία για αυτό,» πρόσθεσε.
Οπότε είχε σκαρφιστεί μια δική της εξήγηση. Φυσικά και το είχε κάνει. Ένιωσα ένα σφίξιμο στο στομάχι καθώς αναρωτιόμουν πόσο κοντά στην αλήθεια είχε φτάσει.
«Κι άλλες θεωρίες/»
«Ναι.»Μάσησε άλλη μια μπουκιά, τελείως αδιάφορα. Σαν να μην συζητούσε τα χαρακτηριστικά ενός τέρατος με το ίδιο το τέρας.
«Ελπίζω να ήσουν πιο δημιουργική αυτή τη φορά…» Είπα ψέματα όταν δεν συνέχισε. Αυτό που έλπιζα πραγματικά ήταν να έκανε λάθος-μίλια μακριά από την αλήθεια. «Ή μήπως κλέβεις πάλι από κόμικς?»
«Βασικά, όχι, δεν το πήρα από κόμικ,» είπε λίγο ντροπιασμένη. «Αλλά δεν το σκαρφίστηκα και από μόνη μου>»
«Και?» είπα μέσα από τα δόντια μου.
Δεν θα μιλούσε τόσο ήρεμα αν ήταν έτοιμη να τσιρίξει.
Καθώς δίσταζε, δάγκωσε το χείλος της και εμφανίστηκε η σερβιτόρα με το φαγητό της Μπέλλα. Δεν της έδωσα και πολλή σημασία καθώς άφησε το πιάτο της Μπέλλα μπροστά της και με ρώτησε αν ήθελα τίποτα.
«Αρνήθηκα αλλά ζήτησα για περισσότερη κόκα κόλα. Η σερβιτόρα δεν είχε προσέξει τα άδεια ποτήρια. Τα πήρε κι έφυγε.
«Έλεγες?» Την ώθησα, αγχωμένος, όταν ήμασταν πάλι μόνοι.
«θα σου πω στο αυτοκίνητο,» είπε με χαμηλά φωνή. Α, ήταν άσχημο. Δεν ήταν διατεθειμένη να πει της θεωρίες της στην παρουσία άλλων. «Αν…» πρόσθεσε ξαφνικά.
«Υπάρχουν όροι?» Ήμουν τόσο σφιγμένος που σχεδόν της γρύλισα.
«Έχω μερικές ερωτήσεις φυσικά.»
«Φυσικά.» συμφώνησα με σκληρή φωνή.
Οι ερωτήσεις της θα ήταν αρκετές για να μου πουν που κατευθύνονταν οι σκέψεις της. Αλλά πως θα τις απαντούσα? Με υπεύθυνα ψέματα? Θα την απομάκρυνα από την αλήθεια? Ή δεν θα έλεγα τίποτα, χωρίς να μπορέσω να αποφασίσω?
Καθίσαμε σιωπηλά καθώς η σερβιτόρα μας έφερε γεμάτα ποτήρια.
«Ξεκίνα,» είπα με κλειδωμένο σαγόνι, όταν έφυγε.
«Γιατί βρίσκεσαι στο Πορτ Άντζελες?»
Αυτή παραήταν εύκολη ερώτηση-για αυτήν. Δεν πρόδιδε τις σκέψεις της αλλά η απάντηση μου αν ήταν ειλικρινής θα πρόδιδε πολλά. Ας αποκάλυπτε πρώτα αυτή κάτι.
«Επόμενη,» είπα.
«Μα είναι η πιο εύκολη!»
«Επόμενη,» είπα πάλι.
Την ενόχλησε η άρνηση μου. Έστρεψε το βλέμμα της στο φαγητό της. Αργά, καθώς σκεφτόταν, πήρε μια μπουκιά και άρχισε να μασάει επιδεικτικά. Ήπιε κι άλλη κόκα κόλα, και επιτέλους με κοίταξε. Τα μάτια της είχαν στενέψει από υποψία.
«Εντάξει τότε,» είπε. «Ας πούμε, υποθετικά φυσικά, ότι… κάποιος… μπορούσε να ξέρει τι σκέφτονταν οι άλλοι, ξέρεις, να διαβάζει σκέψεις-με μερικές εξαιρέσεις.»
Ήταν χειρότερα.
Αυτό εξηγούσε γιατί είχε χαμογελάσει στο αυτοκίνητο. Ήταν γρήγορη-κανείς άλλος δεν είχε μαντέψει αυτό για εμένα. Εκτός από τον Καρλάιλ, και ήταν προφανές τότε, στην αρχή, όταν απαντούσα όλες του τις σκέψεις σαν να τις είχε ρωτήσει φωναχτά. Το είχε καταλάβει πριν από εμένα…
Αυτή η ερώτηση δεν ήταν τόσο άσχημη. Καθώς ήταν ξεκάθαρο ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με εμένα, δεν ήταν όσο σοβαρό θα μπορούσε να είναι. Το ότι διάβαζα σκέψεις δεν ήταν χαρακτηριστικό του κοινού βρικόλακα. Την ακολούθησα στην υπόθεσή της.
«Μόνο μια εξαίρεση,» διόρθωσα. «Υποθετικά.»
Πάλεψε ένα χαμόγελο-η ειλικρίνεια μου την ευχαρίστησε. «Εντάξει με μια εξαίρεση τότε. Πως δουλεύει? Ποιοι είναι οι περιορισμοί? Πως θα μπορούσε… αυτός ο κάποιος… να βρει κάποιον άλλον την σωστή στιγμή? Πως θα ήξερε ότι βρισκόταν σε κίνδυνο?»
«Υποθετικά?»
«Βέβαια.» Τα χείλη της πάλεψαν άλλο ένα χαμόγελο και τα ζεστά καστανά της μάτια ήταν ανυπόμονα.
«Λοιπόν,» δίστασα. «Αν… αυτός ο κάποιος…»
«Ας τον ονομάσουμε Τζο,» πρότεινα.
Δεν μπορούσα να μην χαμογελάσω με τον ενθουσιασμό της. Πραγματικά πίστευε ότι η αλήθεια θα ήταν κάτι καλό? Αν τα μυστικά μου ήταν ευχάριστα, γιατί να τα έκρυβα από αυτήν?
«Τζο τότε,» συμφώνησα. «Αν ο Τζο πρόσεχε περισσότερο, ο συγχρονισμός δεν χρειαζόταν να είναι τόσο ακριβής.» Κούνησα το κεφάλι μου και ανατρίχιασα στην σκέψη του πόσο κοντά ήμουν στο να αργήσω σήμερα. «Μόνο εσύ θα έμπλεκες σε μια τόσο μικρή πόλη. Θα τους κατέστρεφες τα ποσοστά εγκληματικότητας μιας δεκαετίας, ξέρεις.»
Μόρφασε ελαφρά. «Μιλούσαμε για υποθετική περίπτωση.»
Γέλασα με τον εκνευρισμό της.
Τα χείλη της, το δέρμα της… Φαίνονταν τόσο απαλά. Ήθελα να τα αγγίξω. Ήθελα να ακουμπήσω με τα δάχτυλα μου τα χείλη της και να εξαφανίσω τον μορφασμό της. Αδύνατο. Το δέρμα μου θα της ήταν απωθητικό.
«Ναι, μιλούσαμε υποθετικά,» είπα, επιστρέφοντας στην συζήτηση πριν μπορέσω να λυπηθώ περισσότερο. «Να σε αποκαλέσουμε Τζέιν?»
Έσκυψε πάνω από το τραπέζι μου προς το μέρος μου, όλη η ενόχληση εξαφανισμένη από το πρόσωπό της.
«Πως το ήξερες?» Ρώτησε με χαμηλή και σοβαρή φωνή.
Να της έλεγα την αλήθεια? Και αν ναι, ποιο κομμάτι της?
Ήθελα να της πω. Ήθελα να αξίζω την εμπιστοσύνη που μπορούσα να διακρίνω ακόμα στο πρόσωπό της.
«Ξέρεις, μπορείς να με εμπιστευτείς,» ψιθύρισε και άπλωσε το χέρι της σαν να ήθελε να αγγίξει τα δικά μου, που ήταν ακουμπισμένα μπροστά μου στο τραπέζι.
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://camprockgreekforum.forumotion.com
Leia the werewolf
twilight 4 ever
twilight 4 ever
Leia the werewolf


Αριθμός μηνυμάτων : 172
Reputation : 0
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009
Ηλικία : 28
Τόπος : La-Pous

9. Πορτ Άντζελες. Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: 9. Πορτ Άντζελες.   9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 14 Αυγ 2009 - 21:03

Τα τράβηξα πίσω-και μισούσα την σκέψη της αντίδρασής της από το παγωμένο μου σκληρό δέρμα-και τράβηξε το χέρι της.
Ήξερα πως μπορούσα να την εμπιστευτώ με τα μυστικά μου, ήταν απόλυτα έμπιστη, καλή ως το μεδούλι. Αλλά δεν μπορούσα να εμπιστευτώ το γεγονός ότι δεν θα την τρόμαζαν Θα έπρεπε να φοβόταν. Η αλήθεια ήταν τρόμος.
«Δεν νομίζω πως έχω πια άλλη επιλογή,» μουρμούρισα. Θυμήθηκα που την είχα αποκαλέσει κάποτε «καθόλου παρατηρητική». Την είχα προσβάλλει αν κατάλαβα σωστά από την έκφραση της. θα μπορούσα να την δικαιώσω σε αυτό, τουλάχιστον. «Έκανα λάθος-είσαι πολύ πιο παρατηρητική από ότι πίστευα.» Και ας μην το είχε καταλάβει, το πίστευα πραγματικά. Δεν της ξέφευγε τίποτα.
«Νόμιζα πως είχες πάντα δίκιο,» είπε χαμογελώντας.
«Παλιά, ναι.» Παλιά ήξερα τι έκανα. Ήμουν πάντα σίγουρος για το τι έκανα. Τώρα όλα ήταν χάος και μπέρδεμα.
Κι όμως δεν θα το αντάλλαζα. Δεν ήθελα την ζωή που έβγαζε νόημα. Όχι αν αυτό το χάος σήμαινε πως θα μπορούσα να είναι με την Μπέλλα.
«Έκανα λάθος και για άλλο ένα πράγμα με εσένα,» συνέχισα, αλλάζοντας την πορεία της συζήτησης. «Δεν είσαι μαγνήτης για ατυχήματα-δεν είναι αρκετά ευρύς όρος. Είσαι μαγνήτης για μπελάδες. Αν υπάρχει τίποτε επικίνδυνο σε ακτίνα δέκα μιλίων θα σε βρει. « Γιατί αυτήν? Τι έκανε και το άξιζε?
Η έκφρασή της ξανασοβάρεψε. «Τοποθετείς και τον εαυτό σου σε αυτήν την κατηγορία?»
Η ειλικρίνεια ήταν πιο σημαντική συγκεκριμένα σε αυτήν την ερώτηση.
«Σίγουρα.»
Τα μάτια της στένεψαν λίγο-όχι από υποψία αλλά από ενδιαφέρον. Άπλωσε το χέρι της πάνω από το τραπέζι πάλι, αργά και με σιγουριά. Τράβηξα τα δικά μου ένα εκατοστό αλλά αυτή το αγνόησε. Ήταν αποφασισμένη να με αγγίξει. Κράτησα την αναπνοή μου όχι λόγω της οσμής της αυτή τη φορά, αλλά από την ξαφνική ένταση που ένιωθα να με κατακλύζει. Φόβος. Το δέρμα μου θα την αηδίαζε. Θα έτρεχε μακριά μου.
Ακούμπησε απαλά το χέρι μου. Η θερμότητα του απαλού, αγγίγματός της μου ήταν τελείως καινούριο. Ήταν σχεδόν απόλυτη απόλαυση. Ια ήταν αν δεν υπήρχε ο φόβος. Παρακολούθησα το πρόσωπό της καθώς ένιωθε το παγωμένο, σκληρό μου δέρμα, μη μπορώντας ακόμα να αναπνεύσω.
Ένα μικρό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη της.
«Σε ευχαριστώ,» είπε, συναντώντας το βλέμμα μου με το δικό της έντονο βλέμμα. «Είναι ήδη δύο φορές τώρα.»
Τα απαλά της δάχτυλα παρέμειναν στο χέρι μου σαν να ήταν ευχάριστο το να βρίσκονται εκεί.
Της απάντησα όσο πιο χαλαρά μπορούσα. «Ας μην πάμε και για τρίτη, εντάξει?»
Μόρφασε, αλλά έγνεψε.
Τράβηξα το χέρι μου από το δικό της. Όσο υπέροχα κι αν ένιωθε το άγγιγμα της, δεν θα περίμενα το θαύμα της ανοχής της να μετατραπεί σε απέχθεια. Έκρυψα τα χέρια μου κάτω από το τραπέζι.
Διάβασα τα μάτια της, αν και το μυαλό της ήταν σιωπηλό.. Μπορούσα να διακρίνω εμπιστοσύνη και ενδιαφέρον εκεί. Συνειδητοποίησα εκείνη τη στιγμή ότι ήθελα να απαντήσω τις ερωτήσεις της. όχι επειδή της το χρωστούσα. Όχι επειδή ήθελα να με εμπιστευτεί.
Ήθελα να με μάθει.
«Σε ακολούθησα στο Πορτ Άντζελες,» της είπα, οι λέξεις έβγαιναν πολύ γρήγορα για να μπορέσω να τις επεξεργαστώ. Ήξερα τον κίνδυνο της αλήθειας, ένα ρίσκο που ήμουν διατεθειμένος να πάρω. Οποιαδήποτε στιγμή θα μπορούσε η αφύσικη ηρεμία της να καταρρεύσει και να μετατραπεί σε υστερία. Αντιφατικά, γνωρίζοντας αυτό, μιλούσα πιο γρήγορα. «Δεν έχω προσπαθήσει σκληρότερα να κρατήσω ζωντανό κάποιο άτομο και είναι έχει πολλά περισσότερα εμπόδια από όσα πίστευα. Αλλά μάλλον έχει να κάνει με το ότι είσαι εσύ. Οι κανονικοί άνθρωποι φαίνεται να μπορούν να περνάνε μια μέρα χωρίς τόσες πολλές καταστροφές.»
Την κοίταξα περιμένοντας.
Χαμογέλασε. Τα χείλη της σχημάτισαν ένα υπέροχο χαμόγελο και το σοκολατί μάτια της έγιναν πολύ ζεστά Μόλις παραδέχτηκα ότι την ακολουθούσα και αυτή χαμογελούσε.
«Σκέφτηκες ποτέ ότι ίσως να ήταν η ώρα μου εκείνη την πρώτη φορά με το βαν και ότι απλά από τότε παρεμβαίνεις με την μοίρα?» Ρώτησε.
«Εκείνη δεν ήταν η πρώτη φορά,» είπα κοιτάζοντας το τραπέζι, οι ώμοι μου σκυμμένοι από ντροπή. Είχα κατεβάσει τους τοίχους και η αλήθεια χυνόταν σαν ποτάμι. «Ήταν η ώρα σου την πρώτη φορά που σε γνώρισα.»
Ήταν αλήθεια, και αυτό με θύμωνε. Είχα τοποθετηθεί πάνω από την ζωή της σαν την κόψη της γκιλοτίνας. Ήταν σαν να είχε σημαδευτεί για θάνατο από κάποια άσχημα, άδικη μοίρα -και μιας και εγώ φάνηκα να είμαι απρόθυμο εργαλείο της, η ίδια μοίρα προσπαθούσε να την εκτελέσει. Φαντάστηκα την μοίρα προσωποποιημένη-μια ρυτιδιασμένη, ζηλιάρα μάγισσα που αναζητούσε εκδίκηση.
Ήθελα κάτι, κάποιος, να είναι υπεύθυνος για αυτό-για να είχα κάτι να πολεμήσω εναντίον. Κάτι που θα μπορούσα να καταστρέψω για να είναι ασφαλής η Μπέλλα.
Ήταν πολύ ήσυχη και η αναπνοή της επιτάχυνε.
Σήκωσα το βλέμμα μου για να την δω ,γνωρίζοντας ότι θα έβλεπα τον φόβο που περίμενα. Δεν είχα μόλις παραδεχτεί το πόσο κοντά είχα φτάσει στο να την σκοτώσω? Πιο κοντά και από το βαν. Κι όμως το πρόσωπό της ήταν ήρεμο, τα μάτια της έκρυβαν μόνο ενδιαφέρον.
«Θυμάσαι?» Θα έπρεπε να το θυμόταν.
«Ναι,» είπε με σταθερή φωνή. Τα βαθιά της μάτια έδειχναν ότι είχε καταλάβει.
Ήξερε. Ήξερε πως ήθελα να την σκοτώσω.
Που ήταν οι τσιρίδες?
«Κι όμως κάθεσαι εδώ,» είπα, τονίζοντας αυτήν την αντίθεση.
«Κι όμως κάθομαι εδώ… χάρη σε εσένα.» Η έκφρασή της ξαφνικά άλλαξε, έγινε περίεργη και άλλαξε διακριτικά το θέμα. «Επειδή ήξερες πώς να με βρεις απόψε…»
Άσκοπα, έσπρωξα το τοίχος που έκρυβε τις σκέψεις της, απεγνωσμένος να καταλάβω. Δεν μου φαινόταν λογικό. Πως μπορούσαν να την νοιάζουν τα υπόλοιπα με αυτήν την γυμνή αλήθεια ξεσκεπασμένη μπροστά της?
Περίμενε, μόνο περίεργη. Το δέρμα της ήταν χλωμό, πράγμα φυσιολογικό για αυτήν, αλλά πάλι ανησυχούσα. Το φαγητό της καθόταν ανέγγιχτο μπροστά της. Αν συνέχιζα να της λέω περισσότερα, θα χρειαζόταν ενέργεια όταν θα έφευγε το σοκ.
Της είπα τους όρους μου. «Εσύ θα τρως κι εγώ θα μιλάω.»
Το επεξεργάσθηκε αυτό για λίγο και έβαλε μια μπουκιά στο στόμα της, με ταχύτητα που πρόδιδε την ηρεμία της. Ήταν πιο ανυπόμονη για την απάντηση μου από ότι έδειχνε.
«Είναι πιο δύσκολο από ότι θα έπρεπε-το να σε ακολουθώ,» της είπα. «Συνήθως μπορώ να βρω κάποιον πολύ εύκολα, αφού ακούσω τις σκέψεις του.»
Παρατήρησα προσεκτικά το πρόσωπό της καθώς το έλεγα αυτό. Το να μαντεύει κάτι ήταν άλλο από το να της το επιβεβαιώνω.
Ήταν ακίνητη, τα μάτια της ορθάνοιχτα. Ένιωθα τα δόντια μου σφιγμένα καθώς περίμενα τον πανικό της.
Αλλά ανοιγόκλεισε μια φορά τα μάτια της και γρήγορα έβαλε άλλη μια μπουκιά στο στόμα της. Ήθελε να συνεχίσω.
«Παρακολουθούσα που και που την Τζέσικα,» συνέχισα, βλέποντας την να επεξεργάζεται την κάθε λέξη. «όχι προσεκτικά βέβαια-όπως είπα μόνο εσύ θα μπορούσες να βρεις μπελάδες στο Πορτ Άντζελες-« Δεν μπορούσα να αντισταθώ και το πρόσθεσα. Είχε συνειδητοποιήσει ότι κανένας άνθρωπος δεν ήταν σε τόσο μεγάλο κίνδυνο συνέχεια? Ή νόμιζε ότι ήταν κάτι το φυσιολογικό? Ήταν ότι πιο αφύσικο είχα συναντήσει ποτέ στην ζωή μου. «Και στην αρχή δε το πρόσεξα όταν έφυγες μόνη σου. Τότε, όταν συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν μαζί της, πήγα να σε βρω στο βιβλιοπωλείο που είδα στις σκέψεις της. Κατάλαβα ότι δεν είχες μπει μέσα, και ότι είχες πάει Νότια… και ήξερα ότι θα έπρεπε σύντομα να επιστρέψεις. Οπότε απλά περίμενα, διαβάζοντας τις σκέψεις τυχαίων περαστικών-για να δω αν σε είχε προσέξει κανείς και να μάθαινα που ήσουν. Δεν είχα λόγο να ανησυχώ… αλλά για κάποιον περίεργο λόγο είχα αγχωθεί…» Η αναπνοή μου έγινε πιο γρήγορη καθώς θυμήθηκα το συναίσθημα του πανικού. Η οσμή της έκαιγε τον λαιμό μου, και χαιρόμουν. Ήταν ένας πόνος που σήμαινε ότι ήταν ζωντανή. Εφόσον έκαιγα, ήταν ασφαλής.
«Άρχισα να οδηγώ σε κύκλους, ακόμα… άκουγα.» Έλπιζα ότι αυτή η λέξη θα έβγαζε νόημα. Θα έπρεπε να την μπερδεύει. «Ο ήλιος επιτέλους είχε αρχίσει να δύει, και ήμουν έτοιμος να βγω και να σε ψάξω χωρίς το αυτοκίνητο. Και τότε-«
Καθώς με συνεπήρε η ανάμνηση-ξεκάθαρη και ολοζώντανη σαν να την ξαναζούσα-ένιωσα τον ίδιο δολοφονικό θυμό να διαπερνάει το κορμί μου, και πάγωσα.
Τον ήθελα νεκρό. Έπρεπε να πεθάνει. Τα σαγόνια μου κλείδωσαν καθώς συγκεντρωνόμουν στο να μείνω στο τραπέζι. Η Μπέλλα με χρειαζόταν ακόμα. Αυτό ήταν που είχε σημασία.
«Και τότε τι?» ψιθύρισε, τα σκούρα της μάτια ορθάνοιχτα.
«Άκουσα τι σκέφτονταν,» είπα μέσα από τα δόντια μου, μην μπορώντας να κάνω τις λέξεις να μην ακουστούν σαν γρύλισμα. «Είδα το πρόσωπό σου στο μυαλό του.»
Με ζόρι κρατιόμουν να μην τον σκοτώσω. Ακόμη ήξερα που ακριβώς να τον βρω. Οι σκοτεινές του σκέψεις ήταν ακόμα ευδιάκριτες, με τραβούσαν…
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://camprockgreekforum.forumotion.com
Leia the werewolf
twilight 4 ever
twilight 4 ever
Leia the werewolf


Αριθμός μηνυμάτων : 172
Reputation : 0
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009
Ηλικία : 28
Τόπος : La-Pous

9. Πορτ Άντζελες. Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: 9. Πορτ Άντζελες.   9. Πορτ Άντζελες. EmptyΠαρ 14 Αυγ 2009 - 21:04

Σκέπασα το πρόσωπό μου, γνωρίζοντας ότι η έκφραση μου ήταν αυτή ενός τέρατος, ενός κυνηγού, ενός δολοφόνου. Σχημάτισα την εικόνα της πίσω από τα κλειστά μου μάτια, και συγκεντρώθηκα μόνο στο πρόσωπό της. Το σχήμα του προσώπου της, το λεπτό της χλωμό δέρμα-σαν μετάξι απλωμένο πάνω σε γυαλί, τόσο απαλό αλλά και τόσο εύθραυστο. Ήταν πολύ ευάλωτη για αυτόν τον κόσμο. Χρειαζόταν προστασία. Και μέσα από τις περιπλοκές της μοίρας εγώ ήμουν το πιο κοντινό σε προστάτη που είχε.
Προσπάθησα να εξηγήσω την βίαιη αντίδρασή μου ώστε να καταλάβαινε.
«Ήταν πολύ… δύσκολο-δεν φαντάζεσαι πόσο δύσκολο-που απλά σε πήρα από εκεί και τους άφησα… ζωντανούς,» ψιθύρισα. Θα μπορούσα να σε είχα αφήσει να πας με την Τζέσικα και την Άντζελα, αλλά φοβόμουν ότι αν με άφηνες μόνο μου, θα πήγαινα πίσω για αυτούς.»
Για δεύτερη φορά απόψε παραδέχτηκα ότι σκόπευα κάποιον φόνο. Τουλάχιστον αυτός ήταν δικαιολογημένος.
Ήταν ήσυχη καθώς πάλευα να ελέγξω τον εαυτό μου. Άκουγα τους χτύπους της καρδιάς της. ‘Ήταν άρρυθμοι , αλλά γίνονταν όλο και πιο σταθεροί όσο περνούσε ο χρόνος. Και η αναπνοή της ήταν χαμηλή και σταθερή.
Ήμουν στο όριο μου. Έπρεπε να την πάω σπίτι πριν…
Θα τους σκότωνα ,τότε? Θα γινόμουν πάλι δολοφόνος, τώρα που με εμπιστευόταν? Υπήρχε κάποιος τρόπος να σταματήσω τον εαυτό μου? Είχε υποσχεθεί να μου πει την πιο πρόσφατη θεωρία της όταν θα ήμασταν μόνοι μας. Ήθελα να την ακούσω? Είχα αγωνία αλλά η ανταμοιβή της περιέργειάς μου θα ήταν χειρότερη από το να μην γνωρίσω?
Όπως και να είχε, της είχα ήδη δώσει αρκετή αλήθεια για ένα βράδυ.
Την κοίταξα πάλι , το πρόσωπο της ήταν πιο χλωμό αλλά ήρεμο.
«Είσαι έτοιμη να πας σπίτι?» Ρώτησα.
«Είμαι έτοιμη να φύγω,» είπε διαλέγοντας προσεκτικά τις λέξεις της, σαν να μην την έκφραζε πλήρως ένα απλό ναι.
Ενοχλητικό.
Η σερβιτόρα επέστρεψε. Είχε ακούσει τα τελευταία λόγια της Μπέλλα, καθώς αναρωτιόταν τι άλλο θα μπορούσε να μου προσφέρει. Κάποιες ιδέες της σχεδόν με έκαναν να γελάσω.
«Πως είμαστε?’ Με ρώτησε.
«Είμαστε έτοιμοι για τον λογαριασμό, ευχαριστώ,» Της είπα, το βλέμμα μου στην Μπέλλα.
Η ταχύτητα της αναπνοής της σερβιτόρας αυξήθηκε και για μια στιγμή-για αν χρησιμοποιήσω και την έκφραση της Μπέλλα-ήταν μαγεμένη από την φωνή μου.
Όταν άκουσα πως άκουγε αυτός ο άνθρωπος την φωνή μου, συνειδητοποίησα γιατί φαινόταν να τραβάω περισσότερο θαυμασμό απόψε-χωρίς φόβο.
Ήταν λόγω της Μπέλλα. Προσπαθούσα τόσο σκληρά να είμαι ασφαλής για αυτήν, να είμαι λιγότερο τρομαχτικός, να είμαι άνθρωπος, είχα πραγματικά χάσει τον παλιό μου εαυτό. Οι άλλοι άνθρωποι έβλεπαν μόνο ομορφιά τώρα, με τον τρόμο μου υπό έλεγχο πια.
Κοίταξα την σερβιτόρα, περιμένοντας να συνέλθει. Ήταν αστείο τώρα που καταλάβαινα τον λόγο.
«Φυσικά,» τραύλισε. «Ορίστε.»
Μου έδωσε τον φάκελο με τον λογαριασμό και σκεφτόταν την κάρτα που είχε βάλει πίσω από την απόδειξη. Μια κάρτα με το όνομά και το τηλέφωνό της πάνω.
Ναι, ήταν αρκετά αστείο.
Είχα έτοιμα πάλι τα λεφτά. Της έδωσα τον φάκελο πίσω αμέσως, για να μην περίμενε άσκοπα για ένα τηλεφώνημα που δεν θα έπαιρνε ποτέ.
«Χωρίς ρέστα,» της είπα, ελπίζοντας ότι το μέγεθος του φιλοδωρήματος θα αντιστάθμιζε την απογοήτευσή της.
Σηκώθηκα και η Μπέλλα έκανε το ίδιο. Ήθελα να της προσφέρω το χέρι μου, αλλά δεν ήθελα να παίξω με την τύχη μου πολύ για ένα βράδυ. Ευχαρίστησα την σερβιτόρα, τα μάτια μου ποτέ δεν έφυγαν από το πρόσωπο της Μπέλλα. Και η Μπέλλα φαινόταν να βρίσκει κάτι αστείο.
Βγήκαμε έξω. Προχωρούσα όσο πιο κοντά της τολμούσα. Αρκετά κοντά ώστε να νιώθω την θερμότητα του σώματός της σαν ένα άγγιγμα στην αριστερή πλευρά του σώματός μου. Καθώς της κρατούσα την πόρτα ανοιχτή, αναστέναξε ήσυχα, και αναρωτήθηκα τι την έκανε να στεναχωρηθεί. Κοίταξα μέσα στα μάτια της, έτοιμος να την ρωτήσω, όταν ξαφνικά κοίταξε κάτω σαν να είχε ντραπεί. Αυτό με έκανε ακόμα πιο περίεργο. Η σιωπή ανάμεσά μας συνεχίστηκε καθώς μπήκε μέσα στο αυτοκίνητο. Άναψα τον κλιματισμό-ο ζεστός καιρός είχε σταματήσει απότομα και το κρύο αυτοκίνητο θα της ήταν άβολο. Κουρνιάστε μέσα στο πανωφόρι μου με ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη της.
Περίμενα, καθυστερώντας την συζήτηση μέχρι να εξαφανίζονταν τα φώτα του πεζοδρομίου. Με έκανε να νιώθω πιο μόνο μαζί της.
Ήταν το σωστό αυτό? Τώρα που ήμουν αφοσιωμένος μόνο σε αυτήν, το αυτοκίνητο φαινόταν πολύ μικρό. Η οσμή της τριγύριζε μαζί με την θερμότητα του κλιματισμού και γινόταν όλο και πιο δυνατή. Σχηματίστηκε πολύ δυνατή, σαν μια οντότητα από μόνη της. Μια παρουσία που απαιτούσε αναγνώριση.
Το κατάφερε αυτό. Καιγόμουν. Η φωτιά όμως ήταν υποφερτή. Μου φαινόταν κατά έναν περίεργο τρόπο σωστή. Είχα προδώσει τόσα πολλά από μέρος μου-περισσότερα από όσα περίμενα. Κι όμως ήταν ακόμα εδώ, πρόθυμη στο πλευρό μου. Της χρωστούσα κάτι σε αντάλλαγμα για αυτό. Μια θυσία. Μια προσφορά.
Αν μπορούσα μόνο να καίγομαι και τίποτα άλλο… Αλλά το δηλητήριο γέμισε το στόμα μου, οι μύες μου σφίχτηκαν ανυπόμονα, σαν να βρισκόμουν σε κυνήγι…
Έπρεπε να διώξω τέτοιες σκέψεις από το μυαλό μου. Και ήξερα τι θα με αποσπούσε.
«Τώρα,» της είπα, ο φόβος για την απάντησή της φάνηκε στον τόνο μου.
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://camprockgreekforum.forumotion.com
 
9. Πορτ Άντζελες.
Επιστροφή στην κορυφή 
Σελίδα 1 από 1

Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτήΔεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
edward-bella-jakob :: Midnight Sun Το Λυκόφως απο τη μερια του Εντουαρντ-
Μετάβαση σε: